28. Αντίο

16.6K 955 47
                                    

Ο Αγγελόπουλος πηγαινοερχόταν στο γραφείο του και δεν σταματούσε να ωρύεται. Η Βανέσα είχε αρχίσει να ανησυχεί για τον πατέρα της μήπως πάθαινε τίποτα, καθώς βρισκόταν σε έξαλλη κατάσταση. Το χέρι του, στο οποίο κρατούσε ένα ποτήρι γεμάτο με ουίσκι, έτρεμε ακατάσχετα και φαινόταν πραγματικά πολύ ταραγμένος. Είχε μείνει πλέον με την Βανέσα και τον Μάικ, ο οποίος προσπαθούσε να τον ηρεμήσει μάταια.

<<Για αυτό δεν ήθελες τον Λουπείδη;>>ρώτησε ρητορικά και ήπιε μονοκοπανιά το ουίσκι του.<<Κάτω από την μύτη μου!>>μονολογούσε και πάλι χωρίς να μπορεί να το χωνέψει η ύπαρξή του. Δεν μπορούσε να φανταστεί τίποτα χειρότερο από ότι την κόρη του με έναν εγκληματία προδότη. Ένιωθε ότι τρελαινόταν.

<<Δεν διαλέγεις ποιον θα ερωτευτείς. >>μουρμούρισε η Βανέσα κοιτάζοντας τα γόνατά της και τον έκανε ακόμα πιο έξαλλο.
Κοπάνησε το ποτήρι του στο γραφείο με φόρα.

<<Μικρή δεν είναι η κατάλληλη στιγμή τώρα.>>την προειδοποιήσε ο Μάικ ο οποίος προσπαθούσε να κρατήσει χαμηλούς τους τόνους.
Όσο χαμηλοί μπορούσαν να διατηρηθούν τουλάχιστον. Ο φίλος του ήταν στα πρόθυρα καρδιακής προσβολής και η μικρή, προσπαθώντας να υπερασπιστεί τον εαυτό της έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα, επιβαρύνοντας την κατάσταση χωρίς να το αντιλαμβάνεται.

<<Εσύ ήξερες τίποτα; Πες μου!>>είπε ο Αγγελόπουλος και στράφηκε στον καρδιακό του φίλο, μα πριν προλάβει να απαντήσει πήρε τον λόγο η Βανέσα.

<<Δεν ήξερε μπαμπά.>>έσπευσε να απαντήσει.
Δεν ήθελε ούτε κατά διάνοια να αναμειχθεί ο Μάικ σε αυτό, ήδη η κατάσταση είχε ξεφύγει από τον έλεγχο. Αν ο πατέρας της μάθαινε ότι ο Μάικ τους είχε κάνει τσακωτούς μια φορά, ίσως να έπεφτε να πεθάνει, νιώθοντας προδομένος από όλες τις πλευρές. Εξάλλου ο Μάικ δεν είχε ιδέα ότι το ειδύλλιο συνεχιζόταν και ότι τα πράγματα είχαν ξεφύγει σε τέτοιο βαθμό.

<<Ο Δελής; Αυτός σίγουρα ήξερε, ήταν πολύ κοντά->>

<<Κανένας δεν ήξερε!>>φώναξε η Βανέσα, δεν έπρεπε να την πληρώσει ο Άρης τώρα.

<<Η ίδια μου η κόρη!>>μονολόγησε και άναψε αμέσως ένα τσιγάρο. Έκατσε στην καρέκλα του γραφείου του απελπισμένος. Δεν μπορούσε να το χωρέσει ο νους του, ήταν πάντοτε ο καλύτερος, δεν του ξέφευγε ποτέ τίποτα. Τον είχε ψάξει διεξοδικά τον καριόλη πριν τον προσλάβει, όπως έκανε με όλους και η αφοσίωση του φαινόταν τυφλή. Πως πιάστηκε ο ίδιος τόσο κορόιδο;
<<Θα τον σκοτώσω!>>μούγκρισε και πάλι.
Δεν υπήρχε περίπτωση να αλλάξει γνώμη πάνω σε αυτό. Αυτό το απόβρασμα θα πέθαινε από τα χέρια του ο κόσμος να χαλάσει. Και η μικρή κάποτε θα τον ευγνωμονούσε για αυτό.

Πιάσε με αν μπορείςWhere stories live. Discover now