Σήμερα θα πάω στο σπίτι του Σωτήρη. Είπε να δούμε καμιά ταινία, να φάμε μαζί, να αράξουμε... “ Ταινία”, χαχαχα... Λες και είμαι καμιά χθεσινή! Όλοι ξέρουν πως αυτές οι ταινίες μένουν πάντα στα μισά, γιατί εκεί που κάθεστε δίπλα-δίπλα στον καναπέ, έχετε φάει, έχετε έρθει λίγο πιο κοντά, νιώθεις ένα χέρι σε κάποιο σημείο πάνω σου, και πριν το καταλάβεις φιλιέστε και είστε ο ένας πάνω στον άλλον.
Πάντως οφείλω να πω ότι η έξοδος για ποτό την προηγούμενη Παρασκευή πήγε καλά, ανέλπιστα καλά. Είχε διαλέξει ένα μικρό μαγαζάκι με ροκ μουσική κάπου στο κέντρο. Περάσαμε όμορφα, ήταν πολύ ευχάριστη η παρέα του και η ώρα περνούσε πολύ γρήγορα όσο ήμασταν μαζί. Ίσως κάτι που βιάστηκα να πω να ήταν και η μόνη βλακεία που έκανα. Η μόνη, αλλά μεγάλη... Είπα ότι δεν ξέρω αν θα έκανα σχέση αυτή την περίοδο, ότι προτιμώ ίσως κάτι πιο χαλαρό για τώρα και δεν είμαι έτοιμη για κάτι που θα έχει υποχρεώσεις και ευθύνες. Και το είπα για να μην τον τρομάξω, πριν αρχίσω όμως να ψυλλιάζομαι ότι “παίζει” και να ενδιαφέρεται για κάτι πιο σταθερό! Έπειτα έμαθα ότι χώρισε πριν από τρία χρόνια, από μεγάλη σχέση κι εκείνος, και όντως φάνηκε άνθρωπος που δεν ψάχνεται δεξιά κι αριστερά, αλλά που θα ήθελε μία κοπέλα σοβαρή δίπλα του. Πάρ’ τα μαλάκα, δεν μαζεύεται τώρα αυτό, το ξέρω. Και το κάνω πάντοτε να σαμποτάρω τον εαυτό μου, κλείνω πόρτες, βάζω όρια, δεν επιτρέπω να με πλησιάσει κάποιος και να μπει στη ζωή μου έτσι εύκολα. Αγχώνομαι. Έκανα βλακεία μεγάλη, δεν πρέπει να το ανοίγω το ρημάδι μου! Λίγη διπλωματία δεν έβλαψε κανέναν, μωρή ηλίθια... Τώρα θα το αφήσω να πάει όπου πάει.
Μπαίνω στο αυτοκίνητο και ξεκινάω. Θα σταματήσω να πάρω κάτι από ζαχαροπλαστείο, δεν μπορώ να πάω πρώτη φορά σε σπίτι με τα χέρια κάτω. Παγωτό ίσως. Πόσο λάθος μπορείς να κάνεις με παγωτό; Η διαδρομή δεν είναι μεγάλη, ούτε έχει κίνηση στον δρόμο. Το σπίτι του Σωτήρη είναι μία όμορφη μονοκατοικία, με μεγάλη αυλή και κήπο, μακριά από τη φασαρία των πυκνοκατοικημένων περιοχών της Αθήνας. Κατεβαίνω απ’ το αυτοκίνητο και του στέλνω μήνυμα, να ειδοποιήσω πως είμαι απ’ έξω. Η πόρτα του γκαράζ ανοίγει και ο Σωτήρης με υποδέχεται με χαμόγελο:
«Καλώς την!»
«Τα κατάφερα!»
«Εντάξει με το GPS; Τα βρήκες;»
«Ναι, αν και μπερδεύομαι κάποιες φορές μ’ αυτήν, όλα καλά!», απαντώ καθώς πηγαίνου¬με προς την κύρια είσοδο του σπιτιού. «Μα τι όμορφα που είσαι εδώ! Έχεις το πράσινό σου, τα δέντρα σου...». Το γιασεμί στα αριστερά μου με κάνει να πάρω μια βαθιά ανάσα με κλειστά τα μάτια.
