Βρίσκομαι ξανά στην Σικάουα , μυρίζω την σαπίλα και την βρωμιά που έρχεται από την ξύλινη εξέδρα που είμαι γονατισμένη . Τα γόνατα μου πονάνε . Φοβάμαι . Η ιέρεια μιλάει . <<Να σε συγχωρέσει ο Οθάλα >> Και το σπαθί της κατεβαίνει με ορμή επάνω στα πανέμορφα φτερά μου . Όλος μου ο κόσμος καταρρέει . Πόνος πόνος πόνος . Και εγώ ουρλιάζω .<ΥΒΕΙΝ>>
Ανοίγω τα μάτια μου . Είμαι σκεπασμένη με ιδρώτα και δάκρυα τρέχουν στα μάγουλα μου . Τα χέρια μου τα αισθάνομαι κρύα και τρέμω . Τρέμω σαν το ψάρι . <<Υβέϊν ! >> Ξανακούω εκείνη την φωνή που με τράβηξε τον εφιάλτη μου . Κοιτάζω γύρω μου . Δεν βρίσκομαι στην Σικάουα αλλά στην Χούκα . Όχι στο παλιό , άψυχο ορφανοτροφείο , αλλά σε ξενώνα , και το κυριότερο δεν είμαι μόνη μου . Είμαι με τον Κεναζ . <<Καλά είμαι , ένας εφιάλτης ήταν μόνο >> Απαντώ και σηκώνομαι από το κρεβάτι . Εκείνος φαίνεται πως ξύπνησε από τα ουρλιαχτά μου , έχει ασπρίσει και τα μαλλιά του είναι ανακατωμένα . Τα φτερά του σφιχτά μαζεμένα στην πλάτη του . Φοβήθηκε για εμένα . Δεν μπορώ να θυμηθώ την τελευταία φορά που κάποιος φοβήθηκε για εμένα . Η Καΐρα υποθέτω . Με πλησίασε , και με τράβηξε κοντά στο σώμα του τυλίγοντας τα φτερά του γύρω μου σαν ένα κουκούλι . Με έκλεισε στην αγκαλιά του . Το άρωμα του με πλημμύρισε . Με γέμισε . Πέρασα προσεκτικά τα χέρια μου στην πλάτη του και τον αγκάλιασα και εγώ . Ω ποσό το χρειαζόμουν <<Αλήθεια καλά είμαι >> Είπα σχεδόν ψιθυριστά . Άραγε χρειαζόμουν απλά μια αγκαλιά η μια αγκαλιά από . . . εκείνον ; Χωριστήκαμε και με κοίταξε χαμογελώντας .<< Κάθισε να φας >> Μου έδειξε το τραπέζι που ήταν γεμάτο με διάφορες πίτες και φρούτα . Μμμ θα εκμεταλλευόμουν ένα καλό πρωινό .
****
Αφού τελειώσαμε κατέβηκα κάτω και πήγα τα άδεια πιάτα στην Ρίτα η οποία με καλημέρισε ευγενικά . Ύστερα επέστρεψα στο δωμάτιο . Ο Κεναζ είχε ντυθεί ήδη με τα δερμάτινα πολεμικά ρούχα και είχε περάσει όλων των ειδών μαχαίρια γύρω του . Εγώ ακόμη φορούσα τις πιτζάμες μου οι οποίες είχαν στεγνώσει πλέον από τον ιδρώτα που τις έλουσε χάρη στα καταπληκτικά όνειρα που βλέπω . <<Εμ θέλω να αλλάξω >> Είπα με ήρεμη φωνή δείχνοντας τις πιτζάμες μου .<<Άλλαξε τότε , τι σε εμποδίζει ;>> Ρώτησε και χαμογέλασε πονηρά . Μόνο ο Χούκα ξέρει τι με κράτησε από το να του ρίξω μια γροθιά στο πρόσωπο . <<Αλήθεια που βρίσκεις την όρεξη για αστειάκια όταν βρίσκεσαι σε ένα τόσο σημαντικό ταξίδι ; >> Ρώτησα αδιάφορα αλλά με κόφτη φωνή . Γέλασε και πήγε προς τη πόρτα . Πριν βγει με κοίταξε και είπε ·<<Το ίδιο σκεφτόσουν εχθές όταν με παρατηρούσες ενώ κοιμόμουν ;>> Ρώτησε με συρτή βελούδινη φωνή . Έκλεισε την πόρτα πίσω του και εγώ άρχισα να ξεντύνομαι βρίζοντας τον . Τα μάγουλα μου έκαιγαν από ντροπή . Αφού είχα φορέσει τα δερμάτινα πολεμικά ρούχα μου άνοιξα την πόρτα και τον είδα να περιμένει . Μπήκε μέσα και όταν πέρασε από δίπλα μου . Η μυρωδιά του μου έκλεψε μια ανάσα . Τι στο καλό ; Καθίσαμε στο τραπέζι . Ένιωθα άβολα , δεν ήθελα να τον κοιτάξω . Αλλά όταν μίλησε με έκανε να σηκώσω το κεφάλι μου και να συναντήσω το βλέμμα του . << Πριν φύγουμε έχουμε ακόμη ένα εμπόδιο >> Είπε και έδειξε το κεφάλι μου . Α ναι ! <<Δεν ξέρω τι να κάνω , εννοώ πως να σε αφήσω να διαβάσεις το μυαλό μου .