𝓒𝓱𝓪𝓹𝓽𝓮𝓻 𝓽𝓱𝓲𝓻𝓽𝔂 𝓼𝓲𝔁

133 28 3
                                    

"Μαμά!" φωνάζω.
"Ναι, καρδούλα μου;" αποκρίνεται αυτή.
"Έλα λίγο" συνεχίζω και μπαίνει στο δωμάτιό μου.

Είναι πολύ γλυκιά. Φοράει ένα κατακόκκινο φόρεμα που πάει πολύ με τα καστανά μαλλιά της.

"Πού είναι ο μπαμπάς μου;" ρωτάω με γεμάτο απορία πρόσωπο. Ξαφνιάζεται υπερβολικά με την ερώτηση.

Όσο να πεις, δεν μιλάμε για αυτό το θέμα...

"Άντζι μου, σου έχω πει, δεν είναι μαζί μας λόγω κάποιων προβλημάτων που αντιμετωπίσαμε, αλλά μη σε απασχολεί εσένα αυτό. Πώς σου ήρθε να ρωτήσεις τώρα για τον πατέρα σου; Δεν έχουμε πει ότι δεν μιλάμε για αυτά πλέον;" ρωτάει κάπως πιο αυστηρά τώρα.
"Μαμά, είμαι δέκα. Θεωρώ ότι είμαι στην κατάλληλη ηλικία να μου μιλήσεις για αυτό το θέμα με ειλικρίνεια", προσπαθώ να την πείσω,"άλλωστε πατέρας μου είναι. Αν δεν αφορά εμένα τότε ποιον;" συνεχίζω και ξεφυσάει.
"Αγάπη μου, καταλαβαίνω ότι έχεις δίκιο, αλλά η αλήθεια μερικές φορές πονάει, ειδικά σε μικρή ηλικία. Άκου που σου λέω"
"Δεν αξίζω να ξέρω;" ρωτάω δραματικά.
"Δεν είπα αυτό και το ξέρεις", μου απαντάει χαϊδεύοντας τη μύτη μου και έπειτα μου δίνει ένα φιλί στο μέτωπο.

Πάει να βγει από το δωμάτιο με το χαμόγελο στα χείλη.
"Τουλάχιστον..." αρχίζω και γυρνάει απότομα.
"Τι;" ρωτάει ύστερα από λίγο ήρεμα.
"Τουλάχιστον, μου υπόσχεσαι ότι δεν θα με αφήσεις ποτέ εσύ" ζητάω, καθώς θέλω να την ακούσω να το λέει και να το πιστεύει. Σκάει ένα γελάκι.
"Περιττή η ερώτηση αλλά αφού θέλεις να ακούσεις την απάντηση... Στο υπόσχομαι"
"Σε τι μου το υπόσχεσαι;" ρωτάω για σιγουριά.
"Πού τα έμαθες εσύ αυτά;" με πειράζει. Γελάμε λίγο και σοβαρεύει, "και ας μη μου αρέσουν αυτά στην ίδια μου τη ζωή" συνεχίζει και γουρλώνω τα μάτια. Με κοιτάζει έντονα για λίγο και ύστερα φεύγει από το δωμάτιο. Σκληρό! πετάγεται το υποσυνείδητό μου.
"Δεν ξέρω" απαντάω δυνατά αυτή τη φορά.

••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••

Ξυπνάω μούσκεμα από τον ύπνο. Πότε  αποκοιμήθηκα; Πού είμαι; Τι κάνω εδώ; Και, τι... τι έγινε; Δεν νιώθω απολύτως τίποτα. Το μόνο όργανο που λειτουργεί αυτή τη στιγμή μέσα μου είναι η καρδιά μου για να με κρατάει στη ζωή. Το μυαλό μου έχει σταματήσει να σκέφτεται εδώ και ώρα. Νομίζω ότι αν το βάλω να σκεφτεί δεν θα μου βγει σε καλό. Δυστυχώς για μένα, αρχίζει να ξεθολώνει και να με επαναφέρει στην πραγματικότητα. Ποια πραγματικότητα; Τι στο καλό έγινε;

Σιωπή...