«Είδες; Ωραία είναι, έχω εδώ και τους μουσαφιραίους, που τρελαίνονται για τον κήπο!», και λέγοντας αυτά σκύβει δίπλα στην πόρτα, για να σηκωθεί με ένα μικρό γκρι γατάκι στα χέρια του.
«Τι είναι αυτό το πλάσμα;!!», νιώθω την καρδιά μου να λιώνει σαν βούτυρο εκτός ψυγείου με το που το χαϊδεύω στο κεφαλάκι του. Κοιτάω κάτω και να σου άλλα δύο! «Πού βρέθηκαν μωρέ, τα γλυκούλια;!»
«Εδώ γεννήθηκαν, είναι πολύ μικρά ακόμα και δεν ξέρω πώς να τα ονομάσω! Θα πρέπει να περιμένω μερικές μέρες, μήπως φανεί...“κάτι”», λέει γελώντας.
Ανοίγει την πόρτα και μπαίνουμε στο σπίτι. Το μεγάλο ισόγειο έχει στα αριστερά την κουζίνα και στα δεξιά ένα ευρύχωρο σαλόνι με τζάκι. Ευθεία διακρίνω το μπάνιο και στις διπλανές του πόρτες από μία κρεβατοκάμαρα.
«Τι όμορφο! Και άπλα... ΠΟΛΥ όμορφο!»
«Ευχαριστώ! Έχει κι άλλο δωμάτιο με μπάνιο στον πάνω όροφο. Έλα να δεις και τον πίσω κήπο, αν και παίρνει να νυχτώνει, δεν ξέρω τι θα καταφέρεις να δεις, αλλά έτσι, για να πάρεις μία ιδέα», και πηγαίνοντας στην κουζίνα ανοίγει την πίσω πόρτα. «Κλείσε τη σίτα πίσω σου μόνο, γιατί εδώ τα κουνούπια έχουν θράσος!»
Βγαίνοντας στην πίσω πλευρά του σπιτιού βλέπω έναν μεγάλο κήπο με δέντρα και στα αριστερά μία τραπεζαρία με μπάρμπεκιου. Πραγματικά υπέροχο... Μπαίνουμε πάλι μέσα, κάθομαι στον τριθέσιο καναπέ του σαλονιού και αφήνω το κινητό μου στο τραπεζάκι.
«Τι λες να παραγγείλουμε; Τι σου έχει λείψει;»
«Πίτσα; Έχω καιρό να πάρω...»
«Ναι, αμέ! Κι έχω και καλό μαγαζί εδώ κοντά, θα σου αρέσει». Ο Σωτήρης κάνει την παραγγελία και κάθεται δίπλα μου στον καναπέ. «Για κωμωδία έλεγα, έχω βρει μία καλή. Θες να την ξεκινήσουμε μέχρι να έρθει το φαγητό;»
«Ναι, βάλ’ την.»
«Τέλεια. Απλώσου, βολέψου, θες να βγάλεις παπούτσια, ό,τι θέλεις.»
«Ok, έρχομαι!». Σηκώνομαι απ’ τον καναπέ, πηγαίνω στην είσοδο και αφήνω εκεί τα παπούτσια μου.
«Θες να σου δώσω κανένα σορτς να είσαι άνετα;»
«Όχι, είμαι κομπλέ!»
Σβήνει το μεγάλο φως του σαλονιού και αφήνει ανοιχτό μόνο το μεγάλο αμπαζούρ που βρίσκεται σε μία γωνία πίσω απ’ τον καναπέ. Επιστρέφω στη θέση μου και απλωνόμαστε με τα πόδια στο μπροστινό τραπεζάκι. Ο καναπές είναι πολύ αναπαυτικός και μετά από μια κουραστική εβδομάδα στη δουλειά το χρειαζόμουν αυτό.
