Κεφάλαιο Εικοστό
Τίτλος κεφαλαίου: «Σ’αγαπώ μικρή αλήτισσα»Μιχαήλ Αθανασιάδης
Φτάσαμε στο σπίτι μέσα στην ησυχία. Εκείνη δεν μιλούσε, και εγώ γνωρίζω πως κάτι δεν πάει καλά από την στιγμή που την είδα να κάθεται στο τμήμα πανικόβλητη, με τον Νίκο να προσπαθεί να την ηρεμήσει.
Όμως ήξερα πως αν την πίεζα, εκείνη θα το έβαζε στα πόδια, έτσι έκανε και όταν ήταν μικρή. Ανοίγω την πόρτα του δωματίου μου και βγαίνω, προχωρώντας προς το σαλόνι. Όταν φτάσαμε, της είπα πως μπορεί να κάνει ένα μπάνιο και να αλλάξει στο δεύτερο δωμάτιο του σπιτιού, και εκείνη απλά μου έγνεψε καταφατικά.
Φαίνεται πως είχε τελειώσει νωρίτερα από εμένα όμως. Καθόταν στον καναπέ και κάτι κρατούσε στα χέρια της.
Πλησιάζοντας την, παρατηρώ ότι κρατάει το άλμπουμ με τις φωτογραφίες που μου είχε φτιάξει εκείνη όταν ήταν πιο μικρή. «Δεν το πέταξες…» ψιθυρίζει, και εγώ τσιτώνομαι αμέσως με τον τόνο της φωνής της, και με το γεγονός ότι κατάλαβε χωρίς να με δει ότι ήμουν πίσω της. «Δεν θα το πετούσε, Ιφιγένεια…» της απαντώ, τρομαγμένος, μα εκείνη γυρνάει και μου χαμογελάει απαλά, σβήνοντας για λίγο τον φόβο μου.
Περπατάω μπροστά από τον καναπέ και κάθομαι δίπλα της. Εκείνο γυρίζει ξανά το βλέμμα της στις φωτογραφίες, και κοιτάζει ανέμελα κάθε μία από αυτές.
«Γιατί το κράτησες;» ρωτά ξανά, μα δεν με κοιτάζει. «Ιφιγένεια…» την επιπλήττω, και εκείνη γυρνάει τότε.«Όταν θα μου μιλάς, θα με κοιτάς στα μάτια» της λέω, και εκείνη κουνάει το κεφάλι της, αποφεύγοντας το βλέμμα μου ξανά. Ίσως να φταίει που είμαι ημίγυμνος; Δεν είμαι χαζός να το πιστέψω αυτό. «Αρκετά…» ψιθυρίζω και την πιάνω από το χέρι. «Ώρα για ύπνο» συνεχίζω, και εκείνη απλά με αγνοεί.
Σηκώνομαι, και την τραβάω στο σώμα μου απαλά. Εκείνη δεν κάνει κίνηση να κουνηθεί, έτσι, σε μία αυθόρμητη κίνηση, την σηκώνω στην αγκαλιά μου και προχωράει προς το δωμάτιό μου.
Όταν πλέον έχουμε φτάσει στο δωμάτιο, πλησιάζω το κρεβάτι και την αγγίζω απαλά.Κάτι δεν πάει καλά, έχω ξεκινήσει να φοβάμαι τι είναι αυτό που σκέφτεται. Την βοηθάω να σκεπαστεί με το σεντόνι, και κάθομαι δίπλα της στο κρεβάτι, εφόσον ούτε εκείνη έχει ξαπλώσει. «Το ξέρεις ότι δεν έφυγα για να σε πληγώσω, έτσι;» την ρωτάω, μα δεν την αφήνω να απαντήσει.
«Όπως είπες και η ίδια, ο λόγος που εξαφανίστηκα ήταν επειδή ήθελα να προστατέψω την κυρά Αλέκα και την Φαίδρα. Όμως…» ξεφυσάω και την κοιτάω στα μάτια.
«Έχεις δίκιο όταν λες πως θα μπορούσα να επιστρέψω. Έπρεπε να επιστρέψω… Αλλά… Ήμουν τόσο μπερδεμένος στην αρχή. Ένιωθα τόσα πράγματα για εσένα… Το χειρότερο είναι ότι ένιωθα τόσο γαμημένα άχρηστος και κακός;» αναρωτήθηκα φωναχτά.
«Δεν ξέρω… Δεν ήθελα να καθορίσω την ζωή σου εγώ… Αν επέστρεφα τι θα κατάφερνα; Θα συνέχιζες να είσαι κολλημένη μαζί μου, και εγώ με εσένα… Αλλα ήσουν μωρό ρε γαμώτο… Ήταν τόσο περίεργο, σιχαινόμουν τον εαυτό μου…» κουνάω το κεφάλι μου και ξεφυσάω ξανά.
«Απλά… Δεν ήξερα πως να σου μιλήσω μετά από τόσα χρόνια, και έτσι δεν επέστρεψα ποτέ…»
«Μιχαήλ» την ακούω, και μόνο τότε συνειδητοποιώ πως έχει έρθει πολύ κοντά μου. Με μία κίνηση, κάθεται στην ποδιά μου, και εγώ την κοιτάω έκπληκτος.
«Ας σταματήσουμε να σκεφτόμαστε το παρελθόν, ναι;» ρωτάει και με κοιτάζει έντονα, απελπισμένα. «Δεν θέλω να θυμάμαι, γίνεται;» ρωτάει ξανά και εγώ την γνέφω καταφατικά. «Εντάξει μικρή μου…» την αγκαλιάζω σφιχτά. Δεν θέλω να φύγει, θέλω να κοιμηθούμε αγκαλιά απόψε. Θέλω να την έχω κοντά μου, δίπλα μου, να μπορώ να την αγγίζω.
«Σ’αγαπώ μικρή αλήτισσα» της παραδέχομαι, και εκείνη κοκαλώνει στην αγκαλιά μου. Αγγίζει το μέτωπό της στον ώμο μου και με δαγκώνει δυνατά. «Θα σε σκοτώσω…» ψιθυρίζει όταν την φέρνω αισθησιακά κοντά μου.
«Αυτό είναι που θέλεις να μου κάνεις αυτή την στιγμή;» ρωτάει και χαμογελάω στον λαιμό της, κάνοντάς την να γυρίσει και να με αγριοκοιτάξει.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Σταμάτα! ΑΣΤΥΝΟΜΊΑ!
Romance«Ποια είναι αυτή, ρε;» ρώτησε εκείνος, κοιτώντας την μικρότερη κοπέλα άγρια. «Η Ιφιγένεια Χρηστίδου. Δεν την θυμάσαι;» του απάντησε και εκείνος έμεινε στυλωμένος στην θέση του. «Κοίτα τι αλήτισσα έγινε το μικρό» ... «Ποιος είναι αυτός;» τον ρώτησε ε...