Μέρος 4ο

188 45 12
                                    

Γ: Έλα Αριάδνη πάμε. Άστον λίγο να σκεφτεί τι έκανε...

Τον κοιτάζω με μάτια δακρυσμένα. Δεν είχα καν τη δύναμη να μιλήσω. Ούτε καν να σηκωθώ...

Με πιάνει από το μπράτσο και βγήκαμε έξω.

Γ: Είσαι εντάξει; Με ρωτάει. Μόνο εκείνος ενδιαφέρεται για εμένα

Ε:Ναι μια χαρά ψέματα κιάλλα ψέματα

Ε: Απλά δεν καταλαβαίνω γιατί έχει τόσο απέχθεια απέναντι μου. Τι έχω κάνει πια;

Γ: Τίποτα, απλά περνάει δύσκολα. Άστον θα το ξεπεράσει...

Τον κοιτάζω και γνέφω καταφατικά σαν να έχω μια ελπίδα ότι όλα μπορεί να φτιάξουν. Γιατί στους δύσκολους καιρούς πρέπει να έχεις την ελπίδα μέσα σου να μην τα παρατάς!

Όταν φτάσαμε στο σχολείο αποχαιτηστήκαμε και πήγε ο καθένας στη τάξη του

Ν: Που είσαι ρε φιλενάδα; Με ρωτάει η Νικόλ (όπως τη φωνάζω) μόλις μπαίνω μέσα

Ε: Καλημέρα της λέω ψυχρά

Ν: Γιατί το μάγουλο σου είναι κόκκινο; Με ρωτάει ακουμπάω με το χέρι μου το πρόσωπο μου. Είναι;

Ε: Εεεε μάλλον από τον ύπνο. Δεν ξέρω...

Η Νικόλ σαν το πίστεψε απλά ανασήκωσε τους ώμους της και συνέχισε να προχωράει προς την τάξη.

Μπαίνουμε μέσα στη τάξη και καθόμαστε στα θρανία, εγώ σκεφτόμουν.

Ν: Τι σκέφτεσαι;

Ε: Κάτι έχω ξεχάσει...
Λέω ενώ προσπαθώ να θυμηθώ

Σ(τεφανος): Καλημέρα κορίτσια
Μας λέει εφόσον μόνο με εμάς κάνει παρέα.

Ν: Καλημέρα!

Σ:Τι έχει αυτή;

Ν: Λέει πως κάτι ξέχασε...

Ε: Όχι ρε γαμωτο!
Φωνάζω και τινάζομαι από την καρέκλα

Ν:Τι;

Ε: Ξέχασα το παιδί!

Ν: Έχεις παιδί; Τι; Πώς; Πότε; Με ποιον;

Ε: Όχι το δικό μου ρε ηλίθια. Την ξενάγηση! Πάω γρήγορα κάτω! Τόση ώρα θα περιμένει!

 Με ξέχασες...Where stories live. Discover now