Ακούμε το κουδούνι μετά από κανένα μισάωρο. Πατάμε παύση στην ταινία κι αρχίζουμε να φέρνουμε απ’ την κουζίνα πιάτα, ποτήρια...
«Τρώμε και συνεχίζουμε μετά;», μου λέει.
«Ταυτόχρονα μωρέ, εξάλλου είναι τέτοια η ταινία που δεν θέλει συγκέντρωση να καταλάβεις κάποιο νόημα. Ευτυχώς δηλαδή, είχα ανάγκη από κάτι χαλαρό!»
«Ok.»
«Να σου πω, ν’ αφήσεις χώρο για το παγωτό, είναι χειροποίητο, πρέπει να το δοκιμάσεις.»
«Μην φοβάσαι... Για τα γλυκά υπάρχει έξτρα χώρος!»
«Ξέρω! Και μια που το είπες, δεν το βγάζεις απ’ την κατάψυξη να μην γίνει πέτρα; Να το έχουμε κι αυτό στο τραπέζι, μην σηκωνόμαστε μετά», λέω ενώ αφήνω πιάτα στο τραπεζάκι του σαλονιού. Κάθομαι στον καναπέ και τον περιμένω.
«Σωστή, να παίρνει θερμοκρασία όσο τρώμε», λέει κι ανοίγει το συρτάρι με τα μαχαιροπίρουνα. «Πάτα το play, έρχομαι... Να σου πω, κουτάλια φέρνω μόνο! Έχεις θέμα; Θες και μπολ;»
«Όχι, παιδί μου, τι μπολ, όπως είναι! Έλα, έλα μην χάνεις την ταινία!»
Ο Σωτήρης επιστρέφει με το παγωτό. Έχω χαλαρώσει και νιώθω ήδη τόσο οικεία, σαν να είμαι στο σπίτι μου, σαν να μένω εδώ χρόνια... Δεν ντρέπομαι καν να φάω μπροστά του, που με άλλους έχω συχνά μεγάλο θέμα. Βλακωδώς θα μου πεις, αλλά έλα τώρα, το έχω, τι να κάνω;
Πω, πω... Το μαγαζάκι αυτό κάνει όντως τρομερή πίτσα. Με ρωτάει πώς μου φάνηκε και κάνω μόνο νοήματα με τα χέρια μου... Ανοίγει το παγωτό κι εγώ πηγαίνω τα πιάτα μας στην κουζίνα.
«Πωωωω, τι έφερες, ρε, τα πάντα όλα; Αμάαααν...»
«Ε, δεν ήξερα τι σου αρέσει κι έφερα διάφορα!», απαντώ και ανοίγω τη βρύση του νεροχύτη.
«Ρε! Καλεσμένη και πλένεις τα πιάτα; Κάτσε κάτω!»
«Δύο λεπτά υπόθεση είναι! Εξάλλου κάνω ό,τι θα έκανα και στο σπίτι μου. Δεν θες να νιώθω άνετα;»
«Εάν το θέτεις έτσι...»
«Δοκίμασε παγωτό να μου πεις! Είναι από ένα ζαχαροπλαστείο κοντά στο σπίτι, από ’κεί θυμάμαι μας έφερναν οι θείοι μου γλυκά όταν έρχονταν για επίσκεψη. Χρόοονια...»
«Τέλειο είναι», απαντάει μπουκωμένος, «άντε, έλα μπας και το προλάβεις...»
«Δύο κιλά παγωτό, ρε άνθρωπε, δεν θα προλάβω;!»
Επιστρέφω στον καναπέ και μου επιτίθεται με μια γεμάτη κουταλιά της σούπας παγωτό...
«Έλα, ξεκίνα!»
«Σιγά, καλέ, θα με μπουκώσεις!», παραπονιέμαι γελώντας, όσο το στόμα μου γεμίζει με την κρέμα βανίλια. «Αααα, τώρα θα δεις, οφθαλμόν αντί οφθαλμού», λέω και γεμίζω το δικό μου κουτάλι όσο μπορώ. «Έλα, “αεροπλανάκι”... Καλή η bueno;»
«Μμμμμ...»
Πατάει το play κι απλώνω το ένα πόδι μου στο τραπεζάκι και το άλλο πάνω του. Περνάει το ένα χέρι του πίσω απ’ την πλάτη μου και κατά διαστήματα παίρνει κουταλιές απ’ το παγωτό που κρατάω αγκαλιά.
«Α, πα, πα, πάρ’ το μου», λέω, «όσο το κρατάω θα το τελειώσω!»
«Ναι, δίκιο, κάτσε να το βάλω κατάψυξη... Κι έρχεται και καλοκαίρι, να μπορώ να βγω παραλία!»
Έρχεται πάλι στον καναπέ, παίρνει από μόνος του το πόδι μου και το βάζει ξανά πάνω του. Σε κάποιον άρεσε φαίνεται που το είχα εκεί! Το χέρι του ακουμπάει πάνω στο μπούτι μου και το σφίγγει ελαφρώς. Παράλληλα νιώθω κάτι να σκληραίνει εκεί που βρίσκεται το πόδι μου... Το χέρι του πλησιάζει αργά-αργά στον προσαγωγό μου. Δεν αντιδρώ, τον αφήνω να προχωρήσει εκεί που θέλει. Οι κινήσεις του είναι ήρεμες και με κάνουν να χαλαρώνω περισσότερο. Μου αρέσει αυτό που μου κάνει και είμαι περίεργη να δω για πόσο θα αντέξει... Τα δέκα λεπτά που πέρασαν θα πρέπει να ήταν βασανιστικά για εκείνον. Νιώθω ότι διαστάζει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα τον βγάλω απ’ τη δύσκολη θέση, θέλω να το κάνει από μόνος του.
Η επόμενη του κίνηση πρέπει να ήταν ίσως η πιο βασανισμένη του σκέψη. Όπως η λέαινα που παραμονεύει την αντιλόπη και περιμένει την κατάλληλη στιγμή, ορμάει στον λαιμό μου αιφνιδιαστικά. Νιώθω εκεί τη γλώσσα του και ασυναίσθητα κλείνω τα μάτια. Με πιάνει απ’ τη μέση και με τραβάει ακόμη πιο κοντά, με κολλάει στο σώμα του. Τα χείλη του ανεβαίνουν μέχρι που συναντούν τα δικά μου και τα χέρια του είναι στους μηρούς μου, χαϊδεύουν έντονα την εσωτερική τους πλευρά. Με φιλάει με την ίδια ένταση που με αγγίζει και νιώθω πως θέλω τα πάντα... Με σηκώνει και με βάζει πάνω του ενώ συνεχίζει να με φιλάει, κι αυτή τη φορά τα χέρια του με χουφτώνουν άπληστα στον κώλο. Αισθάνομαι τον καβάλο του πρησμένο και το αίμα που ρέει στο σύστημά μου αρχίζει να συγκεντρώνεται χαμηλά...
«Σήκω, πάμε μέσα», τον ακούω να λέει και χαμογελάω πονηρά.
Το δωμάτιό του είναι μεγάλο και το παράθυρο βλέπει στην πίσω πλευρά του σπιτιού. Στα αριστερά είναι το γραφείο με τον υπολογιστή και στα δεξιά η ντουλάπα που εκτείνεται κατά μήκος του τοίχου. Δεν ανάβει κανένα φως, αφήνει ανοιχτή την πόρτα και το όποιο φως έρχεται μόνο από το σαλόνι. Με ξαπλώνει στο διπλό κρεβάτι. Οι μπλούζες είναι αυτές που βγαίνουν πρώτες. Ανάμεσα στα φιλιά τον αγγίζω στις πλάτες και δεν μπορώ να μην τον γρατζουνίσω... Μου βγάζει το δαντελένιο σουτιέν που φοράω και γλύφει τις ρώγες μου... Ω, Θεέ μου, έχω τρελή ευαισθησία εκεί!! Είναι απίστευτο το πως νιώθω απευθείας το αίμα να συγκεντρώνεται ξανά στην κλειτορίδα μου με τον ίδιο ρυθμό των παλμών της καρδιάς. Αυτή η αίσθηση με κάνει να ανυπομονώ για πράγματα...
