Μερια της Kelsey:
«Kelsey!» Ακουσα τη μαμα μου να φωναζει το ονομα μου απο το τελος της σκαλας.
Ενωνοντας τα φρυδια μου, αφησα το βιβλιο που διαβαζα στην ανεση του κρεβατιου μου πριν σκεπαστω και σηκωθω. «Ναι?» Κρατησα την ακρη της πορτας μου, ενω ειχα βγαλει το κεφαλι μου απ’εξω.
«Ελα κατω, ο πατερας σου θα ηθελε να μιλησει μαζι σου.» Μπορουσα να νιωσω την ενταση στη φωνη της οτι ηξερε πως ενιωθα για τον πατερα μου αυτη τη στιγμη αλλα για χαρη της, εβαλα στην ακρη το μισος μου.
«Ενταξει, ερχομαι.» Κλεινοντας την πορτα μου, εβαλα μια ζακετα πανω απο την μπλουζα μου πριν ξανα ανοιξω την πορτα, βγαινοντας εξω και κατεβηκα τρεχοντας τις σκαλες. Φτανοντας στο τελευταιο σκαλι, γυρισα αριστερα για να δω τον μπαμπα μου να στεκεται διπλα απο το τραπεζακι του καφε, αυτος και η μαμα μου ανταλλαζαν ψιθυριτα.
«Γεια μπαμπα.» Μουρμουρισα αμηχανα, χωρις να ξερω αν ηταν ή δεν ηταν νευριασμενος μαζι μου. Αναδευτηκα στα ποδια μου, αποφευγοντας να τον κοιταξω στα ματια.
«Kelsey.» Εισεπνευσε, σοκαρισμενος για να πω το λιγοτερο που συμφωνησα να ερθω κατω. «Πως νιωθεις?»
«Μια χαρα.» Απαντησα, μονοτονα. Αν νομιζει οτι τον συγχωρεσα για οτι εκανε, τοτε δεν νομιζει καλα.
«Κοιτα, ξερω οτι εισαι θυμωμενη μαζι μου αλλα θα ηθελα να μιλησουμε.»
«Ενταξει.» Ανασηκωσα τους ωμους μου, διχνοντας τον. «Μιλα.»
«Kelsey…» Η μαμα μου μουρμουρισε μαλακα, κουνωντας το κεφαλι της ελαφρα αλλα ο μπαμπας μου την διεκοψε πριν εχει την ευκαιρια να πει κατι αλλο.
«Ειναι ενταξει Melissa.» Ο μπαμπας μου γυρισε το βλεμμα του απο τη μαμα μου σε μενα, κοιτωντας θλιβερα τα σοκολατι ματια μου. «Εχει καθε δικιο να ειναι αναστατωμενη μαζι μου.»
Πιεσα τα χειλη μου σε μια λεπτη γραμμη, χωρις να ειμαι σιγουρη για το πως να αντιδρασω στην ηρεμια του. Περιμενα να φωναξει ή τουλαχιστον να συνοφρυοθει αλλα το μονο που ειδα ηταν ενα κατανοητικο χαμογελο.