"...Τίποτα, τίποτα δεν χάθηκε στ΄ αλήθεια, όλα είναι εδώ... όλα είναι εδώ..."
Η διαδρομή του φάνηκε ατελείωτη μέχρι να φτάσει στο εστιατόριο. Έβριζε δυνατά και χτυπούσε το χέρι στο τιμόνι με δύναμη, ήταν θυμωμένος με τον εαυτό του, την άφησε να πάει στην δουλειά, μια τελευταία γαμημένη μέρα στη δουλειά.... Παρακαλούσε μέσα του και προσευχόταν σε όποια δύναμη μπορούσε να τον βοηθήσει να έβρισκε την Άννα του καλά. "Όλα θα της τα πω.. όλα θα τα μάθει...αρκεί να την βρώ..." μονολογούσε και τα μάτια του έτρεχαν ποτάμι. Πρώτη φορά τον κυρίευε τόσο έντονα το αίσθημα του φόβου. Ναι φοβόταν...φοβόταν μην την χάσει, γιατί ήξερε οτι αυτή η φορά θα ήταν το τέλος...και το παιδί..."το παιδί γαμώτο!" είπε δυνατά και χτύπησε πάλι το χέρι στο τιμόνι. Έφτανε... έφτανε... ήταν κοντά στο εστιατόριο...έβλεπε τα φώτα των περιπολικών...έβλεπε κόσμο έξω. Τράβηξε χειρόφρενο και παράτησε το αυτοκίνητο στην μέση του δρόμου, αγνόησε τα κορναρίσματα, πετάχτηκε απο το αμάξι, αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή και έτρεξε προς το εστιατόριο. Έσπρωχνε να περάσει ανάμεσα απο τον κόσμο, έπρεπε να βρει την Άννα...την Άννα...
Έφτασε κοντά στην είσοδο αλλά οι αστυνομικοί που είχαν κυκλώσει τον χώρο δεν τον άφηναν να μπεί "πρέπει να μπω μέσα!" φώναξε σε έναν σπρώχνοντάς τον. "Κάνε πίσω φίλε, είναι σημείο εγκλήματος, δεν επιτρέπεται" του είπε κοιτώντας τον λοξά. Ο Μάρκος τρελάθηκε, "έγκλημα...έγκλημα..." μονολογούσε...Κοίταξε τριγύρω του ψάχνοντας κάποιο γνώριμο πρόσωπο, μα δεν έβλεπε κανέναν. "Η Άννα...η Άννα.." είπε σιγανά και προχώρησε και πάλι προς τα δεξιά σπρώχνοντας τον κόσμο. "Η γυναίκα μου είναι μέσα! Πρέπει να μπω μέσα!" φώναξε σε κάποιον άλλο με στολή και τον κοίταξε σχεδόν απελπισμένος. Κρύος ιδρώτας άρχισε να τον λούζει μέχρι που ήρθε στο μυαλό του ο Χάρης "ο Θεολόγου! Ο Χάρης Θεολόγου με περιμένει μέσα! Ανδρέου λέγομαι, Μάρκος Ανδρέου φώναξέ τον!" Ο αστυνομικός μίλησε για λίγο στον ασύρματό του και έπειτα έκανε νόημα στον Μάρκο να περάσει. Δεν περίμενε δεύτερη κουβέντα, έτρεξε προς την είσοδο, κάνοντας στην άκρη όποιον έβρισκε στο δρόμο του. Μπήκε μέσα στο χώρο του εστιατορίου και την έψαξε με το βλέμμα του, αστυνομικοί βρισκόταν παντού, κόσμος πηγαινοερχόταν... πουθενά κάποιο γνώριμο πρόσωπο. Και τότε την είδε. Και επιτέλους ανάσανε. Τα πράσσινα μάτια της μαρτυρούσαν τον φόβο και την αναστάτωσή της. Δίπλα της βρισκόταν κάποιος γιατρός ίσως; κρατούσε το χέρι της και της μετρούσε τους παλμούς. Δεν έχασε λεπτό, έτρεξε κοντά της και μόλις οι ματιές τους έσμιξαν, έτρεξαν ο ένας πάνω στον άλλο. Έκλαιγαν και οι δύο απο χαρά, την έσφιγγε στην αγκαλιά του και προσπαθούσε να ηρεμήσει την καρδιά του που χτυπούσε ξέφρενα. "Μωρό μου...αγάπη μου... έχασα δέκα χρόνια απο την ζωή μου μέχρι να ρθω...μωρό μου..." της ψιθύριζε και κατέβασε το χέρι του απο τα μαλλιά της στην κοιλιά της. Χαϊδεψε την φωλιά του παιδιού του και την έσφιξε πιο κοντά του. Η Άννα δεν μιλούσε, έκλαιγε... είχε σοκαριστεί τόσο που λέξη δεν έβγαινε απο το στόμα της. Τον περίμενε..τον έψαχνε μέσα στον κόσμο και έτρεμε όση ώρα καθόταν εκεί μόνη της. "Δεν θα χωρίσουμε ποτέ ξανά.." της είπε βραχνά "μ' ακούς;...ποτέ ξανά...".
VOCÊ ESTÁ LENDO
Φως μέσα στο σκοτάδι {GW15}
RomanceΜια μικρή περίληψη βρίσκεται στο πρώτο κεφάλαιο...