Όλη νύχτα δεν είχε καταφέρει να κλείσει μάτι.
Στριφογύριζε στο κρεβάτι ασταμάτητα με τον λευκό φάκελο στο χέρι,ανύμπορη να πάρει μία απόφαση.
Μέσα σε αυτό το γράμμα κρυβόταν το μέλλον της...από παιδί ήταν όνειρο της να φοιτήσει σε αυτό το πανεπιστήμιο.
Από την άλλη δεν είχε φύγει ποτέ από την Αδελαίδα και η Αγγλία ήταν τόσο μακριά από αυτή.
Εδώ ήταν η οικογένεια της και ο άνθρωπος που αγαπούσε,δεν ήξερε αν ήταν τόσο δυνατή για να φύγει μακριά τους.
Έστρεψε το βλέμμα της προς το παράθυρο και οι πρώτες ακτίδες ήλιου έκαναν την εμφάνιση τους στον σκουρόχρωμο ουρανό και πήρε την απόφαση να σηκωθεί,χρειαζόταν λίγο καθαρό αέρα.
Φόρεσε τα ρούχα της και κατευθύνθηκε αθόρυβα στην κουζίνα φτιάχνοντας καφέ.
Ήξερε πως τέτοια ώρα ο Άντριαν θα βρισκόταν στα χωράφια και έτσι αποφάσισε να πάει να τον βρει.
Χρειαζόταν να ακούσει την ήρεμη φωνή του,να δει τα γαλανά μάτια του,να νιώσει την αγκαλιά του,καθυσηχάζοντας έτσι τους δαίμονές της.
Βγήκε από το σπίτι και διέσχισε το τσιμεντένιο δρομάκι που οδηγούσε στα πανέμορφα χωράφια που με τόσο κόπο είχε φτιάξει ο πατέρας της.
Χαιρέτησε μερικούς εργάτες που φύτευαν σπόρους και έστειλε ένα φιλί στον Κρις που τεμπέλιαζε όπως πάντα χαζεύοντας το κινητό του.
Η καρδιά της φτερούγισε μόλις είδε τον Άντριαν.
Εργαζόταν σκληρά σκάβοντας,ενώ ο ιδρώτας κυλούσε στο μέτωπο του.
«Καλημέρα!»αναφώνησε και πλησίασε προς το μέρος του.
Εκείνος της χαμογέλασε ζεστά και συνέχισε να σκάβει με μανία το νωπό χώμα.
«Καλημέρα!»απάντησε με την ίδια τρυφερότητα και
άφησε από τα χέρια του το φτιάρι που κρατούσε.
Του πρόσφερε τον καφέ και εκείνος τον πήρε από τα χέρια της χωρις δεύτερη σκέψη,πίνοντας μία γουλιά που του έβαλε ένα χαμόγελο στα χείλη.
«Μμμ..απόλαυση!»μούγκρισε,νιώθοντας το ζεστό ρόφημα να κυλάει στον οισοφάγο του.
Η Αλίσια γέλασε ντροπαλά με την έκφραση του,έμοιαζε με μικρό παιδί.
«Τόσο καλός ηταν ο καφές;»τον ρώτησε με ενθουσιασμό και εκείνος γέλασε.
«Όχι όσο εσύ!»της έκλεισε το μάτι και εκείνη ένιωσε το πρόσωπό της αμέσως να κοκκινίζει.
«Άντριαν...μην μου το κάνεις τόσο δύσκολο.»γκρίνιαξε και εκείνος την πλησίασε.
«Δεν μπορώ να μείνω μακριά σου δεν το καταλαβαίνεις;»έπιασε το μπράτσο της και την έφερε κοντά του,τόσο κοντά του που μπορούσε να νιώσει την ζεστή του ανάσα στο πρόσωπο της.
«Ούτε εγώ μπορώ Άντριαν...»κλαψούρισε ενώ τραβήχτικε μακριά του.
«Αλλά πρέπει να μιλήσω πρώτα στον μπαμπά,δεν θέλω να το μάθει από κάποιον άλλον.»
