Κεφάλαιο 56ο

1.2K 86 58
                                    

ΔΙΑΒΑΣΤΕ PLEASE: Θα ήθελα να ζητήσω μια τεράστια συγγνώμη σε όοοολους σας καθώς άργησα 2 μήνες μπορεί και παραπάνω. Λυπάμαι αλήθεια, απλά δεν είχα καθόλου έμπνευση, μετά δεν είχα υπολογιστή και μετά πάλι καθόλου έμπνευση, οπότε λυπάμαι και ζητώ συγγνώμη. Και συγγνώμη και για την επόμενη φορά που θα αργήσω. Και ευχαριστώ που δε με ξεχάσατε, που δε ξεχάσατε την ιστορία μου. Ευχαριστώ που είστε ακόμη εδώ. Πάντα θα το κάνω.

Και λυπάμαι για το άθλιο κεφάλαιο που ακολουθεί, καθώς όταν το διαβάσετε θα καταλάβετε ότι όντως είναι άθλιο και πώς όντως δεν υπήρχε έμπνευση. Μα τώρα υπάρχει, και νομίζω πως τα επόμενα κεφάλαι ίσως να είναι καλύτερα απο αυτό.

 Και λυπάμαι που αυτή η ιστορία δεν είναι μια ιστορία με Happy End.  xx:)

KEΦΑΛΑΙΟ...

Άκουσε ένα απαλό χτύπημα στη πόρτα που την ξάφνιασε. Την ξάφνιασε γιατί συνήθως μέσα σε αυτό το σπίτι κανείς δε χτυπούσε τη πόρτα, κανείς δε ζητούσε άδεια εάν έπρεπε να μπει στο δωμάτιο της ή όχι, απλά το έκανε, εισέβαλε μέσα στον ιδιοτικό της χώρο σα να μην υπήρχε. Γι' αυτό το λόγο, τη ξαφνιασέ και την ανησύχησε ταυτόχρονα.

“Ναι;” αποκρήθηκε και ανακάθησε στο κρεβάτι της.

“Ίζαμπελ; Μπορώ να μπω;” είπε η φωνή της μητέρας της. “Εννοώ...θέλεις...”

“Ναι, μαμά, πέρασε”

Είδε τη μορφή της μητέρας της να μπαίνει στο δωμάτιο της και να τη πλησιάζει, ένα αδύναμο χαμόγελο ήταν τοποθετημένο στο πρόσωπό της. Έκατσε απέναντί της στην άκρη του κρενατιού και άπλωσε το χέρι της να πιάσει το δικό της. “Πώς είσαι;” την ρώτησε και αντίχειράς της χάιδεψε το δέρμα της.

Χάδι. Είχε καιρό να νιώσει το δικό της χάδι και δεν ήξερε πως ένιωθε γι' αυτό αυτή τη στιγμή. Δεν ήξερε εάν ήθελε να το έχει. “Καλά” της απάντησε και πήρε το βλέμμα της από τα χέρια της για να συναντήσει το δικό της. “Είμαι μια χαρά”

“Και ο Zayn, πώς είναι;”

Στο άκουσμα του ονόματος του ένιωσε τη καρδιά της να χτυπά δυνατά. Ξεροκατάπιε και τράβηξε το χέρι της γρήγορα ώστε να αλλάξει σελίδα απο το βιβλίο που κρατούσε μπροστά της, τα μάτια της κοίταξαν τις σελίδες. “Μια χαρά”.

Τώρα που το σκεφτόταν ξανά, δεν την ήθελε εδώ, αλλά δε μπορούσε να της ζητήσει να φύγει και να την αφήσει μόνη. Εάν το έκανε, ίσως τα πράγματα να χειροτέρευαν. “Τι σε νοιάζει πως είναι;” ρώτησε ήρεμα.

Pull The TriggerWhere stories live. Discover now