Κεφάλαιο 61

241 13 0
                                    

Ακριβώς ένας χρόνος μετά~
Με τον Αλεξ είμαστε ακόμη μαζί. Έχει γίνει πραγματικά υπέροχος. Τόσο καλός μαζι μου.

Σήμερα κλείνουμε 1,5 χρόνο μαζί. Είπε πως θα με βγάλει έξω στις 8 για φαγητό. Η ώρα είναι 5:30 οπότε για να προλάβω τρέχω στο μπάνιο να κάνω ένα γρήγορο ντουζ. Μετα, βγαίνω, στεγνώνω τα μαλλιά μου και κατευθύνομαι προς την ντουλάπα για να βρω ρούχα. Μου είχε πάρει ο Αλεξ ένα φόρεμα όταν κλείναμε 1 χρόνο. Είναι ένα μπορντό μακρυ φόρεμα μέχρι την γάμπα, με κλειστό ντεκολτέ μέχρι τον λαιμό και την πλάτη όλη έξω, αμάνικο. Είναι απλό και όμορφο. Επίσης, του Αλεξ του αρέσει όταν φοράω ρούχα που φανερώνουν την πλάτη μου. Το θεωρεί απίστευτα σέξι, οπότε θα τον τρελάνω και λιγάκι. Τα μαλλιά μου τα πιάνω πάνω, σε έναν ψηλό κότσο για να γίνεται ορατή η πλάτη μου. Προσέχω για να μην αφήσω κανενα τσουλούφι να πετάει, όπως συνηθίζω. Για παπούτσια, διάλεξα μαύρες γόβες. Τρελενομαι για αυτές τις μαύρες γόβες μου. Μου αρέσουν τόσο πολυυ. Μου τις είχε πάρει η μαμα μου πριν λίγο καιρό για τα γενέθλια μου. Βάφομαι ελαφρά και φοράω την αγαπημένη κολόνια μου. Είμαι έτοιμη. Τρέχω να δω το ρολόι μήπως έχω αργήσει. 8 παρά δέκα. Τέλεια έχω και δέκα λεπτά να συμμαζέψω τα χάλια που δημιούργησα καθώς ντυνομουν και δοκίμαζα ρούχα.



8 ηωρα ακριβώς ακούω την κόρνα του Αλεξ απέξω και βγαίνω από το σπίτι, χωρίς φυσικά να ξεχάσω την μικρή μαύρη τσαντα χειρός μου. Κλειδώνω και πηγαίνω προς το αμάξι του. Βγαίνει έξω και μου ανοίγει την πόρτα πριν καλά καλά προλάβω να φτάσω εκεί. Όταν φτάνω, με αγκαλιάζει σφιχτά. Μου δίνει ένα πεταχτό παρατεταμένο φιλί στα χείλη και λέει "Χρόνια μας πολλά μωρό μου". Λέω το ίδιο, και μπαίνω μέσα.


Είμαστε εδώ και 20 λεπτά στο αυτοκίνητο. Που με πάει; Έχουμε βγει στον κεντρικό, σε έναν δρόμο τελείως έξω από την πόλη.
"που πάμε;" τον ρωτάω.

"Μην βιάζεσαι. Είναι έκπληξη."
Καθώς οι λέξεις βγαίνουν από το στόμα του, γυρίζει και με κοιτάει, λογικά για να δει την αντίδραση μου. Ξέρει ότι λατρεύω τις εκπλήξεις, όπως επίσης πως δεν μπορώ να κρύψω το χαμόγελο που δημιουργείται στα χείλη μου.

Λίγη ώρα μετά, το αυτοκίνητο σταματάει. Δεν ξέρω που είμαστε. Δεν έχω έρθει ποτέ εδώ. Είμαστε κοντά σε έναν γκρεμό, σε ένα ρέμα. Με θέα όλη την θάλασσα. Είναι πανέμορφα. Ο ουρανός υπέροχος. Γεμάτο αστέρια... τον κοιτάς και ηρεμείς.  Το μοναδικό κτήριο που υπάρχει εδώ είναι ένα μικρό, παρατημενο θα έλεγα σπίτι.

"Που είμαστε;" Ρωτάω από την αγωνία μου.

"Σσςςς. Σχεδόν φτάσαμε. "

Λέει και μου πιάνει το χέρι καθώς κατευθυνομαστε προς το κτήριο.

"With you till the end„ Donde viven las historias. Descúbrelo ahora