κεφάλαιο 2

682 30 25
                                    

Μπαίνω μέσα στο κλαμπ και κατευθύνομαι προς το μπαρ <<Ένα σφηνάκι τεκίλα>> λέω κοφτά στον μπάρμαν, έπειτα από ένα λεπτό το βάζει απέναντι μου το πίνω μονορούφι και αφήνω το οινόπνευμα να κάψει τα σωθικά μου. <<Ξανά>> λέω και το δείχνω να γεμίσει το ποτήρι. Μετά από σχεδόν πέντε σφηνάκια πηγαίνω προς το τραπέζι μας. Βλέπω την Άννα την κολλητή μου η οποία φοράει ένα στενό κόκκινο φόρεμα και τα ξανθά της μαλλιά κυματίζουν στην πλάτη της να χορεύει μαζί με την Ζωή μια κοπέλα από την σχολή μου με την οποία κάνω εδώ και λίγο διάστημα παρέα. Ο Πέτρος μιλάει με τον Στάθη ο οποίος είναι το αγόρι της κολλητής μου και κολλητός του Πέτρου. <<Στέλλα>> ο Πέτρος μόλις με βλέπει κάνει το κύκλο του τραπεζιού και με πλησιάζει <<Είσαι καλά;>> ρωτάει και βάζει το χέρι του πάνω στο μπράτσο μου αλλά, με μια κίνηση το σπρώχνω μακριά <<Σε νοιάζει;>> τον ρωτάω άγρια και δυνατά για να ακουστώ πάνω από την μουσική.

Με κοιτάζει με συλλογισμένο βλέμμα <<Φυσικά και με νοιάζεις Στέλλα>> μου απαντάει στην ίδια ένταση φωνής <<Δεν το βλέπω με παράτησες εκεί μόνη και έφυγες>> λέω στο ίδιο ύφος <<Μα δεν είδες κρατούσε όπλο θα μας σκότωνε και τους δυο>> λέει φοβισμένα. Ένα μικρό γελάκι ξεφεύγει από τα χείλη μου <<Αλήθεια εάν σκότωνε εμένα δεν θα σε ένοιαζε>> του πετάω στα μούτρα και τον βλέπω να κατεβάζει το κεφάλι του <<Ποιος ήταν;>> ρωτάει και καταπίνω <<Δεν ξέρω δεν είδα το πρόσωπό του>> του λέω ψέματα <<Τον μαλάκα μας το χάλασε>> λέει και η οργή χτυπάει. Τον σπρώχνω με δύναμη πίσω και βλέπω τον Στάθη να μας κοιτάζει ερωτηματικά <<Μας απειλούσε κάποιος με όπλο και εσύ το μόνο που σκέφτεσαι είναι πως δεν με πήδηξες>> του λέω με νεύρα.

Πιάνω από το τραπέζι το μισογεμάτο ποτήρι με την βότκα που είχα αφήσει πριν βγούμε με τον Πέτρο έξω και το κατεβάζω μονορούφι. <<Εγώ φεύγω>> λέω και αφήνω με δύναμη το ποτήρι πάνω και πιάνω την τσάντα μου <<Περίμενε Στέλλα να σε πάω σπίτι>> μου λέει ο Πέτρος και πιάνει το χέρι μου. Το τραβάω με δύναμη <<Δεν χρειάζεται όπως φαίνεται μπορώ να προστατεύσω τον εαυτό μου και μόνη μου>> του λέω γυρίζω την πλάτη μου αλλά, με σταματάει η Άννα <<Φεύγεις;>> με ρωτάει ενώ σταματάει να χορεύει και βλέπω τα γαλανά της μάτια να με κοιτάζουν έκπληκτη καθώς σχεδόν ποτέ δεν έφευγα πριν να ξημερώσει <<Ναι δεν νιώθω καλά>> της λέω και συνοφρυώνεται <<Μόνη σου;>> ξανά ρωτάει και με κοιτάζει περίεργα <<Ναι θα τα πούμε αύριο το απόγευμα στο σπίτι>> της απαντάω και απομακρύνομαι πηγαίνοντας προς την έξοδο του κλαμπ.

Broken HeartWhere stories live. Discover now