Παρτ 6

123 19 6
                                    

Οι μέρες μέσα σε αυτό το σπίτι ήταν αβασταχτες ήμουν σχεδόν όλη μέρα μόνη μου χωρίς να κάνω τίποτα.

Εξω δεν με άφηνε να βγω το προσωπικό του σπιτιού αφού ο λεγαμενος φοβόταν μην του φύγω και όταν φυσικά γυρνούσε απο την εταιρία εγώ κλειδονομουν μέσα στο δωμάτιο μου. Τις τελευταίες μέρες είχε προσπαθήσει πολλές φορες να με πλησιάσει όμως δεν τον άφησα δεν ήθελα να εχω καμια σχέση μαζί του. Ο γάμος μας θα ηταν λευκός τέλεια και παύλα. Ο κάθε ενας θα έκανε την ζωή του, δεν μπορω να είμαι κλεισμένη εδώ επειδή ο Στεφανος φοβάται μην φύγω θα κάνω μια βόλτα σήμερα.  Με σταθερά βήματα κατέβηκα τις σκάλες με προορισμό την εξώπορτα.

«Κυρια Δάφνη που πάτε? Ο κύριος δεν είναι εδώ δεν μπορείτε να βγειτε.»
«Δεν μπορείτε να μου επιβάλλεται κάτι στο οποίο δεν είμαι σύμφωνη και πες στο αφεντικό σου πως η Δαφνη έφυγε.»
«Μα...»
«Ρε κοπελα μου μια βόλτα θέλω να πάω εσένα θα σου άρεσε μα ήσουν όλη μερα κλεισμένη σε ενα σπίτι? Απαντά μου Ειλικρινά.»
«Οχι...» είπε και κατέβασε το κεφάλι της.
«Ωραια στα λογια μου ερχεσαι λοιπόν. Εγώ φεύγω και αν ρωτήσει κανείς, για να μην μπλεξεις και όλας, δεν με ειδες.»
«Μαλιστα...»
«Ωραια.» είπα και ανοιξα την πόρτα.

Ηταν η πρωτη μέρα μετα απο καιρό που ένιωθα ελεύθερη έκαμα την βόλτα μου στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και πήρα παγωτό. Ενιωσα τοσο μα τόσο όμορφα, θα το έκανα ξανα και ξανά αν μου δινόταν η ευκαιρία. Η ωρα πήγαινε οχτώ και δυστυχώς έπρεπε να γυρίσω στο κελί μου. Ευτυχώς έφτασα πριν απο τον Στέφανο σπίτι η έτσι νόμιζα.

Για κακή μου τύχη την στιγμή που άνοιγα την πόρτα είδα το αυτοκίνητο του Στέφανου να σταματαει μπροστα στην είσοδο και αυτόν να βγαίνει απο το εσωτερικό του. Μολις με είδε η ματιά του έμεινε προσηλωμένη πανω μου. Εμφανώς νευριασμενος μου είπε να περάσω μέσα και να τον περιμένω στο σαλόνι. Μάλλον ήρθε η Ωρα να κάνουμε πιο νωρίς εκείνη την συζήτηση που έλεγα.

Με αργά βηματα πηγα στο σαλόνι και καθησα να περιμένω τον στέφανο να έρθει. Δεν πέρασε ουτε ενα τέταρτο και άκουσα τα βηματα του να με πλησιάζουν.

«Δεν μου λες ΤΡΕΛΑΘΗΚΕΣ ΤΕΛΕΙΩΣ? ΓΙΑΤΙ ΒΓΗΚΕΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΜΟΥ ΕΞΩ.» αρχισε να μου φωνάζει
«Γιατι μπορώ. Επίσης γυναικα σου είμαι οχι κάποιο μικρο παιδάκι που θα πρέπει να πέρνει την άδεια απο τον πατερα της για να βγει έξω.»
«ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΙΠΕΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΩΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΒΓΑΙΝΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΜΟΥ ΕΞΩ.»
«Να σου θυμισω κάτι? Δεν δίνω μια για αυτά που θέλεις εσύ. Μεγάλη γυναικα είμαι και θα κάνω οτι μα ΟΤΙ θέλω.»
«Ειμαστε παντρεμένοι ΔΕΝ μπορείς να κανεις οτι θέλεις.»
«Και ποιος είπε πως αυτός ο γάμος έγινε στα αλήθεια? Γιατί θα πρέπει να κάνουμε σαν παντρεμένοι απο την στιγμη που δεν θέλουμε ο ενας τον άλλον και να μην κάνουμε οτι θέλουμε μακρυά απο τα φώτα της δημοσιότητας.»
«Τι θες να πεις?» με ρώτησε και αρχισε να με πλησιάζει. «Αυτο που θα σου πω βάλτο καλά στο μικρο μυαλουδακι σου δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ περίπτωση να γίνει αυτό που λες.»
«Γιατί και εσύ θα μπορείς να φέρνεις τις γκομενες που σίγουρα εχεις στο σπίτι και εγώ θα βγαινω τις βόλτες μου και φυσικά δεν θα φοβάσαι μην σου φύγω.»
«Δαφνη...σταματά να σκέφτεσαι βλακειες.»
«Δεν είναι βλακεία ή το δέχεσαι ή φεύγω την επόμενη και ολας μέρα. Επίσης και να με βρεις θα ξανά φύγω...διαλεγεις και περνεις.»
Απλα με κοίταξε εκνευρισμένος και έφυγε απο τον χώρο πετώντας ενα βάζο στο πάτωμα. Θεέ μου πολλά νεύρα έχει αυτό το άτομο...πρεπει να κανει κάτι για να τα ηρεμήσει.

