"...Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ᾿ αρέσαν.." 22

5.1K 473 20
                                    

Μέχρι αργά το απόγευμα στο δωμάτιο του Μάρκου βρισκόταν ο Χάρης Θεολόγου, απο το τμήμα δίωξης ναρκωτικών Αττικής. Παλιός γνωστός του, απο την εποχή που ήταν μπλεγμένος, ο οποίος τον είχε βοηθήσει πολύ σε διάφορες δύσκολες καταστάσεις στο παρελθόν. Έπαιρνε κατάθεση απο τον Μάρκο, για την επίθεση, όπως και σημαντικές πληροφορίες για τον Δημήτρη Ιωάννου και τις κινήσεις του. "Πιστεύεις οτι αυτός κρύβετε πίσω απο το περιστατικό αυτό;" τον ρώτησε και ο Μάρκος τον κοίταξε σκεφτικός. Ξεφύσηξε δυνατά και κούνησε το κεφάλι αρνητικά. "Ο Ιωάννου, δεν χτυπάει έτσι, χτυπάει μέχρι θανάτου. Δεν θα ήμουν εδώ εαν ήθελε να με σκοτώσει" είπε στον Χάρη. "Και εκείνο το βράδυ κάτι ψιθύρισαν στο αυτί μου αλλά δεν θυμάμαι τι, κάποιο όνομα, το οποίο δεν μπορώ να το φέρω στο μυαλό μου γαμώτο" είπε νευρικά. Ο Χάρης κούνησε το κεφάλι "Μάρκο, σε ξέρω τόσα χρόνια και με ξέρεις άλλα τόσα, τον Ιωάννου τον θέλω, πρέπει να τον κλείσω μέσα, ή ακόμα καλύτερα να τον εξαφανίσω απο προσώπου γης" είπε ο αστυνόμος "κάθε φορά φτάνω κοντά, αλλά το καθίκι ξεγλυστράει σαν το χέλι... η έρευνα που κάνω τόσα χρόνια για την πάρτη του πρέπει να πάρει τέλος..." είπε και κοίταξε στα μάτια τον Μάρκο. Εκείνος απλά συμφώνησε... Το ίδιο ήθελε, να τον κλείσουν βαθιά μέσα, να μην ξαναδεί το φως του ήλιου ποτέ. "Πρέπει να τον στριμώξω κάπως και δεν ξέρω πως...το καθίκι... έχει κόσμο παντού... έχει καταστρέψει τόσους και δεν μπορεί να βρεθεί κάποιος να καταθέσει εναντίον του.." του είπε σχεδόν οργισμένος. Κοίταξε τον Μάρκο με ένταση "είναι πλέον θέμα τιμής για μένα, καταλαβαίνεις;" τον ρώτησε καθώς σηκωνόταν απο την καρέκλα του. Έσφιξαν τα χέρια και ο Χάρης Θεολόγου αποχώρησε λίγο πιο αισιόδοξος σχετικά με την έρευνά του, απο το δωμάτιο. Ο Μάρκος έμεινε μόνος με τις σκέψεις του. Ο Αντώνης είχε πάει απο το μαγαζί και η Άννα δεν είχε φανεί καθόλου. Κοίταξε το ρολόι... "δεν θα έρθεις Αννούλα;....θα σε περιμένω όσο χρειαστεί..." είπε σιγανά κοιτώντας έξω απο το παράθυρο να πέφτει αργά η νύχτα.


Τελείωσε την δουλειά, μάζεψε τα πράγματά της και ετοιμαζόταν να φύγει απο το εστιατόριο "Άννα!" άκουσε να την φωνάζουν βγαίνοντας έξω. "Πάμε για ποτάκι; έχεις δυνάμεις;" την ρώτησε η Βασιλική, μια πιτσιρίκα συνάδελφός της, μόλις την πρόλαβε. Βγήκαν μαζί έξω και η δροσιά της νύχτας τις χτύπησε στο πρόσωπο. "Άλλη φορά, είμαι πτώμα..είχε πολλή δουλειά απόψε..." της απάντησε η Άννα σηκώνοντας το χέρι στο πρώτο ταξί που περνούσε εκείνη τη στιγμή. "Θα σε πάω εγώ, άσε τα ταξί" της μουρμούρισε πιάνοντας την απο το χέρι. "Δεν πάω σπίτι, καλύτερα να πάρω ταξί!" επέμενε η Άννα. Το ύφος της Βασιλικής άλλαξε και περιέργια το χρωμάτισε "λέγε! Που; και με ποιον;" την ρώτησε παρασέρνοντάς την στο αυτοκίνητό της. Η Άννα γέλασε με την Βασιλική, και στην δουλειά έτσι ήταν, έξω καρδιά και πάντα χαρούμενη. Δεν υπήρξε βράδυ στην δουλειά που η Βασιλική να μην προσπάθησε να φτιάξει το κέφι της Άννας, πότε με ένα αστείο σχόλιο, μια αγκαλιά, πάντα προσπαθούσε να την ανεβάσει ψυχολογικά. "Νοσοκομείο πάω, να δω κάποιον με πας ως εκεί;" την ρώτησε χωρίς να της δώσει πολλές εξηγήσεις. Εκείνη χαμογέλασε "πες το και έγινε!" της αστειεύτηκε και κίνησαν για το πάρκινκ.

Φως μέσα στο σκοτάδι {GW15}Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin