•𝓒𝓱𝓪𝓹𝓽𝓮𝓻 32•

37 5 2
                                    

Το νερό κατάπιε όλο μου το σώμα

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

Το νερό κατάπιε όλο μου το σώμα . Δεν έβλεπα τίποτα , σκοτάδι υπήρχε παντού γύρω μου . ΚΕΝΑΖ Φώναξα το όνομα του μέσα από τον δεσμό μας . Οξυγόνο . Χρειαζόμουν οξυγόνο , αλλά δεν μπορώ να προσδιορίσω το επάνω με το κάτω . Είναι τόσο σκοτεινά . Ξαφνικά ένα γαλάζιο φως με πλησιάζει . Όταν φτάνει αρκετά κοντά , παγώνω . Ψέμα . Πρέπει να είναι ένα ψέμα . Μαμά .
<<Πίστευα πως θα άλλαζες , πως θα απαρνιόσουν εκείνη την άχρηστη πλευρά σου . Ακόμα και μετά που πέθανα , εξαιτίας σου δεν μπορώ να βρω γαλήνη . Αχάριστο πλάσμα . >> Φτύνει τα λόγια της . Είναι νεκρή μπορεί να μιλάει κάτω από το νερό . Δεν αποτελείτε από ύλη , αλλά από αυτό το γαλάζιο  φως . Τα μεγάλα μάτια της νιώθω πως κοιτάζουν μέσα από την ψυχή μου . <<Ω πάρε ανάσα και μιλά , άχρηστη κόρη >> Πετάει με νεύρο και εγώ γεμίζω τα πνευμονία μου με οξυγόνο . <<Μην . Με .αποκαλείς . Κόρη . Σου >> Την λέω και κολυμπάω πιο κοντά της . <<Είμαι η μητέρα σου ! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι ! >> Μου λέει απότομα . Την μισώ με όλο μου το είναι . Όλη μου η ψυχή την απαρνιέται . Όταν την κοιτάζω βλέπω μόνο το σαρδόνιο χαμόγελο στα χείλη της , όταν μου έκοβαν τα πολύτιμα φτερά μου . <<Η κόρη σου πέθανε , την ημέρα που τους άφησες να με κατακρεουργήσουν ! Είναι νεκρή . Και εσύ δεν αξίζεις να λέγεσαι μητέρα >> Την αντιμιλώ . Νιώθω ένα βάρος να φεύγει από πάνω μου . Τόσα χρόνια ήθελα να της πω αυτά τα λόγια . <<Εντάξει τότε , Υβέϊν . Όπως θες . >> Μου λέει η φωνή της βροντερή όπως πάντα . Τότε όμως με πλησιάζει , βάζει το στόμα της κοντά στο αυτί μου . Με βρίσκω αδύνατη να κινηθώ . <<Πριν πεθάνω ,σιγουρεύτηκα να πάρω και τον αγαπημένο σου πατέρα μαζί μου >> Ψιθυρίζει και εξαφανίζεται στα κατάμαυρα μαγεμένα νερά του ποταμού . Νιώθω ένα πόνο στο στήθος μου , λέξεις δεν μπορούν αν τον περιγράψουν τότε ,ουρλιάζω . Ψέμα , αχ και να ήταν όλο αυτό ένα ψέμα . Ήθελα να τον δω , μια ακόμη φορά να δω το όμορφο πρόσωπο του . Να ακούσω την γαλήνια φωνή του .Κι όμως τώρα δεν μπορώ . Δεν μπορώ να σταματήσω να ουρλιάζω . Τραβάω τα μαλλιά μου σαν τρελή , προσεύχομαι σε κάποιο θεό να μου τον φέρει πίσω . <<Μην κλαις γλυκιά μου κόρη >> Μια βαριά φωνή ακούγεται , και ο χρόνος σταματά . <<Μπαμπά >> Ψιθυρίζω μέσα από τους λυγμούς μου , και χάνομαι στην ζέστη αγκαλιά του . Είναι σαν να πέρασα ένα εφιάλτη , και τώρα να ζω το ποιο όμορφο όνειρο . Νιώθω τα χέρια του γύρω μου και αισθάνομαι πως λιποθυμήσω από την ευτυχία μου . Αλλά αυτή η χαρά γρήγορα εξαφανίζετε όταν συνειδητοποιώ πως για να είναι εδώ σημάνει πως είναι , νεκρός . <<Συγνώμη >> Καταφέρνω να πω και ξεχνάω τον λόγο για τον οποίο βρίσκομαι εδώ . Απομακρύνεται και με κοιτάζει μέσα στα μάτια . <<Κόρη μου , γιατί ζητάς συγνώμη ;>> Η μελωδική φωνή του δεν αφήνει τα δάκρυα μου να σιωπήσουν . <<Που δεν ήμουν εκεί για να σε σώσω >> Του λέω και κοιτάζω τα χέρια μου . <<Κι όμως , με έσωσες . Χάρη σε εσένα είχα ελπίδα , ακόμα και στην τελευταία μου ανάσα . Μόνο και μόνο στην σκέψη μου για εσένα μου πρόσφερες γαλήνη . Μην ζητάς συγνώμη όταν εγώ θα έπρεπε να είμαι αυτός για να το κάνει .