Σιωπή επικρατεί στο σκοτεινό δωμάτιο... Πού είμαι και γιατί δεν μπορώ να νιώσω τίποτα; Ούτε ένα συναίσθημα, τίποτα... Με το ζόρι γυρίζω το κεφάλι μου δεξιά και μπορώ να διακρίνω με θολά μάτια τον Άρη να με κοιτάζει. Με κοιτάζει έντονα και με λυπημένο ύφος.

Γιατί το κάνει αυτό; Τι θέλει να μου πει; Ανοίγω το στόμα μου αλλά δεν καταφέρνω να αρθρώσω ούτε μία φράση. Είναι αδύνατον!

Αρχίζω να βάζω τα γεγονότα σε μια σειρά και να θυμηθώ. Δεν νομίζω να θέλω και πάλι να το κάνω. Αλλά... γιατί; Γιατί να μη θέλω;

Δάκρυα...

Δάκρυα τρέχουν σαν ρυάκια στο  πρόσωπό μου και αρχίζει να δίνει εντολές ο εγκέφαλός μου. Εντολές και άλλες εντολές που με κάνουν να μπερδευτώ ακόμα περισσότερο.

Κρυώνω και τρέμω.

Είναι το πιο ανεξήγητο και δυσάρεστο συναίσθημα στον κόσμο. Να θέλεις να πεις στον εαυτό σου ότι δεν έχει συμβεί αυτό που στην πραγματικότητα είναι αναπόφευκτο.

Δεν ξέρω! Πραγματικά, δεν ξέρω τι να κάνω ή τι να σκεφτώ. Το καλύτερο θα είναι να μη σκεφτώ καν. Το μόνο που θέλω είναι να με καταπιεί αυτό το κενό που ήδη νιώθω μέσα μου.

"Άντζι", ακούω τη φωνή του Άρη σιγανά δίπλα μου.

Τον κοιτάω με δυσκολία και δεν παίρνω κουράγιο. Νόμιζα ότι έστω και να έβλεπα αυτό το πρόσωπο θα έφτιαχνε ακόμα και ελάχιστα η διάθεσή μου, αλλά ποιον κοροϊδεύω; Ούτε καν το υποσυνείδητό μου δεν έχει την όρεξη να μιλήσει ή να με κοροϊδέψει.

"Πώς είσαι;" ρωτάει

Εξαντλημένη. Κουρασμένη και στην ψυχή και στο μυαλό και στο σώμα. Πονάει το κεφάλι μου και πριν από λίγες ώρες έχασα το στήριγμα μου. Με αυτή τη σκέψη να διαπερνά το νου μου συνειδητοποιώ τα πάντα. Δυστυχώς, είναι όντως αλήθεια. Είναι η πραγματικότητα. Ελπίζω να μη σταθεί κάνεις και να με εμποδίσει να μην ξεπεράσω...

Νιώθω κάτι πάνω στο χέρι μου. Είναι το χέρι του Άρη. Τον ξεχνάω συνέχεια, ξεχνάω την παρουσία του και αυτό είναι άλλο ένα σημάδι στη δική μου παράνοια.

Δάκρυα και πάλι δάκρυα.

Τα μάτια μου είναι θολά. Δεν βλέπω τίποτα από την ποσότητα δακρύων που κουβαλάνε.

"Πες κάτι, σε παρακαλώ", τον ακούω να λέει. Και να ήθελα όμως είναι πια αδύνατο.

Το μυαλό μου δεν θα συνεργαστεί. Δεν έχω όρεξη για τίποτα. ΓΙΑ ΤΙΠΟΤΑ!

Κενό, μεγαλύτερο κενό. Και πάλι το ίδιο... Μαύρο κενό αυτή τη φορά. Κενό κι αναμνήσεις...

Don't leave me... (ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗ) Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt