•𝓒𝓱𝓪𝓹𝓽𝓮𝓻 19•

47 8 2
                                    

Ένιωσα τα μάτια μου να βαραίνουν , καθώς εκείνος με κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του κάτω από τον ζεστό ήλιο

¡Ay! Esta imagen no sigue nuestras pautas de contenido. Para continuar la publicación, intente quitarla o subir otra.

Ένιωσα τα μάτια μου να βαραίνουν , καθώς εκείνος με κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του κάτω από τον ζεστό ήλιο . <<Έλα θα σε πάω μέσα >>Είπε και σηκώθηκε , κρατώντας με στα χέρια του σαν μωρό . Έχωσα το πρόσωπο μου στον αυχένα του . Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του , και εισέπνευσα το ποιο γλυκό άρωμα , το δικό του . Κατάλαβα πως είμασταν πλέον μέσα στο παλάτι , γιατί ξαφνικά σκιά σκέπασε το πρόσωπο μου . Ένιωσα το απαλό σεντόνι κάτω από το σώμα μου . Άνοιξα τα μάτια μου , τον είδα να με σκεπάζει με μια λεπτή μαύρη κουβέρτα. Με έφερε στο δωμάτιο του . Έσκυψε και φίλησε απαλά το κεφάλι μου . Την επόμενη στιγμή είχε εξαφανιστεί . Έκλεισα τα μάτια μου και άφησα τον ύπνο να με παρασύρει .

Άνοιξα τα μάτια μου . Πόση ώρα κοιμόμουν ; Σηκώθηκα και πήγα στο παράθυρο . Τράβηξα την κουρτίνα και είδα πως ευτυχώς ήταν μέρα ακόμα . Πήγα στο δωμάτιο μου και έβγαλα το φόρεμα από πάνω μου . Πήγα στο λουτρό και , ξέπλυνα τον ύπνο από πάνω μου . Λίγη ώρα μέσα βγήκα και τύλιξα το σώμα μου με μια βελούδινη πετσέτα . Έβαλα τα μαύρα δερμάτινα μου , ήθελα να νιώθω ποιο ευκίνητη. Βγήκα από το δωμάτιο μου και πήγα στην κουζίνα για πρώτη φορά . Υπηρέτριες αγχωμένες τριγυρνούσαν σαν τρελές ετοιμάζοντας φαγητά , και γλυκά . Έβηξα ελαφρά για να καταλάβουν πως ήμουν εκεί . Έψαχνα τον Κενάζ , κάποια ίσως να ήξερε που ήταν . Αμέσως όλες σταμάτησαν να κινούνται . <<Συγνώμη κυρία δεν σας είδαμε . >> Είπε η γλυκιά κοπέλα από τις προάλλες . <<Πως σε λένε ;>>Ρώτησα ευγενικά . <<Ιό >> Μου απάντησε μελιστάλαχτα . <<Ιό τυχαίνει να γνωρίζεις που είναι ο Κ—>>Πήγα να πω το όνομα του . Αλλά καταλαβα πως θα ήταν αγένεια . Να αναφέρομαι σε εκείνον απλά με το όνομα του μπροστά στους άλλους . <<Ο Υψηλότατος ; >> Μέσα μου ήξερε πως ένα ο Κεναζ με άκουσε να τον αποκαλώ έτσι θα γέλαγε . <<Ναι βρίσκετε στην αρένα με τον πρίγκηπα και την πριγκίπισσα >> Μου απάντησε ευγενικά .<<Ευχαριστώ Ιό >> Τις απάντησα . Υποκλίθηκε , μαζί τις και οι υπόλοιπες γυναίκες . Οι οποίες ξεκινούσαν από τις μικρότερες ηλικίες στις πολύ μεγάλες . Εκείνες ξεκίνησαν να τριγυρνούν στην κουζίνα σαν τρελές ξανά . Σαν να ετοίμαζαν φαγητό για κάτι μεγάλο . Θα ρωτήσω τον Κεναζ . Βγήκα από την κουζίνα . Χωρίς να έχω ιδέα που βρίσκεται η αρένα . Μετά θυμήθηκα . Σχεδόν γέλασα που δεν το σκέφτηκα νωρίτερα . Άνοιξα το μυαλό μου . Έριξα το τοίχος και τον έψαξα . Λίγα λεπτά αργότερα , άκουσα την φωνή του να ηχεί στο μυαλό μου .
Ξύπνησες . Ακούγονταν λαχανιασμένος .
Ναι , σε έψαχνα . Πήγα στην κουζίνα και ρώτησα εάν γνωρίζουν που είναι ο Υψηλότατος . Άκουσα το γέλιο του , να ηχεί στο μυαλό μου .
Δεν το έκανες ! Με πείραξε .
Κι όμως το έκανα . . . Είπα γελώντας μαζί του .
Που είσαι ; Με ρώτησε κρατώντας το γέλιο του . Κοίταξα γύρω μου , έχοντας χάσει τον τόπο και τον χρόνο με την συζήτηση μας . Έξω από την κουζίνα . Σωστά .
Έξω από την κουζίνα .
Έρχομαι . Είπε και σήκωσα το τοίχος μου . Έχει γίνει εύκολο πλέον . Ακούμπησα την πλάτη μου στον τοίχο περιμένοντας τον . Λίγα λεπτά αργότερα τον είδα να περπατάει στον διάδρομο και τον πλησίασα .
<<Να σε >> Είπε και χαμογέλασα .
<<Ήμουν στην αρένα , έλα σου χρειάζεται προπόνηση >> Είπε , παίζοντας μαζί μου . Γέλασα και τον χτύπησα με τον αγκώνα μου στα πλευρά. Έκανε τον πονεμένο αλλά ήξερα πως με αυτά τα δερμάτινα που φορούσε , με τα βίας το ένιωσε . Περπατήσαμε για λίγο και βγήκαμε από το παλάτι . Αυτό το μέρος ήταν τεράστιο . Άνοιξε τα φτερά του και σχεδόν τσίριξα . Εμφάνισα και άνοιξα τα φτερά μου . Τον κοίταξα . Ένευσε και με μια κίνηση των φτερών βρέθηκε στον ουρανό . Τον ακολούθησα αμέσως μετά . Ο ήλιος έδυε αργά στον ουρανό . Η αγαπημένη μου στιγμή της ημέρας . Το ηλιοβασίλεμα . Πετούσαμε δίπλα δίπλα . <<Είσαι πανέμορφη >> Τον άκουσα να λέει και σταμάτησα κοιτάζοντας τον . Σταμάτησε και εκείνος . Με πλησίασε . <<Τι ήταν αυτό ;>> Ρώτησα αινιγματικά . Ακούμπησε το πρόσωπο μου , έγυρε προς το μέρος μου , φαινόταν σαν να ετοιμάζονταν να με φιλήσει . Ξαφνικά απομακρύνθηκε απότομα . <<Τι δεν μπορώ να σου ένα κοπλιμέντο ;>> Είπε έχοντας ένα ηλιθιο χαμόγελο στα χείλη του . Άρχισα να τον κυνηγώ πετώντας μέχρι που κατέβηκε στο έδαφος και τον ακολούθησα . Είδα μπροστά μου την αρένα . Ήταν μια κοιλάδα . Αλλά είχε παντού όπλα . Τραπέζια με νερό και σνακ γύρω από αυτούς που προπονούνταν . Στα δέντρα μπροστά μας . Είχε καρφωμένα στο κέντρο του κορμού τους κυκλικά ξύλα , όπου είχαν επάνω βέλη . Κοίταξα γύρω μου . Υπήρχαν άντρες και γυναίκες που προπονούνταν . Με σπαθιά , η με επαφή σώμα με σώμα . Το μάτι μου έπιασε τον Θάριον και την Αζούρα να μάχονται με σπαθιά . Η Θάριον γελασε και την αδεξιότητα της Αζούρα όταν εκείνη έπεσε κάτω σκοντάφτοντας. Εκείνη του έριξε ένα θυμωμένο βλέμμα , το οποίο μια στιγμή αργότερα αντικαταστάθηκε από ένα γέλιο . Πήγα κοντά τους με τον Κεναζ να περπατάει δίπλα μου . <<Υβέϊν ένα χεράκι >>, είπε η Αζούρα που συνέχιζε να βρίσκετε κάτω . Της έδωσα το χέρι μου και σηκώθηκε με την βοήθεια μου . <<Κρατά αυτό >> Μου είπε ο Κεναζ και μου έδωσε ένα τόξο μαζί με μια φαρέτρα με βέλη . <<Δείξε μου τι μπορείς να κανείς . >> Ψιθύρισε στο αυτί μου . Και ρίγησα . Κάθαρμα . Πέρασα την φαρέτρα στον ώμο μου . Πλησίασα έναν από τους στόχους που ήταν ελεύθερος . Κοίταξα γύρω μου . Όλοι με κοιτούσαν . Γιατί ; <<Είσαι καθαρόαιμος δράκος , οι περισσότεροι σε είδαν στην Σκνΐμ >> Μου είπε ο Κεναζ , λες και άκουσε την σκέψη μου . Τράβηξα ένα τόξο και το πέρασα στην χορδή του τόξου . Θυμήθηκα την προπόνηση στην Σικάουα .
Ένα πόδι μπροστά .
Τραβάς
Σημαδεύεις
Βαθιά ανάσα , άδειασε το μυαλό
Και ρίξε .
Άφησα το τόξο να φύγει και βρήκε την μέση του στόχου . Επιφωνήματα και χειροκροτήματα ακούστηκαν από παντού . Κοκκινισα από την ξαφνική προσοχή .
<<Ε λοιπόν έχεις καλύτερο σημάδι από εμένα >> Μου είπε ο Θαριον . Γέλασα λιγάκι , ακόμη αγχωμένη από την προσοχή την πάντων . <<Πίσω στην Σιακαουα , δεν μας εκπαίδευαν σωματικά , έλεγαν πως ήταν ανώφελο εάν δεν έχουμε εκπαιδεύσει πρώτα το μυαλό μας . Έτσι όταν βρήκα χρήματα , αγόρασα ένα τόξο και βέλη και προπονούμουν μόνη στο δάσος >> Εξήγησα , για την επιδεξιότητα μου . Τα μάτια του Κεναζ άνοιξαν διάπλατα . <<Πονηρές ιερείς , εάν σαν προπονούσαν , θα μπορούσατε να ξεσηκώθητε , έτσι δεν σαν άφηναν >> Είπε η Αζούρα έχοντας ένα βλέμμα απέχθειας στο πρόσωπο της . Θυμήθηκα εκείνη την πλευρά μου . Αυτή που έχασα εξαιτίας τις Σκνΐμ . Δεν με είχε πειράξει στο ελάχιστο . Άραγε τόσο πολύ μισούσα εκείνη την πλευρά μου που δεν με ένοιαξε καν η εξαφάνιση της ; .

