Άγκνους Ράιντερ

208 52 22
                                    

Δύο μέρες τους πήρε να ξεκουραστούν και να νιώσουν πως ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν για το ταξίδι τους στο Εδιμβούργο. Το κέφι του Έλιο είχε χαθεί για τα καλά από εκείνο το βράδυ που συνάντησε τον Άγκνους Ράιντερ. Η αλήθεια ήταν πως, από τη μέρα που τον γνώρισε πριν δύο χρόνια, όλη του η ζωή είχε πάει κατά διαόλου γιατί ο Ράιντερ ήταν από εκείνους τους τύπους από τους οποίους δεν μπορούσες να ξεφύγεις. Θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια πως τον είχε προσεγγίσει ενώ έπινε καφέ σ' ένα από τα αγαπημένα του μέρη στο Λονδίνο. Είχε καθίσει απέναντί του, με θράσος που είχε εκπλήξει τον Έλιο και χαμογέλασε ψυχρά.

«Αυτή τη στιγμή, κάτω από το τραπέζι, κρατάω ένα όπλο στραμμένο πάνω σου. Μην κάνεις απότομες κινήσεις, δεν θέλω να σε πυροβολήσω, αλήθεια στο λέω», του είχε πει, και ο Έλιο είχε νιώσει πως είχε απέναντί του μια κακή απομίμηση του Τζέισον Στέιθαμ που έλεγε τις κλισέ ατάκες των ταινιών του, με ακόμα πιο χειρότερο τρόπο από τον ηθοποιό. Κοιτώντας τον λιγάκι εξεταστικά, διαπίστωσε πως του έμοιαζε κιόλας.

«Με ποιον έχω την τιμή να μιλάω;» ρώτησε, βαριεστημένα, λες και το γεγονός πως μπορούσε να του τινάξει τα γεννητικά όργανα στον αέρα, δεν τον ενοχλούσε καθόλου.

«Άγκνους Ράιντερ. ΜΙ6», συστήθηκε ο άντρας και ο Έλιο έβαλε τα γέλια, χωρίς να θέλει να τον προσβάλει.

«Άγκνους; Τόσο πολύ σε μισούσαν οι γονείς σου;»

«Όχι τόσο όσο τους μισούσα εγώ. Αλλά δεν είμαι εδώ για να μιλήσουμε για την οικογένειά μου, αλλά για τη δική σου».

Το χαμόγελο στο πρόσωπο του Έλιο, πάγωσε. «Δεν έχω οικογένεια, οι γονείς μου σκοτώθηκαν σε αεροπορικό ατύχημα...»

«Το ξέρεις πως δεν ήταν ατύχημα», τον διέκοψε ο Ράιντερ με τόση σταθερότητα στον τόνο του, που ο Έλιο ένιωσε πως δεν τον έπαιρνε να αντιδράσει. «Θα σου πω μια ιστορία, κι εσύ θα μου πεις μετά, πως θα λύσουμε το πρόβλημα που προκύπτει», αναστέναξε ο άντρας και αφού κοίταξε τριγύρω του επιφυλακτικά, βόλεψε το όπλο του στη θήκη του και ζήτησε έναν καφέ από έναν διερχόμενο σερβιτόρο. «Πριν τριάντα χρόνια ήρθαν στη ζωή δύο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, που από τη στιγμή που γεννήθηκαν οι ζωές τους ήταν δεμένες με έναν όρκο αίματος. Οι γονείς του κοριτσιού ήταν κληρονόμοι του Τάγματος του Φεγγαριού και του αγοριού, κληρονόμοι του Τάγματος του Ήλιου».

Ο Έλιο ρίγησε, ένιωσε λες και του είχαν ρίξει πάνω του έναν κουβά με πάγο. Δεν μπορούσε να καταλάβει από πού γνώριζε ο πράκτορας της ΜΙ6 για τα Τάγματα, αλλά κυρίως, δεν μπορούσε να καταλάβει τι του έλεγε.

Το Τάγμα του ΦεγγαριούWhere stories live. Discover now