Η Υβέϊν πίστευε πως θα ζούσε δυστυχισμένη σε μια από τις τέσσερις περιοχές του Βασίλειου για πάντα . Αλλά . . . Η μοίρα τις είχε αλλά σχέδια , μάλλον όχι μοίρα αλλά Κενάζ . Η Υβέϊν καλείτε με την βοήθεια των φίλων της να σπάσει μια κατάρα . Θα τα κα...
¡Ay! Esta imagen no sigue nuestras pautas de contenido. Para continuar la publicación, intente quitarla o subir otra.
Κοιτάζω τα λουλούδια γύρω μου και δεν τα χορταίνω . Είναι πανέμορφα στην Λαχίνα . Έχουμε ξεκινήσει εδώ και μισή ώρα τον δρόμο μας για την λίμνη . <<Σοβαρά τώρα ; Θα την αρπάξουμε χωρίς την θέληση της ;>> Η Αζούρα γκρινιάζει . Από την αρχή δεν συμφωνούσε με το σχέδιο μας να την πάρουμε χωρίς την θέληση της . <<Δεν έχουμε άλλη επιλογή >> Της απαντά ο Κεναζ με βαριά φωνή και εκείνη ξεφυσάει αγανακτισμένη . Πλησιάζω τον Κεναζ και ενώνω τα χέρια μας . <<Είσαι καλά ;>> Τον ρωτάω αν και νιώθω την κούραση του μέσα από τον δεσμό . Ξέρω πως ο εντοπισμός της είναι δύσκολος . <<Θα είμαι εντάξει αφού την βρούμε >> Μου απαντάει και σφίγγει το χέρι μου . Δεν θέλει να δείχνει αδύναμος , την στιγμή που όλοι στηρίζονται επάνω του . <<Εμ θα θέλετε να το δείτε αυτό . . . >> Ακούω τον Θαριον να λέει και πηγαίνω κοντά του . Ένα χαμόγελο εξαπλώνετε στα χείλη μου την στιγμή που αντικρίζω την λίμνη Γκέμπο . Την λίμνη του ταιριάσματος . Ο Κεναζ μου δίνει ένα φιλί στο μάγουλο και γυρνάω να τον κοιτάξω . Χαμογελάει και εκείνος , πονηρά . Αλλά μετά το βλέμμα του σκοτεινιάζει . <<Την βρήκα >> Λέει απότομα μας δείχνει τη κατεύθυνση και με οδηγό εκείνον όλοι μας τον ακολουθούμε . Η καρδιά μου χτυπάει ασταμάτητα σαν τρελή όταν φτάνουμε επιτέλους μπροστά από ένα σπίτι . Είναι μόλις είκοσι μέτρα μακρυά από την όχθη . Είναι μια μικρή ξύλινη καλύβα . <<Γιατί δεν αφήνουμε την Υβέϊν να τις μιλήσει πρώτα ;>> Ρωτάει η Αζούρα αρνούμενη στο να την πάρουμε χωρίς την θέληση της. Βάζει μια τούφα από τα μαλλιά της πίσω από το μυτερό αυτί της .<<Συμφωνώ , μπορεί να αλλάξει γνώμη .>>Λέω θέλοντας να δώσω μια ευκαιρία στην Μίστ . Θα τις δείξω πως δεν είμαστε αυτό το τέρας που αυτή πιστεύει πως είμαστε . <<Εντάξει , αλλά εάν γίνει το οτιδήποτε κάλεσε μας αμέσως !>> Μου λέει έντονα ο Κεναζ και ανησυχία να καλύπτει τα μάτια του . <<Θα είμαστε έξω , θα έρθουμε γρήγορα εαν συμβεί κάτι >> Με καθησυχάζει ο Θάριον . Ενευσα θετικά . Αλλά πριν φύγω . . . <<Άλλαξε με . >> Λέω στον Θαριον και με κοιτάζει με αμφιβολία . <<Δεν νομίζω πως είναι καλή ιδέα , μισεί τους Χούκα .>> Μου λέει ο Κεναζ και με πλησιάζει . <<Θέλω να είμαι ειλικρινής μαζί της , θέλω να της δείξω πως άσχετα που είμαι δράκος αυτό δεν με καθορίζει στον χαρακτήρα μου . Δεν είμαστε όλοι ίδιοι .