Ο Σωτήρης λύνει τα κορδόνια της φόρμας μου και τη βγάζει, αφήνοντάς με μόνο με το μαύρο μου εσώρουχο. Σηκώνεται από πάνω μου για να βγάλει κι αυτός ό,τι περιττό από πάνω του, αποκαλύπτοντας κάτι μεγάλο που με κάνει να ανοίξω τα μάτια μου διάπλατα. Το πάχος του με κάνει να υγραίνομαι... Έρχεται ξανά πάνω μου και βγάζει το εσώρουχό μου. Φέρνω στα χείλη μου το δεξί μου χέρι και το σαλιώνω αρκετά. Τον πιάνω σφιχτά και ανεβοκατεβάζω το χέρι μου στο παλλόμενο από ανυπομονησία πέος του. Εκείνος αναστενάζει και γίνεται ακόμα πιο σκληρός. Γυρίζω το σώμα μου έτσι ώστε να βρεθεί ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Κατεβαίνω χαμηλά τουρλώνοντας τον κώλο, για να τον πάρω στο στόμα μου και με το που νιώθει τη γλώσσα μου υγρή πάνω του, το σώμα του τρέμει καθώς το διαπερνάει η καύλα. Θέλω να τον τρελάνω, να τον κάνω να μην αντέχει άλλο... Συνεχίζω ταυτόχρονα με το δεξί μου χέρι... Προσπαθεί να συγκρατηθεί για να μην με βουτήξει! Ακριβώς το σημείο που ήθελα να τον φτάσω...
Σταματάω, τον καβαλάω ανάποδα και συνεχίζω. Δεν βλέπω πλέον το πρόσωπό του, αλλά είμαι σίγουρη πως απολαμβάνει τη θέα... Με τα χέρια του μού ανοίγει τα αναψοκοκκινισμένα χείλη και τα δύο δάχτυλα που περνάει ανάμεσά τους γεμίζουν από υγρά. Θέλω πολύ να με γλείψει, μα δεν το κάνει και η ανυπομονησία με τρελαίνει! Τον έχω στο στόμα μου και φαντάζομαι να με γλύφει βαθιά στην πίσω τρύπα μου όσο μου την κρατάει ανοιχτή με τα χέρια του... να μου βάζει εκεί δάχτυλο ενώ με τη γλώσσα του σκληρή ταλαιπωρεί το “κουμπάκι” μου που έχει πρηστεί... Θέλω να νιώσω αυτόν τον χοντρό πούτσο μέσα μου! Γυρνάω κανονικά πάνω του και τον κοιτάζω πονηρά. Αγγίζω την κλειτορίδα μου και παίζω μαζί της κουνώντας δεξιά και αριστερά τον δείκτη μου, με αργές κινήσεις, μέχρι που γέρνω το κεφάλι μου προς τα πίσω αναστενάζοντας... Με μιας ανοίγει το συρτάρι του κομοδίνου στα δεξιά του.
«Καν’ το μου πιο υγρό...», λέει λιγωμένα κι ανοίγει βιαστικά ένα προφυλακτικό. Αφήνω να στάξει αρκετό σάλιο πάνω του και στ’ αλήθεια δεν μπορώ να περιμένω άλλο... Ακουμπάει το κεφαλάκι στην κλειτορίδα μου, πάνω-κάτω... Ααααχχ, μην με παιδεύεις άλλο!!!
«Σε παρακαλώωω! Δώσ’ τον μου..!»
