Κεφάλαιο 12

112 9 0
                                    

Ο Άγγελος μαλακώνει αμέσως την έκφραση του και πιάνει τα χέρια της.
- Θάλεια έχουν περάσει επτά χρόνια, σε παρακαλώ... Και πέρα από αυτό ο μπαμπάς σου δεν ζει πια.
- Τι έκανε Άγγελε; Πες μου. Του λεει και το σαγόνι της τρέμει. Εκείνος την κοιτάζει για μια στιγμή στα μάτια και ξεφυσάει.
- Το ατύχημα ήταν προσχεδιασμένο. Ο οδηγός που σκοτώθηκε ήταν φίλος του πατέρα σου. Η Θάλεια καλύπτει το στόμα της σοκαρισμένη και το χρώμα φεύγει από το πρόσωπό της.
- Ξέρεις πως τότε ο πατέρας σου δεν μας ήθελε μαζί. Εγώ ήμουν μπλεγμένος με ένα σωρό μαλακιές και φοβόταν πως θα σε παρασύρω. Η Θάλεια του κούνα το κεφάλι σαν να συμφωνεί μαζί του στην ανάμνηση.
- Ζήτησε από αυτό το φίλο του να με χτυπήσει με το αυτοκίνητο ως εκφοβισμό, μόνο υλικές ζημιές ήθελε να προκαλέσει. Για να με πείσει να σε χωρίσω. Ακόμα και τώρα ο Άγγελος προσπαθεί να τον δικαιολογήσει.
- Αλλά τελικά κατέληξε με έναν νεκρό και δυο τραυματίες. Ολοκληρώνει η Θάλεια για χάρη του κι εκείνος συμφωνεί με ένα νεύμα. Εκείνη κάθεται αργά στο σκαλί και καλύπτει το πρόσωπό της.
- Χριστέ μου. Εσύ πως το έμαθες; Ο Άγγελος ρίχνει το βάρος στις φτέρνες του και χαμηλώνει μπροστά της.
- Ο ίδιος μου το είπε. Με κατηγόρησε μάλιστα πως εγώ έφταιξα που έφτασαν ως εκεί τα πράγματα. Ο Θάλεια κουνάει το κεφάλι της μη μπορώντας να πιστέψει τα όσα έμαθε.
- Γιατί δεν μου είπες ποτέ τίποτα Άγγελε; Γιατί με άφησες να πιστέψω πως αδιαφορούσες για εμένα; Τα μάτια της αναζητούν απεγνωσμένα την απάντηση στα δικά του. Εκείνος απλώνει τα χέρια του και αγκαλιάζει τα δάχτυλά της.
- Φοβόμουν Θάλεια. Ήμουν δεκαεφτά χρόνων και είχα για εχθρό μου έναν ολόκληρο άντρα. Κοίτα πόσο μακριά έφτασε. Παραλίγο να σκοτώσει το ίδιο του το παιδί. Η Θάλεια γνέφει με κατανόηση και η ειλικρίνεια του την καλύπτει.
- Δεν μπορώ να το πιστέψω. Με έβλεπε να υποφέρω, αυτός με έτρεχε στους ψυχιάτρους επειδή βίωνα τον χωρισμό μας σαν πένθος. Και δεν μου είπε ποτέ τίποτα. Ο Άγγελος την πλησιάζει και φίλα το μέτωπό της.
- Για αυτό σου λέω Θάλεια. Ας μην αφήσουμε πια κανέναν να σταθεί εμπόδιο στην ευτυχία μας. Τώρα πια δεν είμαστε παιδιά. Κι εγώ δεν έχω να φοβάμαι κανέναν. Της λέει με τόση αυτοπεποίθηση που η Θάλεια δεν ξέρει αν θέλει να χαρεί ή να κλάψει.
- Ο Ορέστης είναι σημαντικό κεφάλαιο στην ζωή μου Άγγελε. Με βοήθησε να βγω από την κατάθλιψη. Μου στάθηκε σε πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Δεν μπορώ να τον αφήσω έτσι απλά. Του λέει με χαμηλωμένο βλέμμα. Ο Άγγελος αισθάνεται πως τρώει χαστούκι. Τινάζεται λίγα μέτρα μακριά της, γυρίζει το κεφάλι του στο πλάι και την κοιτάζει σοκαρισμένος.