>> Ένευσε θετικά . <<Το ξέρω , βήμα πρώτο βρες τον τοίχο στο μυαλό σου , νιώσε τον, ακουμπά τον . >> Εντάξει εύκολο . Συγκεντρώθηκα , πήρα τρεις βαθιές ανάσες , έψαξα μέσα μου , μέσα στις δυνάμεις μου , στις σκέψεις μου . . . Και νάτος . Το τοίχος στο μυαλό μου έστεκε φτιαγμένος από φωτιά , νερό , αέρα , γη . Έμεινα να τον θαυμάζω . Σταμάτησα να κοιτάζω το τοίχος και επέστρεψα την σκέψη μου στον Κεναζ που με κοίταζε υπομονετικά , αλλά κρατώντας μια σκέψη μου εκεί είπα << Εντάξει τώρα τι ; >> Ρώτησα . << Θα με νιώσεις να προσπαθώ να περάσω το τοίχος , αναγνώρισε με , κατάλαβε πάω είμαι εγώ , και άφησε με να το περάσω >> Είπε και ήρεμη βαθιά φωνή . Έκλεισα τα μάτια μου και βρέθηκα ξανά μπροστά σε εκείνο το τοίχος . Ένα βελούδινο άγγιγμα πέρασε από τον λαιμό μου . Και τότε κατάλαβα πώς εγώ είμαι το τοίχος . Ένιωσα κάποιον να σπρώχνει ελαφρά , να θέλει να μπει . Το άγγιγμα έμοιαζε ξένο μέχρι που μια απίστευτη μυρωδιά με κατέκλυσε . Άγρια λουλούδια και άνοιξη , και φωτιά και κάρβουνο , βροχή , ουρανός . . . ήξερα πως ήταν αυτός . Ηρέμησα το σώμα μου , και σαν να βρήκα ένα μικρό παράθυρο , το άνοιξα και είδα ένα τοίχος από άγρια λουλούδια , ατσάλι , και αστραπές και καταιγίδες . Άραγε έτσι ένιωθε ; Μια μέρα θα τον ρωτούσα . Κάτι μέσα μου ήθελε να τον ρωτήσω . Επέστρεψα την κανονικότητα , και συνάντησα τον Κενάζ να με κοιτάζει αλλά ήξερα πως και εκείνος έβλεπε το δικό μου τοίχος , ήξερα πως τώρα μπορεί να έβλεπε όλες μου τις αναμνήσεις , αλλά ένιωθα πως δεν το είχε κάνει .
Μμμ επιτέλους μπορώ να διαβάζω ξανά τις σκέψεις σου . . . Η φωνή του ήχησε στο μυαλό μου .
Μπορώ να σε μπλοκάρω ξέρεις . Του απάντησα εκνευρισμένη .
Άντε λοιπόν . Έπαιξε μαζί μου , με προκάλεσε . Ωραία λοιπόν ! Αυτό το παιχνίδι μπορούν να το παίξουν δυο . Έγινα πάλι το τοίχος μου και όταν είδα το δικό να έχει ελεύθερη πρόσβαση σε εμένα , κατάλαβα πως και εγώ έχω ελεύθερη πρόσβαση σε εκείνον . Όρμησα στο τοίχος του , αλλά δεν κατάφερα να το περάσω .
Σου είπα να με μπλοκάρεις όχι να προσπαθήσεις να περάσεις το τοίχος μου . . . Υβέϊν .Ο τρόπος που είπε ο όνομα μου , με έκανε να ριγήσω .
Μου αρέσει που σε επηρεάζω έτσι , γλυκιά μου Υβέϊν .
Κάθαρμα ! Του φώναξα και με αυτό έκλεισα ότι παράθυρο είχα ανοιχτό και του επέτρεπε να έχει ελεύθερη πρόσβαση σε εμένα και τις σκέψεις μου . Τον άκουσα να γελάει . <<Τώρα τι ; >> Είπα μόνο και μόνο για να βγάλω εκείνο το πονηρό χαμόγελο από τα χείλη του . Σηκώθηκε όρθιος , με σοβαρό ύφος πλέον . Πήγε προς την πόρτα και εγώ τον ακολούθησα , αφού άρπαξα το γούνινο παλτό μου και το μικρό σπαθί που μου είχε πάρει δώρο και το πέρασα γύρω από την ζώνη μου , βγήκαμε έξω από το δωμάτιο. Χαιρετίσαμε την Κ. Ρίτα η οποία έπινε ένα ζέστη τσάι , βγήκαμε στον δρόμο και ήρθαμε σε επαφή με το τσουχτερό κρύο έξω από τον ξενώνα . <<Τώρα θα βρούμε τον τρίτο δράκο >> Μου απάντησα επιτέλους στην ερώτηση που το έκανα . Θα ορκιζόμουνα πως ο κόστος τόνος στην φωνή του με έκανε να τον κοιτάξω επίμονα .
BẠN ĐANG ĐỌC
𝒦𝐸𝒩𝒜𝒵
Siêu nhiênΗ Υβέϊν πίστευε πως θα ζούσε δυστυχισμένη σε μια από τις τέσσερις περιοχές του Βασίλειου για πάντα . Αλλά . . . Η μοίρα τις είχε αλλά σχέδια , μάλλον όχι μοίρα αλλά Κενάζ . Η Υβέϊν καλείτε με την βοήθεια των φίλων της να σπάσει μια κατάρα . Θα τα κα...