Ο Άντριαν έγνεψε θετικά και τα μάτια του συνάντησαν τα δικά της.
«Μπορώ να σου δώσω ένα φιλί...»ψυθίρισε πάνω από τα χείλη της και εκείνη κάρφωσε τα μάτια της στα δικά του,αμφιταλαντευόμενη για την απόφαση της.
Σήκωσε το σώμα της στις μύτες,ώστε να τον φτάσει και τα χείλη της ίσα που άγγιξαν τα δικά του.
Πήγε να απομακρυνθεί,αλλά την έσφηξε περισσότερο πάνω του,κλέβοντας της την ανάσα.
Το φιλί τους βάθυνε,ενώ στο παιχνίδι μπήκαν και οι γλώσσες τους.
«Έλα..»έπιασε το χέρι της ανάμεσα από το δικό του και την κατεύθυνε προς τον σταύλο.
Ήθελε τόσο πολύ να νιώσει το γυμνό της κορμί πάνω στο δικό του.
Μόλις μπήκαν στον σταύλο έκλεισε την πόρτα με δύναμη και παγίδεψε το σώμα της ανάμεσα από το δικό του και τον ξύλινο τοίχο.
Προσπάθησε να φέρει αντίρρηση,μα δεν την άφησε....σφράγισε τα χείλη του αμέσως με τα δικά της!Τα χέρια του περιπλανήθηκαν αχόρταγα πάνω της και αφού με το βλέμμα του ζήτησε την άδεια της,άρχισαν να ξεκουμπώνουν το λουλουδάτο φόρεμα που φορούσε.
«Σε θέλω...»μουρμούρισε πάνω από τα χείλη της
και εκείνη αναστέναξε δυνατά μόλις
ένιωσε τα δάχτυλα του πάνω στο ευαίσθητο σημείο της.
«Μην με βασανίζεις άλλο.»ικέτευσε
«Εσύ ξέρεις πόσα χρόνια με βασανίζεις;»
Της χαμογέλασε πονηρά και τράβηξε βίαια το εσώρουχο της,σχεδόν σκίζοντας το.
«Σε αγαπώ πολύ Άντριαν,να το θυμάσαι.»
Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα,αλλά δεν τον άφησε να τα παρατηρήσει,έσκυψε το κεφάλι της και ξεκούμπωσε το παντελόνι του.
Ο Άντριαν βύθισε τον εαυτό του μέσα στο κορμί της απότομα.Μόλις τα κορμία τους ενώθηκαν άφησαν έναν έντονο αναστεναγμό απόλαυσης να δραπετεύσει από τα χείλη τους.
«Και εγώ σε αγαπώ μικρή μου,πάντα θα το κάνω!»
Ψυθίρισε στο αυτί της με βραχνή και λαχανιασμένη φωνή.
Άφησαν και οι δύο τον εαυτό τους ελεύθερο,ενώ τα κορμιά τους έτρεμαν από την απόλαυση που πριν από λίγο είχαν προσφέρει ο ένας στον άλλον.
Ένα γελάκι ξέφυγε από τα χείλη της και ο Άντριαν σήκωσε το βλέμμα του πάνω της.
«Γιατί γελάς;»την ρώτησε με βραχνή και λαχανιασμένη ακόμα φωνή.
«Απλά...άστο είναι χαζό!»απάντησε και στριφογύρισε τα μάτια της ενοχλημένη από τις ίδιες της τις σκέψεις.
«Πες μου...»την παρότρυνε και την άφησε να κατέβει από την αγκαλιά του.
Εκείνη έπιασε τα κουμπιά από το φόρεμα της και τα κούμπωσε χωρίς να την ενδιαφέρει ιδιαίτερα αν το έκανε σωστά.
«Να...σκεφτόμουν πως φοβόμουν όλα αυτά τα χρόνια να φέρω κάποιο αγόρι στον μπαμπά να το γνωρίσει και τώρα...είμαι ερωτευμένη με τον καλήτερο του φίλο.Πόσο πιο σουρεαλιστική μπορεί να γίνει η κατάσταση;»
Σήκωσε το χέρι του και έδιωξε μερικές τρίχες που είχαν καλύψει το πρόσωπο της.