Παραληρώ! Τρέμω... Τον βάζει μέσα μου αργά-αργά και η αίσθηση του να με γεμίζει με αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Χαμηλώνω το σώμα μου για να νιώσω όλο το μήκος μέχρι τη βάση του και με εκπλήσσει το πόσο υπέροχα εφαρμόζει... Ανεβοκατεβαίνω πάνω του χωρίς να βιάζομαι, θέλω μόνο να το απολαύσω... Μου δίνει ολοένα και πιο γρήγορο ρυθμό πιάνοντάς με δεξιά κι αριστερά από τη μέση και με κουμαντάρει πάνω-κάτω. Οι ανάσες μας κονταίνουν, δεν μπορώ να πνίξω τα βογγητά μου, παρόλο που προσπαθώ κλείνοντας το στόμα μου με το χέρι. Μπαίνει τόσο βαθιά που με αγγίζει στη μήτρα, όχι δυνατά, όσο πρέπει. Το λατρεύω!
Με παίρνει αγκαλιά, με γυρνάει στο πλάι και ξαναμπαίνει μέσα μου. Πλέον γλιστράει πολύ, κάνοντας την αίσθηση ακόμα καλύτερη. Όσο με παίρνει κοιτιόμαστε βαθιά στα μάτια και ενδιάμεσα με φιλάει παθιασμένα. Για κάποιον λόγο αισθάνομαι έναν άγριο ρομαντισμό στην ατμόσφαιρα. Τα μάτια του λάμπουν... Έρχεται από πάνω μου και με πειράζει ξανά στην κλειτορίδα, μεταφέροντας εκεί τα υγρά μου. Γλύφει ξανά τις ρώγες μου και κάτι σαν ηλεκτρικό ρεύμα ξεκινάει από ’κει, με διαπερνάει και καταλήγει χαμηλά... Συνεχίζει χωρίς να μπαίνει μέσα μου, είναι βάσανο η αναμονή!
«Τον θέλεις;;», με ρωτάει, και η φωνή του ακούγεται στιβαρή, σίγουρη.
«Ναιιι, σε παρακαλώ!!»
«Πάρ’ το...», απαντά και νιώθω να με γεμίζουν ξανά τα δεκαεννιά εκατοστά του, αφήνοντάς με έτσι, με το στόμα ανοιχτό και την απόλαυση να πλημμυρίζει όλο μου το εσωτερικό, από τον κόλπο μέχρι το στήθος μου. Κινείται μέσα κι έξω με σταθερό ρυθμό, η αίσθηση είναι απίστευτη!
«Τρελαίνομαιιι! Τρελαίνομαι να είσαι μέσα μου!!!»
Δεν μπορώ να συγκρατήσω τις φωνές μου, κι αφού δεν υπάρχουν άλλα σπίτια τριγύρω δεν υπάρχει και λόγος. Πόσο θα ήθελα να μου το κάνει όλο το βράδυ!
Ο ίδιος φτάνει στα όριά του... Δεν πίστευα ποτέ ότι θα μου άρεσε τόσο πολύ να ακούω έναν άντρα να τελειώνει, ως τώρα μου ήταν τόσο αδιάφορο... Αφήνει όλο του το βάρος πάνω μου και αισθάνομαι στο στέρνο μου την καρδιά του να χτυπά γρήγορα και δυνατά. Το μυαλό μου είναι άδειο... Προσπαθεί να καταλάβει αν το μήνυμα που δίνει η καρδιά είναι σωστό ή παραπλανητικό...
![](https://img.wattpad.com/cover/375614439-288-k596813.jpg)
KAMU SEDANG MEMBACA
ΤΡΙΑ ΕΝΑ
ChickLit«Ήξερε ότι η βραδιά δεν θα κλείσει απλά έχοντας πιει ένα ποτό. Η ατμόσφαιρα εκεί σαν να μην σε αφήνει. Σαν να σε τυλίγει ένα πέπλο ερωτικό, αέρινο με το που πατάς το πόδι σου μέσα. Σαν από αυτό το πέπλο να σχηματίζονται δύο χέρια που νοητά σου βγάζο...