Πέρασε λίγη ώρα . Ασκήθηκα στο σημάδι στην αρχή αλλά κατέληξα να μάχομαι ενάντια στον Θαριον με σπαθιά , ο οποίος αποδείχθηκε να ξέρει να χειρίζεται την λεπίδα εξαιρετικά καλά . Ο ήλιος έπεσε τελείως και πετάξαμε όλοι πίσω στο παλάτι . Αφού αρκετοί από τους πολεμιστές με συνέχαιραν για την βολή μου . Απαντούσα σε όλους με ένα ευχαριστώ . Οι περισσότεροι ήταν ψιλή με πολύ γυμνασμένη . Ο Κεναζ την περισσότερη ώρα βοηθούσε την Αζούρα να ασκήσει το σώμα της με διάφορες ασκήσεις για τον κορμό του σώματος . Για να την βοηθήσει με την ισορροπία της . Μπήκα στο δωμάτιο μου . Έβγαλα τα βρόμικα δερματικά από επάνω μου και μπήκα στο ζεστό λουτρό . Έβαλα διαφορά έλαια , για να χαλαρώσουν το πονεμένο σώμα μου . Άκουσα να ελαφρή χτύπημα στην πόρτα . <<Περάστε >> Φώναξα. Το σώμα μου το κάλυπταν οι αφροί από τα σαπούνια όποτε υποθέτω είμαι εντάξει . Είδα τον Κεναζ να πλησιάζει φορώντας μόνο ένα άνετο παντελόνι . Τα βρεγμένα μαλλιά του με έκαναν να καταλάβω πως είχε ήδη κάνει μπάνιο . <<Γεια >>
Μου είπε και κάθισε με μια καρέκλα δίπλα από την λευκή μπανιέρα . <<Γεια >> Κοίταξε την μπανιέρα και τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα σαν να καταλάβαινε τώρα πάω κάτω από αυτό το νερό ήμουν γυμνή .
<< Τ μάτια μου είναι εδώ πάνω , Κεναζ !>>Ειπα κόκκινη από την ντροπή . <<Δεν είπε το ίδιο τις προάλλες όταν ο χέρι μου βρήκε την θέση του ανάμεσα στα πόδια σου >> Σχολίασε παιχνιδιάρικα . Ένιωσα τα μάγουλα μου ακόμα να εκραγούν .<<Καθίκι>> του είπα . Γέλασε . << Σήμερα οι υπηρέτριες έκαναν σαν τρέλες στην κουζίνα >> Είπα θέλοντας απεγνωσμένα να αλλάξω θέμα . <<Ναι αύριο έχουμε μεγάλη γιορτή >> Μου είπε , αμέσως τον κοίταξα απορημένη . <<Την αποκαλούν Μιθία , πέφτει ομίχλη παντού ακριβώς τα μεσάνυχτα και από εκεί βγαίνουν , οι Τρις . Μικρές νεράιδες , όχι σαν τις Πίξι . Θα δεις αύριο . Είναι πανέμορφα . Γίνεται ολόκληρη γιορτή προς τιμήν τους . Αυτές φέρνουν την άνοιξη . >> Μου εξήγησε με ήρεμη σταθερή φωνή . Αλλά έκρυβε έναν ενθουσιασμό . <<Όταν τελειώσεις έλα στο δωμάτιο μου .>> Μου είπε και σηκώθηκε . <<Γιατί να έρθω , μπορώ να κοιμηθώ στο δωμάτιο μου >> Είπε κάνοντας την πεισματάρα . Με πλησίασε και με φίλησε παθιασμένα . <<Γιατί είσαι δίκη μου >> Μου είπε και βγήκε από το δωμάτιο . Δίκη του . Να πάρει η ευχή , ξέρει πως να με πειράζει . Έπιασα τον εαυτό μου να βιάζεται , φόρεσα εάν λευκό λεπτό σατέν φόρεμα και πήγα στο δωμάτιο του . Άνοιξα την πόρτα χωρίς να χτυπήσω .<<Λίγο ακόμα να αργούσες , θα κοιμόμουν >> Μου είπε ξαπλωμένος στο κρεβάτι . Ξάπλωσα δίπλα του . Με τράβηξε από την μέση κοντά του . <<Μου έλειψες >> Μου είπε . <<Όλοι μέρα σχεδόν μαζί ήμασταν .>> Του απάντησα . <<Και πάλι , μου έλειψε το άρωμα σου >> Μου είπε και φίλησα τα χείλη του απαλά . Το άρωμα μου . Άραγε του άρεσε , όσο άρεσε σε εμένα το δικό του ; <<Καληνύχτα >> Μου είπε γλυκά και με τράβηξε ακόμα ποιο κοντά του . <<Καλυνηχτα >> Του απάντησα και έκλεισα τα μάτια μου .

𝒦𝐸𝒩𝒜𝒵Donde viven las historias. Descúbrelo ahora