-Rebekah-
Γνώρισα την Mariana και είναι τόσο υπέροχη και ταιριάζει τέλεια με τον πατέρα μου. Είναι γλυκιά, έχει απίστευτα μάτια και ειλικρινά ψυχή μάλαμα.
Ο χρόνος που περνούσα μαζί τους ήταν υπέροχος και κάθε φορά με έκαναν να γελάω, αλλά μετά επέστρεφα στο δωμάτιο μου και ο εφιάλτης επέστρεφε.
Ο πατέρας μου με έβλεπε, αλλά δεν μπορούσε να μου πάρει λέξη. Έχει μιλήσει και με τον Justin, αλλά δεν κατάφερε να βγάλει άκρη.
Ο Justin από την άλλη τηλεφωνεί ξανά και ξανά μα εγώ απορρίπτω τις κλήσεις του. Έχουν περάσει δέκα ολόκληρες μέρες και η μητέρα μου με ρωτάει συνεχώς πότε θα γυρίσω. Δεν είναι βέβαια ότι την πειράζουν οι απουσίες στο σχολείο, αλλά με θέλει κοντά της. Εγωιστικό.
«Πρέπει να κάνουμε κάτι, Jaylene» ακούω τον πατέρα μου να μιλάει στο τηλέφωνο με την μητέρα. «Είναι όλη μέρα στο κρεβάτι, αμήλιτη. Προσπαθώ να μάθω τι συνέβη όμως δεν βγάζω άκρη» συνεχίζει και ακολουθεί σιωπή μερικών λεπτών. «Μπορείς να μου δώσεις τον Justin στο τηλέφωνο; Ναι περιμένω»
Δάκρυα ξεσπάνε από τα μάτια μου και κάθομαι στο πάτωμα. Ο πατέρας μου δεν είναι ο πατέρας μου, τώρα το συνειδητοποίησα. Αν ο μπαμπάς δεν ξέρει για την ύπαρξη του Justin ως παιδί του, αυτό σημαίνει ότι... Θεέ μου..
«Justin, τσακωθήκατε; Είναι στο δωμάτιο και δεν μιλάει σε κανέναν..» σιωπή. «Έχει να βγει δυο μέρες. Με το ζόρι τη βάζω να φάει.. Κάτι της συμβαίνει» συνεχίζει. «Όχι, όχι. Είπα στη Jaylene να σε στείλει εδώ, αλλά ο πατέρας σου διαφωνεί» Όχι, όχι να μην έρθει. «Δεν μπορούμε να το δικαιολογήσουμε. Προσπάθησε να της μιλήσεις» Σιωπή. «Τι εννοείς δεν απαντάει στις κλήσεις σου; Μισό λεπτό να σου τη δώσω» λέει και κατευθύνεται προς το δωμάτιο μου. Αμέσως πηδάω στο κρεβάτι και τραβάω την κουβέρτα έως το κεφάλι, προσποιούμενη ότι κοιμάμαι.
Ο πατέρας μου μπαίνει αθόρυβα στο δωμάτιο μου και κάθεται στην άκρη του κρεβατιού μου.
«Rosie μου» με ταρακουνάει λίγο και αλλάζω πλευρό, μουρμουρίζοντας. «Πάρε λίγο το τηλέφωνο»
«Ποιος είναι;»
«Ο Justin και πρέπει να του μιλήσεις παιδί μου! Δεν ξέρει τι σου έκανε ο άνθρωπος και δεν του μιλάς» λέει και αναστενάζω. Παίρνω το πιο σκληρό μου ύφος και τον κοιτάω ψυχρά.
«Πες του να μην μου ξανά τηλεφωνήσει, να με ξεχάσει και όταν με το καλό γυρίσω στο σπίτι, να κάνει σαν να μην υπάρχω» λέω με ένα ανέκφραστο βλέμμα και εκείνος με κοιτάει γουρλώνοντας τα μάτια.
YOU ARE READING
The Awkward Moment.
FanfictionΗ Rebekah Rosalie Adams συνομιλεί με τον Angel, όπως τον αναφέρει φύλακα άγγελο της μέσω ενός άγνωστου chat χωρίς να γνωρίζει πως μοιάζει ή πως είναι το όνομα του. Σε αυτόν, μπορούσε να λέει τα πάντα και αυτός την συμβούλευε κάνοντας την πάντα να νι...