>> Τους εξηγώ την θεωρία μου . Χωρίς δεύτερη κουβέντα ο Θαριον πιάνει το χέρι μου και φως τυλίγει το σώμα μου . Πρώτα εξαφανίζονται τα μυτερά αυτιά μου . Μετά νιώθω το σώμα μου να γυρίζει στο κανονικό είναι σαν να μυρμήγκια να περπατούν σε όλο σου το σώμα Το φως εξαφανίζεται αφήνοντας με και αρχική μου εμφάνιση . <<Καλύτερα τώρα >> Είπα και κοίταξα το σώμα μου , χωρίς να πω τίποτα άλλο ξεκίνησα τον περίπατο για το σπίτι της . Ανέβηκα την βεράντα και χτύπησα δυο φορές την ξύλινη πόρτα . Άκουσα βήματα να πλησιάζουν και ίσιωσα την πλάτη μου τότε η πόρτα άνοιξε . Η Μίστ φορούσε ένα ροζ λιτό φόρεμα , τα μαλλιά της λυτά . Κοιτάζω αυθόρμητα πίσω από την πλάτη της αναζητώντας τα φτερά της . Δεν υπάρχουν . Μπορεί να γεννήθηκε χωρίς αυτά . Είναι μισή ξωτικό , μπορεί να μην κληρονόμησε τα φτερά . <<Τι δουλειά έχεις εδώ ; ! Νόμιζα πως σας είπα να φύγετε .! >> Μου πετάει και με κοιτάζει , βλέμμα γεμάτο φωτιά . Ναι , είναι σίγουρα δράκος . <<Μίστ ήθελα απλά να σου μιλήσω >> Της απαντώ φωνή ήρεμη , σταθερή . Αλλά μέσα μου έχω άγχος . Θέλω να έρθει μαζί μας με την θέληση της . <<Δεν ενδιαφέρομαι , τώρα πάρε τους φίλους σου και δρόμο από την περιοχή μου ! >> Φωνάζει και πάει να κλήσεις στην πόρτα . Βάζω το πόδι μου και την σταματώ . <<Νομίζεις πως είσαι η μόνη που υπέφερε ;! Ήμουν εσύ , μισή μάγισσα . >> Την λέω την αλήθεια και ανοίγει την πόρτα κοιτάζοντας με , με απορία . <<Λες ψέματα . Το λες μόνο και μόνο για να σε αφήσω να μπεις στο σπίτι μου , και να κανείς ποιος ξέρει τι . Εμφανίζεσαι στην πόρτα μου , μοιάζοντας σαν εκείνα τα άθλια πλάσματα , και μου λες και ψέματα >> Σχεδόν φτύνει τα λόγια της . Το αίμα μου βράζει , όταν ακούω την προσβολή της για τους Χούκα . Αλλά το προσπερνώ , δεν έχω χρόνο για τσακωμούς . Ίσως να μην ήταν η καλύτερη ιδέα να αλλάξω την εμφάνιση μου τελικά <<Μακάρι να έλεγα ψέματα , μακάρι όσα έζησα να ήταν ένα ψέμα >> Της λέω και νιώθω τον πόνο μέσα μου . Όντως μακάρι να ήταν ένα ψέμα . Η φωνή μου έτοιμη να σπάσει . Με κοιτάζει σαν να κατάλαβε πως λέω την αλήθεια . <<Εντάξει θα μιλήσω μαζί σου , αλλά εδώ έξω . >> Μου λέει και δείχνει τα σκαλιά στην βεράντα . Κάθομαι στο πρώτο σκαλί και εκείνη πέρνει θέση δίπλα μου . Τώρα το δίλλημα είναι . Της λέω την αλήθεια για το τι την χρειαζόμαστε ; Η της λέω ψέματα απλά για να έρθει μαζί μας και μετά βλέπουμε ; Να είσαι πάντα ειλικρινής . Η φωνή του πατέρα μου σαν συμβουλή ηχεί στο μυαλό μου . <<Ήμουν έτοιμη να αρχίσω να σου αραδιάζω ένα σορό ψέματα . Αλλά μετά θυμήθηκα αυτό που είχε πει ο πατέρας μου , ο οποίος ήταν Χούκα . Μια φορά τον είχα δει , οι μάγισσες δεν του επέτρεψαν να με δει περισσότερο . Μου είχε πει να είμαι πάντα ειλικρινής >> Με κοιτάζει με βλέμμα κενό σαν να μου λέει να συνεχίσω . << Γιατί τους μισείς ; >> Ρωτάω αλλά ξέρω το γιατί . << Είναι μεγάλη ιστορία . Με λίγα λόγια όταν άφησαν την μητέρα μου που ήταν Χούκα >> Λέει ειρωνικά την λέξη Χούκα σαν να την σιχαίνεται . << Ήθελε να μοιάζω με εκείνη , προσπάθησε να κόψει τα αυτιά μου . Τα κατάφερε στο ένα τουλάχιστον >> Λέει και κάνει άκρη τα μαλλιά της . Το αυτί της δεν είναι μυτερό . Ένα απαίσιο σημάδι βρίσκετε στην κορυφή του . Νιώθω να ανακατεύομαι . Τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα , που απειλούν να πέσουν . <<Ο πατέρας μου ήρθε και με πρόλαβε πριν με καταστρέψει εκείνη ολοκληρωτικά . Την σκότωσε για αυτό που μου έκανε . Όμως οι Χούκα που λες ότι είναι καλοί , καταδίκασαν τον πατέρα μου σε θάνατο . Εκείνος όμως με έσωσε ξέρεις . >> Λέει και τα μάτια της είναι γεμάτα δάκρυα . Μετά όμως γελάει πίκρα . <<Λυπάμαι , Μίστ . Μοιάζουμε ξέρεις . >> Της λέω και με κοιτάζει με απορία . Τα δάκρυα της εξαφανισμένα . <<Οι ιερείς στη Σικάουα , για να με καθαρίσουν από την ντροπή ε-εκόψαν τα φτερά μου . Ήμουν τόσο μικρή . Θυμάμαι την μαμά μου να χαμογελάει καθώς εγώ ούρλιαζα >> Τις λέω , κουβέντες που δεν έχω εμπιστευτεί σε λίγους , ένας από αυτούς το ταίρι μου . <<Λυπάμαι , δεν ήξερα >> Λέει και βλέπω ένα δάκρυ να τρέχει στο μάγουλο της . <<Μίστ , μισώ τις μάγισσες όσο μισείς εσυ τους Χούκα . Αλλά το κομμάτι μου εκείνο το αγαπούσα , έλεγα στον εαυτό μου πως δεν θα είμαι σαν εκείνες . Θα είμαι η μάγισσα που όλοι θα θαυμάζουν .>> Της λέω και νιώθω δάκρυα να τρέχουν . Πρώτη φορά , μου λείπει εκείνη μου η πλευρά . Πρώτη φορά , θέλω να είμαι μάγισσα ξανά . Ξαφνικά το πρόσωπο της σκοτεινιάζει . <<Αγαπούσες . . . , δεν είσαι μάγισσα πλέον ; >> Λέει και σηκώνετε όρθια . Θυμός καλύπτει τα χαρακτηριστικά της . << Μίστ εγώ , θα σου εξηγήσω >> Δεν μπορώ να της πω πως μετά την Σκνΐμ θα χάσει την πλευρά που τόσο πολύ αγαπάει . Θα με μισήσει . Δεν μπορώ . Είπα πως θα είμαι ειλικρινής , δεν γίνετε . <<Τι έγινε Υβέϊν ; Κατάπιες την γλώσσα σου ; Εγώ , εγώ σου εμπιστευτικά αυτά τα πράγματα . Και εσυ συνεχίζεις να μου λες ψέματα ! >> Ξαφνικά με αρπάζει από το κολάρο της δερμάτινης μπλούζα μου και πετάει μακρυά από την βεράντα , στο μαλακό γρασίδι μπροστά από το σπίτι της . Υβέϊν ! Ακούω τον Κεναζ να φωνάζει μέσα από τον δεσμό . Περίμενε ! Όχι ακόμα . Του απαντώ και νιώθω τον θυμό του . Θέλει να την σκοτώσει μόνο που με πλήγωσε . Θέλω να δω τον δράκο μέσα της , θέλω να της δείξω τι είναι . Ποια είναι . << Σας μισώ , είστε ψεύτες ! Σκληροί και σας νοιάζει μόνο το είδος σας !!>> Λέει και κατεβαίνει τα σκαλιά απειλητικά , πλησιάζοντας με . Ξαφνικά τρέχει γρήγορα , πολύ γρήγορα και στέκεται μπροστά μου . Η δύναμη και η γρηγοράδα είναι χαρακτηριστικά των ξωτικών . Σηκώνομαι όρθια και κάνω ένα βήμα πίσω . <<Γιατί ;! Γιατί ήρθατε εδώ από την αρχή ;! Ε ; . Να σου πω κάτι δεν με νοιάζει . Δεν θα σας βοηθούσα ποτέ έτσι και αλλιώς >> Λέει και νιώθω ένα βάρος στο στήθος μου . Τόσο μίσος , τόσος πόνος σε ένα σώμα . Κάτι λείπει από το παζλ . Κάτι που δεν ξέρουμε . Κάτι που δεν είδε ο Κεναζ . <<Είμαι μόνη μου ! Δεν έχω τίποτα και κανένα .! Μου τα πήραν όλα , ΟΛΑ . >> Λέει και δάκρυα αρχίζουν τα τρέχουν στα μάτια της . <<Μίστ ηρέμησε θα σου εξηγήσω , παρεξήγησες εγώ —>> Της λέω αλλά δεν δείχνει να με ακούει , μοιάζει χαμένη στις σκέψεις της . <<Εγώ , εγώ τα έκοψα , αλλά δεν άλλαξε τίποτα , το ένιωθα ακόμα μέσα μου . ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΝΙΩΘΩ ΑΚΟΜΑ ΜΕΣΑ ΜΟΥ ;! >> Νιώθω την καρδιά μου να σπάει σε χίλια κομμάτια . Αυτό ήταν . Έκοψε τα ίδια της τα φτερά για να μην μας μοιάζει . Δράκο όμως δεν σε κάνουν τα φτερά αλλά η ψυχή . <<Μίστ , κοιτά με .>> Της λέω και με κοιτάζει . Πονάω και εγώ μαζί της . Τα μάτια της κόκκινα από το κλάμα . << Σου λείπουν έτσι δεν είναι ; Σου λείπει να πετάς στον ορίζοντα , ο καθαρός αέρας . Σου λείπει να είσαι δράκος >> της λέω γιατί ξέρω . Ξέρω πως είναι να σου περνούν ένα κομμάτι σου . Ξέρω πως είναι ξαφνικά να μην μπορείς να πετάς . Πέφτει στα γόνατα της . Τρέχω αμέσως και γονατίζω μπροστά της . <<Μου λείπει τόσο πολύ >> Λέει και της ξέφευγε ένας λυγμός . <<Δεν τον πείραζε , που είχα φτερά . Έλεγε πάντα ποσό όμορφα είναι , ποσό λαμπερή είμαι όταν πετάω .>> Λέει και ξέρω πως μιλάει για τον πατέρα της . <<Ήθελα εκείνης την μια φορά που την είδα να με αγαπήσει για αυτό που είμαι >> Μιλάει τώρα για την μητέρα της . Μου θυμίζει τόσο πολύ την δικιά μου . Ανοίγω τα φτερά μου , εκείνη υψώνει απότομα το βλέμμα της . Τα μάτια της θαυμάζουν τα φτερά μου . <<Νόμιζα πως στα έκοψαν .>> Λέει και απλώνει το χέρι της για να τα ακουμπήσει .<< Το έκαναν , αλλά τα πήρα πίσω , δράκοι με βοήθησαν >> Της εξηγώ και βλέπω ένα χαμόγελο στα χείλη της << Τι θέλεις από εμένα ;>> Με ρωτάει και σηκώνετε όρθια << Έλα μαζί μου και θα τα μάθεις όλα , στο υπόσχομαι δεν θα σου πω ποτέ ψέματα . Η απόφαση στο τέλος θα είναι όλη δίκη σου . Αλλά έλα μαζί μου >> Λέω καθώς σηκώνομαι και εγώ . <<Το υπόσχεσαι ;>> Με ρωτάει και με κοιτάζει στα μάτια . <<Ναι >> λέω και απλώνω το χέρι μου , εκείνη σηκώνει το χέρι της και το βάζει επάνω στο δικό μου . <<Εντάξει τότε θα έρθω . . . >> Μου λέει και συνειδητοποιώ πως δεν ξέρει το όνομα μου <<Υβειν , με λένε Υβειν >> <<Υβέϊν >> Λέει το όνομα μου και χαμογελώ . Καλή δουλειά , ταίρι μου . Ίσως σε βραβεύσω το βράδυ Λέει ο Κεναζ σέρνοντας την φωνή του . Αδίστακτο καθίκι . Λέω και γελάει . Τα κατάφερα . Ο τέταρτος δράκος είναι πλέον με το μέρος μας . Οι ιεροί δράκοι θα μας δείξουν τον δρόμο τώρα . Είμαι έτοιμη για όλα , αρκεί να έχω το ταίρι μου δίπλα μου .