Με αργά βήματα πήγα στο σημείο οπου έπεσε το βάζο και άρχισα να μαζεύω τα κομματια. Κάπως έτσι σαν αυτό το βάζο έγινε και η καρδιά μου την ημερα που έμαθα πως δεν θα πάω στην σχολή χορού. Πρέπει να πάω δεν θα το αντεξω αν αφήσω το όνειρο μου να διαλυθεί για αυτό τον γάμο. Απο τος σκέψεις μου με έβγαλε ένας οξύς πόνος που ένιωσα στο δεξι μου χέρι. Το αίμα αρχισε να κυλά και να πέφτει σε μικρές σταγόνες στο πάτωμα. Δεν έκανα τίποτα για να το εμποδισω απλα καθόμουν και παρατηρούσα αυτή τη διαδρομή μέχρι που με διέκοψε μια γνώριμη φωνη.

«Κύρια? Είστε καλά?»
«Ναι...» της είπα χωρίς να πάρω το βλέμμα μου απο εκεί.
«Παω να φέρω γάζα και κάτι για να το απολυμανουμε.»
Δεν απάντησα. Η πληγή αυτή μου θύμισε την πρωτη μέρα που με είχε παει ο μπαμπάς μου στο πάρκο, τοτε που έπεσα με το ποδήλατο. Τα λογια του εκείνη την μέρα έχουν μείνει χαραγμένα στο μυαλό και στην ψυχή μου. "Είσαι δυνατό κορίτσι Δάφνη και ξέρω πως μπορείς να καταφέρεις πολλά. Αυτή η πληγή δεν είναι τίποτα μπροστά σε όλα τα εμπόδια που θα σου φέρει η ζωή. Για αυτο να είσαι δυνατή." . Ημουν δυνατή? Μπορουσα να αντιμετοπισω αυτό το πρόβλημα? Ή θα με κατάπινε στα βαθύ του?

«Κυρια πονατε?»
«οχι...» της είπα κοιτάζοντας την στα ματια. Τα ματια μου είχαν βουρκωσει, ενω μετα απο λίγο τα δάκρυα αρχισαν να κυλούν πανω στα μάγουλα μου χωρίς την θέληση μου.
«Κυρια είστε καλά? Να πάω να φωναξω τον κ. Στεφανο?»
«Ο-Οχι...» της είπα και συκωθηκα να πάω στο δωμάτιο μου. Δεν μπορουσα άλλο εδω μέσα μου έκανε κακό. Οχι σωματικα αλλά ψυχικά. Δεν μπορουσα να ζω όλη μου την ζωή έτσι. Θα ηταν άδικο και για τους δυο μας να ζούμε μέσα σε αυτές τις συνθήκες.

Μόλις εφτασα στο δωμάτιο μου ξάπλωσα πανω στο κρεβάτι μου και άρχισα να παρατηρω το ταβάνι σκεπτόμενη την ζωή μου και όλα αυτά που είχα καταφέρει μέχρι σήμερα. Και συνειδητοποίησα πως στο μονο πράγμα που ήμουν πραγματικα καλη ηταν ο χορός. Γιατί όλα στην ζωή μου πρέπει να σχετίζονται με τον χορό? Πρέπει να βρω κάποιο άλλο χόμπυ...απο τις σκέψεις μου με έβγαλε το χτύπημα της πόρτας.

«Περαστε.»
«Εμ...εγώ είμαι...θέλω να μιλήσουμε.»
«Σε ακούω Στεφανε.»
«Αμ...σκέφτηκα αυτά που ειπες.. Και μάλλον είναι μια καλη ιδέα...»
«Χαιρομαι...τώρα μπορείς να με αφήσεις λίγο μονη μου.?»
Δεν πήρα κάποια απάντηση άλλα απο το άκουσμα της πόρτας κατάλαβα πως έφυγε απο το δωμάτιο.

************************************

Τέλος και αυτό το Παρτ ελπίζω να σας αρέσει!! 😢❤❤❤

Αν θέλετε πείτε μ την γνώμη σας στα σχόλια 💬 και μην ξεχασετε να πατησετε και αστερακι🌟

🙈🙈🙈🙈🙈🙈🙈

✔|Χορεύοντας Το Ονειρό Where stories live. Discover now