Μπορούσε να νιώσει τις ανυσηχίες της και εκείνος είχε ακριβώς τις ίδιες.
Όμως ότι συνέβει δεν το είχε σχεδιάσει....
Η ζωή έπαιζε πολλά ζόρικα παιχνίδια,που οι άνθρωποι σαν υποχείρια της δεν μπορούσαν να προγραμματίσουν και πάντα έπεφταν στις παγίδες της.
«Είναι και κάτι άλλο.»
Ήθελε τόσο πολύ να του πει για το πανεπιστήμιο να φύγει αυτό το βάρος από πάνω της.
«Μην βασανίζεις το μυαλό σου με όλα αυτά..»την διέκοψε και την φίλησε παθιασμένα κάνοντας την να διαγράψει κάθε αρνητική σκέψη που κούραζε το μυαλό της.
Ένας γδούπος έκανε και τους δύο να αναπηδήσουν τρομαγμένοι και να γυρίσουν προς το μέρος του εκκοφαντικού ήχου.
Η Αλίσια κατάπιε την γλώσσα της μόλις είδε τον Σαμ να στέκεται στην πόρτα κοιτόντας και τους δύο βλοσυρά πριν αποφασίσει να ξεσπάσει.
«Τι κάνεις με την αδερφή μου ρε;»
«Σαμ..μπορώ να σου εξηγήσω..»πετάχτηκε η Αλίσια και μπήκε ανάμεσα στους δύο άντρες που κονταροχτυπιόντουσαν ήδη με το βλέμμα τους.
«Τι να μου εξηγήσεις;Ότι παραπάτησε και καταλάθως έχωσε την γλώσσα του στο στόμα σου;»
Τα δάχτυλα του χώθηκαν ανάμεσα στα κατάμαυρα μαλλιά του τραβώντας τα και γέλασε νευρικά.
Η Αλίσια μαζεύτηκε στην άκρη.
Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε τον μικρό της αδερφό να αντιδράει τόσο έντονα.
«Καταλαβαίνετε πως αυτό θα μας διαλύσει;»
Τους ρώτησε και τους δύο σοβαρά,νιώθοντας το αίμα να βράζει στις φλέβες του.
«Την αδερφή σου την αγαπώ..»φώναξε ο Άντριαν και έβαλε την Αλίσια πίσω του θέλωντας να την προστατεύσει.
Ο Σαμ έγυρε το σώμα του σε αμυντική στάση έτοιμος να τσακωθεί άσχημα.
Τον άντρα απέναντί του τον έβλεπε σαν μία πατρική φιγούρα που είχε από την παιδική του ηλικία,η οποία δεν συμπεριλάμβανε μία παράλογη σχέση με την αδερφή του.
Όλη η εικόνα απλά του έφερνε αναγούλα.
«Σαμ...δεν μπορείς να δεις πως αγαπιόμαστε;»
«Γαμώτο,Αλίσια λογικέψου!»της φώναξε.
«Σταμάτα να της φωνάζεις...»
ο Άντριαν έκανε ένα βήμα πιο κοντά στον Σαμ.
Ο Άντριαν τον περνούσε τουλάχιστον ένα κεφάλι,παρόλα αυτά μπορούσε να σταθεί αντάξια δίπλα του και να αναμετρηθεί με εκείνον.
Άλλοι θα φοβόντουσαν να αναμετρηθούν με τον Άντριαν,όμως όχι ο Σαμ καθώς το έφηβο αγόρι είχε θυμώσει πολύ μαζί του.
«Δεν θα μου πεις τι να κάνω.»τον προκάλεσε μιλώντας μέσα από τα δόντια του.
«Σταματήστε!»μουρμούρισε η Αλίσια.
«Άντριαν μπορείς να μας αφήσεις λίγο μόνους;»
«Φυσικά...»άφησε ένα φιλί στο μάγουλο της και έφυγε βιαστικά από τον σταύλο.
«Από τους δισεκατομμύρια άντρες που έχει η υδρόγειος έπρεπε να διαλέξεις γαμώτο εκείνον που δεν έπρεπε;»
«Σαμ...δεν καταλαβαίνεις!»
«Δεν με ενδιαφέρει...αυτό είναι άρρωστο!Θα χωρίσετε και δεν θα μιλήσουμε ποτέ ξανά για αυτό.»
«Δεν μπορείς να μου πεις τι θα κάνω!Είσαι πολύ μικρός ακόμα για να καταλάβεις.Εύχομαι να βρεις και εσύ κάποια και να δεις ποσο περίπλοκα είναι τα πραγματα...»του φώναξε τσαντισμένη από την στάση του.Περίμενε πως ο αδερφός της θα ήταν ο πρώτος που θα την στήριζε στις επιλογές της.
«Δεν μπορείς να καταλάβεις πως δεν θέλω να διαλυθεί η οικογένεια μας;»
Σε αυτό που έλεγε δεν είχε άδικο,όμως η Αλίσια ήταν τυφλωμένη από τον έρωτα της για τον Άντριαν και θα έκανε τα πάντα για εκείνον.
«Δεν πρόκειται να διαλυθεί....θα φροντίσω εγώ να μην γίνει αυτό,μονάχα υποσχέσου μου πως μέχρι να το πω στον μπαμπά δεν θα σου ξεφύγει σε κανέναν τίποτα!»
«Το υπόσχομαι.»απάντησε χωρίς να το σκεφτεί ιδιαίτερα.
«Δεν θέλω να πληγωθείς για αυτό αντέδρασα άσχημα.Ο Άντριαν είναι..κάπως όριμος για εσένα και εσύ μπροστά του είσαι τόσο μικρή.
Φοβάμαι να μην σε παρασύρει στις δικές του επιθυμίες και εσύ ξεχάσεις τις δικές σου.»
«Ο Άντριαν δεν είναι τέτοιος άνθρωπος...δεν θα έκανε τίποτα για να με πληγώσει.»μουρμούρισε και έσκυψε το κεφάλι της παρατηρώντας τα παπούτσια της,αν και στην πραγματικότητα σκεφτόταν.
Ο Σαμ την πλησίασε και τύλιξε τα χέρια του γύρω από το σώμα της.
«Συγνώμη που φέρθηκα σαν κόπανος.»ψυθίρισε στο αυτί της και εκείνη χασκογέλασε.
Έμειναν σιωπηλοί και οι δύο για μερικά λεπτά..χαμένοι στις σκέψεις τους.
«Σάμι...με δέχτηκαν στο πανεπιστήμιο...»είπε ξαφνικά η Αλίσια κάνοντας το νεαρό αγόρι να κοιτάξει την αδερφή του,έκπληκτο.
«Σοβαρολογείς;»ρώτησε και την έσφηξε στην αγκαλιά του δυνατά.
«Δεν ξέρω τι να κάνω...έχω φρικάρει!»
κλαψούρισε νιώθοντας την απελπισία να την κατακλύζει.
«Να πας!»ακούστηκε μία τρίτη φωνή πίσω τους και έστρεψαν και οι δύο το βλέμμα τους προς την πόρτα.Συνεχίζεται...
Τι πιστεύετε οτι θα κάνει η Αλίσια;
Θα Πάει ή Οχι;Τα σχόλια δικά σας
VOUS LISEZ
Σαν την καλή ζωή
Roman d'amour«Αυτό που κάνουμε είναι λάθος..» «Ναι αλλά είναι το δικό μας λάθος..» Η Αλίσια δεν θυμόταν να έχει αποχωριστεί ποτέ τον αγαπητό της φίλο Άντριαν. Για εκείνη ήταν φίλος,προστάτης και μεγάλος αδερφός.. Την έκανε να γελάει όταν ήταν στεναχωριμένη... Τη...