- Έτσι απλά; Αυτό είμαι Θάλεια για εσένα; Την ρωτάει με τόσο σιγανή φωνή που με το ζόρι ακούγεται. Εκείνη τον κοιτάζει βουρκωμένα.
- Όχι δεν το εννοούσα έτσι.
- Τότε; Εκείνη σφίγγει τα χείλη της.
- Χρειάζομαι χρόνο Άγγελε. Αν του ζητήσω να χωρίσουμε τώρα θα καταλάβει πως κάτι τρέχει.
- Χέστηκα. Αργά ή γρήγορα θα το μάθει έτσι κι αλλιώς. Εκείνη κουνάει το κεφάλι της αρνητικά.
- Τώρα φέρεσαι εγωιστικά. Του λέει και εκείνος γουρλώνει τα μάτια του. Τα δάχτυλά του τινάζουν τις μπούκλες του από την ρίζα και σουφρώνει τα χείλια του θυμωμένος.
- Εγωιστικά; Εγώ φέρομαι εγωιστικά; Είμαι έτοιμος να διαλύσω τον γάμο μου, να κλείσω το γαμημένο το σπίτι που μόλις άνοιξα, ουρλιάζει και κλωτσάει το χώμα από το έδαφος.
- Ενώ εγώ όχι; Σηκώνεται η Θάλεια από το σκαλί και του απαντάει στον ίδιο τόνο.
- Τι άλλο θέλεις να κάνω για εσένα γαμώτο; Όλη μου τη ζωή κάνω τα πάντα για εσένα.
- Δεν στο ζήτησε κάνεις! Φωνάζει και του πετάει την ζακέτα που έχει δεμένη στην μέση της. Εκείνος την πιάνει στο αέρα και την σφίγγει με τα δάχτυλά του. Για μια στιγμή επικρατεί σιωπή.
Το αμάξι του Ορέστη φαίνεται από τον δρόμο μα κανένας δεν δείχνει να νοιάζεται.
- Πριν μου ζήτησες να σου αποδείξω πως σε αγαπάω. Μάλλον το μόνο που χρειαζόσουν ήταν επιβεβαίωση. Της λέει τόσο ήρεμα που την πονάει.
- Άγγελε...
- Όχι Θάλεια. Επτά φρικτά, ολόκληρα χρόνια περιμένω εσένα. Απλώνει το χέρι του προς το μέρος της και της λέει,
- Ή τώρα ή ποτέ. Η Θάλεια κοιτάζει μια εκείνον και μια το αυτοκίνητο που πλησιάζει.
- Λίγες μέρες Άγγελε σε παρακαλώ. Του λέει μα εκείνος κουνάει το κεφάλι του.
- Ή τώρα ή ποτέ. Ξαναλέει και το αμάξι πλησιάζει την αυλή.
- Δεν μπορώ. Όχι έτσι. Λέει και κλαίει με λυγμούς. Το χέρι του Άγγελου πέφτει και τα μάτια του βουρκώνουν.
Ο Ορέστης παρκάρει και κατεβαίνει με την Κάτια γελώντας. Ο Άγγελος και η Θάλεια κοιτάζουν ο ένας τον άλλο για λίγο ακόμα.
- Μωρό μου, βρήκα το απόλυτο νυφικό Τσιριζει ενθουσιασμένη η Κάτια και τρέχει στην αγκαλιά του. Εκείνος της χαμογελάσει πλατιά και περνάει το χέρι του γύρω από την μέση της. Η Θάλεια ξεροκαταπίνει και προσπαθεί να διώξει τα δάκρυα από τα μάτια της. Χωρίς να πει κουβέντα, απομακρύνετε από όλους τρέχοντας και μπαίνει στο σπίτι.

Μη μ' αφήσεις ( Υπό Διόρθωση)Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang