Ρίχνω το βλέμμα μου στη μάχη.
Με φτιάχνει.
Δεν είμαι πτώμα.
Οχι ακόμη τουλάχιστον.
Την τελευταία μου ανασα στη μάχη θα ελευθερωσω με ενα μαχαίρι σφηνομενο στο κρανίο μου.
Μα μέχρι τότε θα πολεμώ.Ας χάσω την πρύμνη μου στις συμπληγάδες.
Στην Ταυριδα ας μείνω για να σαλπάρει το πλοίο.
Απο εξι πεινασμενους λαιμούς ας θρηνησω τους ναυτικούς μου.
Πάλι θα ανασάνω.
Πάλι θα παλέψω.
Γιατι αν κάτι μισώ πιο πολύ απο τους ρηχους ανθρώπους είναι η δειλία.
Άν κάτι σφίγγει το στομάχι μου και με λούζει θανατηφόρο ιδρώτα,είναι η αποτυχία.
Αν κάτι με γοητεύει,ειναι το άγνωστο.
Δε φοβάμαι τίποτα.
Ίσως τη λήθη μόνο.
Ξυπνάω πνιγμένη στο αίμα μου.
Ριχνομαι στον πόλεμο πάλι.