>> Ξεσπώ ξανά σε λυγμούς . <<Πως ;>> Τον ρωτάω αυτό που με τρώει να μάθω εδώ και ώρα . Πως ; Πως πέθανε . Άμα πόνεσε πολύ άμα βασανιστικέ . Ήθελα να ξέρω . . Ξεφύσα . << Όταν έμαθα πως μυστηριωδώς εξαφανίστηκες από την Σικάουα , σκέφτηκα πως η μητέρα σου μπορεί να σε σκότωσε . Έτσι πήγα εκεί , της ζήτησα εξηγήσεις την πίεσα να μου πει και κάποια στιγμή μου επιτέθηκε . Εγώ όμως δεν μπορούσα να βλάχων την μητέρα του παιδιού μου . Την άφησα να με σκοτώσει , συγνώμη . >> Μυστηριωδώς . Σωστά , είμαι σίγουρη πως ο Κενάζ έκανε τους πάντες να ξεχάσουν πως ήρθε εκεί . <<Είμαι καλά μπαμπά, στο υπόσχομαι . Μην ζητάς συγνώμη . Σαγαπώ με όλη μου την καρδιά , ποτέ μου —ποτέ μου δεν έπαψα να σε σκέφτομαι . >> Του λέω και με ξανά αγκαλιάζει . <<Και εγώ Σαγαπώ γενναίε μου δράκε >> Μου λέει περήφανα . <<Έχω κάτι να σου δώσω >> Μου λέει και απομακρύνεται . Τον κοιτάζω με απορία . Έχοντας ξεχάσει παντελώς τον λόγο που βρίσκομαι εδώ . Όταν όμως εμφανίζει ένα μαύρο βιβλίο με ένα κρανίο σκαλισμένο το παχύ , σαπισμένο , εξώφυλλο του γνωρίζω πολύ καλά τι είναι . Μπροστά μου βρίσκεται το βιβλίο των σκιών . Τότε μου ήρθε , σαν το νερό που χτυπάει τον βράχο . Εκεί όπου οι χαμένες ψυχές περιμένουν . Ο μπαμπάς μου με περίμενε να τον βρω , να μάθω , για να μην ελπίζω άδικα . Με περίμενε να με βοηθήσει ακόμα και μετά τον θάνατο του . Ακουμπάει το βιβλίο στα χέρια μου . <<Πιστεύω πως έψαχνες έτσι το πήρα για εσένα . Μόνο μια ψυχή μπορεί να παραδώσει μια σκιά . >> Μου λέει , εξηγώντας μου πως μόνο ένας νεκρός μέσα στον Οθάλα θα μπορούσε να βρει το βιβλίο . <<Πήγαινε τώρα στο ταίρι σου και ζήσε κόρη μου ζήσε γιατί σου αξίζει >> Και μα αυτό ξαφνικά βρίσκομαι έξω από το νερό να βήχω σαν τρελή . Βλέπω τον Κενάζ να τρέχει προς το μέρος μου . Σηκώνομαι , με πόδια αδύναμα καρδιά πληγωμένη . <<Που διάολο ήσουν ;!  Έχουμε βγει εδώ και δυο ώρες .! Νόμιζα πως —>> Μου φωνάζει και τον διακόπτω δείχνοντας του το βιβλίο . << Μα πως ;>> Ρωτάει η Μίστ . <<Δεν έβλεπες τίποτα εκεί μέσα με τα βίας βγήκα προς τα έξω>>Συνεχίζει . Πέφτω στα γόνατα , <<Υβέϊν!!>>  ο Κεναζ και ο Θαριον με κρατάνε από τα χέρια να είμαι σταθερή . <<Είχα λίγη βοηθεια >> Κοιτάζω πίσω μου στην λίμνη και δάκρυα απειλούν να πέσουν . Η κούραση με κατακλύζει , αρχίζω να τρέμω , τα μάτια μου είναι πολύ βαριά έτσι τα κλείνω και χάνω τις αισθήσεις μου .

Πείτε μου γνώμη για την μαμά και τον μπαμπά την Υβέϊν . Πως σαν φάνηκαν οι χαρακτήρες ;

Συγνώμη που ανεβάζω αργά κεφαλαία αλλά είναι βιβλίο φαντασίας και αυτό το καθιστά δύσκολο . Κάνω ότι μπορώ για να μην σας αφήνω σε αναμονή . 🥰🥰🌟

𝒦𝐸𝒩𝒜𝒵Where stories live. Discover now