Εγώ κι εσύ

230 58 21
                                    

Η σιωπή ανάμεσά τους ολοένα και μεγάλωνε, όσο περνούσε η ώρα, και η Λούνα ένιωσε άβολα. Δεν περίμενε ποτέ πως θα έφτανε σε σημείο να μην είχε να πει το παραμικρό, πόσο μάλλον στον Έλιο, που με τη συμπεριφορά του πάντα την προκαλούσε και δεν την άφηνε να την καταπιεί η σιωπή. Ήταν χαμένος στις σκέψεις του ενώ η ματιά του παρέμενε κολλημένη στο σκοτάδι για ώρα, σαν να έψαχνε κάποιον εχθρό κρυμμένο στις σκιές, που η ίδια δεν θα μπορούσε να δει. Κι εκείνη ήταν νευρική. Πώς να μην ήταν όταν ξάφνου έπεσε πάνω της κάποια παράξενη κληρονομιά που μόνο ακίνδυνη δεν φαινόταν; Αυτό που την τρόμαζε ήταν αν θα μπορούσε να διαχειριστεί την αλήθεια που φαινόταν να ήταν πιο βαριά απ' όσο φανταζόταν η ίδια.

Πήγαν στο δωμάτιό τους λίγο μετά τις δύο. Πρώτος μπήκε ο Έλιο που το εξέτασε για να βεβαιωθεί πως δεν τους περίμενε κάποια έκπληξη. Της έκανε νόημα να περάσει μέσα και η Λούνα είδε ένα διπλό κρεβάτι με φρέσκα, και φαινομενικά καθαρά σεντόνια, κι ένα γραφείο που έτριξε όταν άφησε πάνω του, ο Έλιο, το όπλο του. Το κοίταξαν και οι δύο με περίλυπο ύφος γιατί με αυτό, είχε αφαιρεθεί μία ζωή, για να σωθεί η δική της. Ανατρίχιασε. Τα μάτια της άρχισαν να καίνε γιατί δεν φαντάστηκε ποτέ πως κάποτε θα γινόταν ο λόγος να κοπεί το νήμα της ζωής, ενός νέου κοριτσιού, μέσα σε ένα βρόμικο σοκάκι. Ο Έλιο γύρισε να της πει κάτι και έβρισε, βλέποντας την έτοιμη να κλάψει. Πήγε κοντά της και αγνοώντας τις προσπάθειές της να τον κρατήσει μακριά της, την αγκάλιασε σφιχτά και φίλησε την κορυφή του κεφαλιού της.

«Πήγαινε να κάνεις ένα ντους, το χρειάζεσαι».

«Δεν έχω ρούχα να αλλάξω», κλαψούρισε εκείνη.

«Θα πλύνουμε τα ρούχα μας στο νιπτήρα, έχει μια απλώστρα στο μπαλκόνι, αν τα αφήσουμε εκεί όλο το βράδυ, θα είναι έτοιμα το πρωί».

Την ελευθέρωσε από την αγκαλιά του και άνοιξε τις δύο ντουλάπες. Βρήκε δύο μεγάλες λευκές πετσέτες και της έδωσε τη μία, ενώ κράτησε την άλλη για εκείνον. Η Λούνα σκούπισε τα μάτια της και μπήκε στο μπάνιο χωρίς να φέρει αντιρρήσεις γιατί, το χλιαρό νερό, σίγουρα θα της έκανε καλό. Βρήκε ένα μπουκάλι σαμπουάν κι ένα αφρόλουτρο και ξέπλυνε τη βρόμα και την κούραση από το κορμί της, σκεπτόμενη πόσο άλλαξε η ζωή της μέσα σε δύο μέρες και πως, ακόμα, δεν είχε δει τίποτα στην ουσία. Ήρθε στο νου της ο γοητευτικός Αντρέ και αναθεμάτισε την ώρα που τον κάλεσε γιατί αν είχε κρατήσει την ψυχραιμία της, τώρα θα ήταν ζωντανός. Δύο νεκροί, εξαιτίας της... κι ένας αυτοαποκαλούμενος προστάτης που ήταν έτοιμος να πεθάνει για εκείνη, την περίμενε στο δωμάτιο, να της δώσει εξηγήσεις.

Το Τάγμα του ΦεγγαριούWhere stories live. Discover now