Αποκάλυψις

203 45 17
                                    


Η Ντάνι ένιωθε άδεια σαν νεροκολοκύθα. Όλα όσα γνώριζε, όλα όσα πίστευε και προσδοκούσε είχαν ανατραπεί και τώρα εκείνη έστεκε ολομόναχη μπροστά σε όλες τις δυσχέρειες του κόσμου. Είχε τόσα πολλά να αντιμετωπίσει, τόσες μάχες να δώσει που έμοιαζαν χαοτικές, σαν χαμένες εκ των προτέρων. Δεν ήξερε από πού όφειλε να ξεκινήσει. Μήτε πώς.

Το μόνο που ήξερε ήταν ότι δεν είχε μπορέσει να κάνει τίποτα για να αποκαταστήσει την αλήθεια γύρω από την εξαφάνιση της Φράνκα και των άλλων υπηρετριών. Δεν είχε προφτάσει να μιλήσει στην Σένγκε και να την προφυλάξει, αφού οι σωτήριες λέξεις είχαν σκαλώσει στο λαιμό της και το αιχμηρό εγχειρίδιο με το ρουμπίνι είχε μείνει στην τσέπη της φούστας της. Δεν είχε καταφέρει να εξασφαλίσει ένα ασφαλές αύριο για την μικρή Άλις, μήτε για κανένα άλλο κορίτσι. Και όσον αφορούσε τον Άμαντε πάλι δεν... δεν είχε ιδέα σε τι κατάσταση βρισκόταν, αφού οι φρουροί την κρατούσαν μακριά, δεν ήξερε εάν ανάρρωνε ή εάν βάδιζε αργά και βασανιστικά προς το κατώφλι του θανάτου, ούτε εάν το είχε ήδη διαβεί... Δεν... δεν... δεν...

Η Ντάνι ξεφύσησε αποκαρδιωμένη. Τα πάντα πήγαιναν απ' το κακό στο χειρότερο, αυτό ήταν το μόνο σίγουρο. Πώς θα μπορούσε να αλλάξει την τροπή των πραγμάτων; Ο μοναδικός άνθρωπος που μπορούσε να την καθοδηγήσει κάπως ήταν η Ελένα, η οποία, όμως, εντός των τειχών του κάστρου προσποιούνταν την αγία, μοίραζε εντολές και εξυμνούσε τους άρχοντες και τις αρχόντισσες απ' το πρωί ως το βράδυ. Η καθώς πρέπει εικόνα που παρουσίαζε τελευταία τίποτα δεν είχε κοινό με την εικόνα της γερόντισσας που λαχταρούσε ν' απαλλάξει τον κόσμο απ' τους δεινάστες και τους δαίμονες. Ήταν μάλιστα τόσο εκ διαμέτρου αντίθετες αυτές οι δυο πτυχές της Ελένα, που η Ντάνι κόντευε να πιστέψει ότι είχε απλά ονειρευτεί την συνάντηση τους στο σκοτεινό παρεκκλήσι. Θα το είχε ήδη πιστέψει, βασικά, εάν τα φιαλίδια με το διαφανές, ευλογημένο υγρό δεν κροτάλιζαν στις τσέπες της κι εάν το ασημί εγχειρίδιο που κουβαλούσε μόνιμα επάνω της δεν τρυπούσε τον μηρό της κάθε τόσο.

Η Ντάνι βρισκόταν στο πλυσταριό, όπου υφασμάτινοι σωροί απ' όλων των ειδών της στολές του υπηρετικού προσωπικού περίμεναν να τακτοποιηθούν, ανάμεσα τους ξεχώριζαν στοίβες από τσαλακωμένα τραπεζομάντηλα και λευκά, γαριασμένα σεντόνια, όμοια με μικρά παγόβουνα που ξεφύτρωναν απ' το δάπεδο. Τα παρατημένα ρούχα βρισκόντουσαν σε όλα τα στάδια της μπουγάδας, κάποια μούλιαζαν μέσα σε βαρέλια γεμάτα με νερό, κάποια περίμεναν να πλυθούν και άλλα στέγνωναν κρεμασμένα σε σχοινιά ακριβώς απ' έξω.

Ματωμένη ΚοντέσαWhere stories live. Discover now