ΚΟΥΜΠΝΩ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΑ ΤΑ ΔΥΟ ΚΟΥΜΠΙΑ του σακακιού μου καθώς ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου και κατεβαίνω. Η νύχτα είναι ψυχρή, με έναν λεπτό αέρα να σέρνει την υγρασία στα κόκαλά μου, μα εγώ είμαι προετοιμασμένος. Η αναμονή, άλλωστε, δεν είναι κάτι καινούριο. Το σκοτάδι είναι σύμμαχός μου, το έχω συνηθίσει πια. Το σπίτι απέναντι στέκεται σιωπηλό, σαν άγρυπνος φρουρός, με τα κλειστά παράθυρά του να μοιάζουν σαν μάτια που παρατηρούν κάθε κίνηση.
Είχα καθίσει επί ώρες στο αυτοκίνητο, παρακολουθώντας με προσήλωση κάθε γωνιά του κτιρίου. Οι ώρες περνούσαν αργά, σχεδόν βασανιστικά. Κάθε τόσο κοίταζα το ρολόι μου, μα ο χρόνος έμοιαζε να έχει παγώσει. Κι όμως, ήξερα πως θα εμφανιστεί. Πάντα εμφανιζόταν. Ένα σύστημα, μια ρουτίνα την οποία είχα αναλύσει μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Σήμερα, δεν θα έκανε κάτι διαφορετικό. Σήμερα, θα ερχόταν. Κι όπως είχα υπολογίσει, η στιγμή ήρθε.
Μετά από δύο ώρες απόλυτης ακινησίας, το σκοτάδι άρχισε να σπάει. Πρώτα φώτισε το σαλόνι, το φως απαλό, σχεδόν ζεστό, να γεμίζει το χώρο μέσα από τα κλειστά παντζούρια. Αμέσως μετά, το φως στον διάδρομο άναψε, και τέλος, το υπνοδωμάτιο. Οι κινήσεις του ατόμου ήταν αργές, σχεδόν τελετουργικές, σαν κάποιος που επιστρέφει σ' έναν γνώριμο και ασφαλή χώρο μετά από μια κουραστική μέρα.
Το σπίτι το είχα μελετήσει εξονυχιστικά. Γνώριζα κάθε του γωνία, κάθε χαραμάδα και σκιά. Είχα δει το εσωτερικό του από φωτογραφίες, από παρακολουθήσεις που κρατούσαν εβδομάδες. Ήξερα πού βρίσκεται το καθιστικό, πού το υπνοδωμάτιο, ακόμα και πού άφηνε το κλειδί όταν επέστρεφε. Το μυαλό μου είχε χαρτογραφήσει το χώρο με μαθηματική ακρίβεια. Κάθε μικρή λεπτομέρεια είχε σημασία, κάθε ανεπαίσθητος ήχος μπορούσε να αποκαλύψει κάτι που να μην είχα υπολογίσει.
ESTÁS LEYENDO
Fallen Angel
Chick-LitΑιχμαλωσία: «ποια στον διάολο είσαι, Angelica Russo;» «κάποιου είδους φάντασμα; Δημιούργημα της φαντασίας σου για να μην είναι βαρετή η ζωή σου; Ίσως;» «το μίσος είναι υπερβολικά δυνατό, πολύ πραγματικό για να είσαι ένα δημιούργημα της φαντασίας μου...