54. «Μαμ, Κακά Και Νάνι...»

896 81 86
                                    

«Πέτρο, άνοιξε τη κωλόπορτα!» μουρμουράω μέσα στον ύπνο μου. Αλλάζει πλευρό και τότε μόνο καταλαβαίνω το απαλό ροχαλητό του.

Ο Πέτρος δεν κάνει σε καμία περίπτωση τόσο ήρεμο ύπνο. Με ξυπνάει το ροχαλητό του ακόμη και όταν μας χώριζε ένας διάδρομος.

Ανοίγω τα μάτια μου σιγά-σιγά μόνο και μόνο για να δω τη σκατόφατσα του Βασίλη.

Τα καστανοξανθα μαλλιά του πλαισιώνουν ατημέλητα το πρόσωπό του, τα φουσκωτά χείλη του μισανοιχτα, με ένα ελαφρύ ροχαλητό να δραπετευουν από μέσα τους.

Μοιάζει σχεδόν...ακίνδυνος.

«Σελήνη, ο Ερμής έχει ξυπνήσει άνετα όλη τη γειτονιά αλλά όχι εσένα!!» ακούω να φωνάζει έξω από τη πόρτα μου.

Ωχ, το ξέχασα τελείως!

Πετάγομαι όρθια και παλεύω με νύχια και με δόντια να βρω ένα ρούχο να πετάξω πάνω μου. Βρίσκω κάπου πεταμένο το φόρεμά μου από χθες και το ρίχνω πάνω μου, κοιτάζοντας τον εαυτό μου στον καθρέφτη.

Τα μαύρα μου τα χάλια έχω! Τα μαλλιά μου είναι μπερδεμένα και σε έξαλλη κατάσταση ενώ το στερνό μου είναι γεμάτο κόκκινα-μωβ σημάδια.

Φαίνεται ο Ρουσσάκης δεν θα ξεπεράσει ποτέ τη φάση του λυκειόπαιδου σε αυτό το κομμάτι, αλλά δεν παραπονιέμαι ιδιαίτερα.

Πιάνω τα μαλλιά μου σε έναν πρόχειρο κότσο με ένα λαστιχάκι και βαδίζω με γρήγορα βήματα προς την εξώπορτα, με το κινητό μου να χτυπάει ήδη.

«Είπαμε, υπναρού, αλλά όχι κι έτσι!» με πειράζει μόλις ανοίγω τη πόρτα, με το κινητό του στο χέρι «Ω!» αναφωνεί.

«Τι είναι;» στηρίζομαι στη πορτα, φέρνοντας μια τούφα πίσω από το αυτί μου. Ο Ερμής στο μεταξύ έχει ήδη πέσει πάνω του, γλείφοντάς τον.

«Ενοχλώ.» είναι περισσότερο συμπέρασμα, παρά ερώτηση.

«Όχι, δεν ενοχλείς.» τον βεβαιώνω.

Περίπου...

«Ποιον δουλεύεις ρε;» γελάει «Είσαι σαν να έχεις βγει από έκρηξη.»

«Δεν έπεσες κι έξω.» γελάω.

«Έλα μου;» λέει, σηκώνοντας το δεξί του φρύδι.

«Λέω, κοιμήθηκα πάλι ατσούμπαλα.»

«Σε ποιον τα πουλάς αυτά ρε μικρό;» με ξέρει τόσο καλά αυτός ο άνθρωπος «Αυτό δεν είναι το 'μόλις ξύπνησα'...στυλ σου.» λέει με σιγουριά.

What IfOnde histórias criam vida. Descubra agora