Η Δέσποινα ήταν από τους τελευταίους που θα έδιναν κατάθεση. Κοίταξε τη Φωτεινή ψυχρά, με την πιο αυστηρό της ύφος. Δεν έδειχνε καθόλου πρόθυμη να βοηθήσει στις έρευνες τους.
-Καθίστε κυρία Παππά. Θα είναι μερικές απλές ερωτήσεις, τίποτα παραπάνω.
-Αυτό το ξέρω και είμαι έτοιμη να σας απαντήσω σε ότι μπορώ. Ας μην καθυστερούμε, πρέπει να γυρίσω στο σπίτι μου.
Η Φωτεινή δυσανασχέτησε με το ύφος της αλλά δεν το έδειξε.
-Ας αρχίσουμε λοιπόν. Κυρία Παππά, που βρισκόσασταν το βράδυ της 22ας Ιουνίου;
-Ήμουν στο σπίτι μου και έβλεπα τηλεόραση.
-Από τι ώρα;
-Πρέπει να ήταν από τις δέκα. Ήθελα να δω δύο αστυνομικές ταινίες.
-Και μέχρι τι ώρα;
-Μέχρι τις δύο, περίπου.
-Μάλιστα. Ήταν ωραίες αυτές οι ταινίες;
-Πως;
-Σας άρεσαν;
-Ε... καλές ήταν.
-Και μετά; Τι κάνατε μετά;
-Πήγα να κοιμηθώ.
-Μήπως ακούσατε ή είδατε κάτι περίεργο στη μέση της νύχτας;
-Κοιτάξτε... λίγο δύσκολο να δω κάτι, αφού κοιμόμουν. Και όχι, δεν άκουσα τίποτε.
-Είστε σίγουρη;
-Απολύτως!, απάντησε η Δέσποινα κοφτά.
-Ποια η σχέση σας με τον κύριο Ευσταθίου;
-Μιλούσαμε, όποτε τον έβλεπα. Μερικές φορές έκανα και τα μερεμέτια στο σπίτι, έπιαναν τα χέρια του σε αυτά. Ξέρω επίσης, ότι είχε ταλέντο στη ζωγραφική. Συνέχεια τον έβλεπα με ένα τετράδιο και ένα μολύβι.
-Τι χρώματος;
-Το τετράδιο; Νομίζω μπλε.
-Μάλιστα. Άρα είχατε μια πιο στενή σχέση μαζί του.
-Ναι.
-Και φαντάζομαι ότι θα σας είχε εκφράσει τις ανησυχίες του, τον τελευταίο καιρό.
-Όχι. Δεν πολυμιλούσε για τον εαυτό του.
-Πόσο καιρό μένετε στη πολυκατοικία;
-Κοντά δέκα χρόνια, από τότε που φτιάχτηκε.
-Μπορεί κανείς να επιβεβαιώσει όλα αυτά που μας είπατε;
-Όχι, δυστυχώς. Κανείς δεν ήταν μαζί μου.
-Μάλιστα. Είστε αριστερόχειρας ή δεξιόχειρας;
-Δεξιόχειρας.
-Υπογράψτε εδώ...
Η Δέσποινα σηκώθηκε απότομα από την καρέκλα της.
-Μπορώ να φύγω, σωστά;
-Ναι. Θα σας ενημερώσουμε αν προκύψει κάτι...
--------
Τελευταίος ήταν ο Χαρίλαος.
Εκείνος έδειχνε πιο άνετος, σαν να βρισκόταν στο δικό του κόσμο. Είχε το ύφος του νικητή, χαμογελούσε με αυτοπεποίθηση.
-Χαίρετε.
-Γεια σας κύριε Παπαδόπουλε. Καθίστε παρακαλώ, έχουμε πολλά πράγματα να πούμε.
-Βεβαίως. Να ξέρετε πως θα είμαι ειλικρινής, δεν πρόκειται να κρύψω τίποτα.
-Αυτό ακριβώς θέλω κι εγώ. Λοιπόν είστε συγκάτοικος της Κορίνας Παπαντωνίου;
-Μάλιστα. Και φίλος.
-Φίλος;
-Ναι. Μόνο.
-Πολύ καλά. Πείτε μου, εκείνο το βράδυ είσασταν μαζί ή όχι;
-Μαζί ήμασταν. Κοιμόμασταν από τη μια.
-Μάλιστα. Πως αντιδράσατε όταν αντίκρισατε το πτώμα;
-Πως να αντιδράσω δηλαδή; Στην αρχή ένιωθα μια τάση για εμετό, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήταν πράγματι φρικτό!
-Άρα δεν το περιμένατε. Που σημαίνει ότι όλα ήταν φυσιολογικά στη πολυκατοικία τον τελευταίο καιρό.
-Ακριβώς!
-Πως θα χαρακτηρίζατε τον κύριο Ευσταθίου;
-Καλός άνθρωπος. Ευγενικός, λιγομίλητος ίσως με μια δόση μυστικοπάθειας. Δεν ξέραμε πολλά πράγματα για αυτόν.
-Μάλιστα. Ποιος είχε λόγο να σκοτώσει όμως έναν τέτοιον άνθρωπο;
-Αυτό αναρωτιέμαι κι εγώ.
-Είστε αριστερόχειρας ή δεξιόχειρας;
-Δεξιόχειρας.
-Πολύ ωραία. Παρακαλώ, υπογράψτε τη κατάθεση σας.
-Ναι, φυσικά...
Μόλις έφυγε ο Χαρίλαος φώναξε τον αστυνομικό που στεκόταν έξω από τη πόρτα.
-Άκου. Θέλω τώρα αμέσως να πάτε στο διαμέρισμα του Στάθη Ευσταθίου και να μου φέρετε ότι μπλε τετράδιο βρείτε εκεί μέσα. Κατάλαβες; Και γρήγορα!
Ο αστυνομικός εξαφανίστηκε στο λεπτό και η Φωτεινή κάθισε στο γραφείο της, συγχυσμένη. Αν μπορούσαν να βρουν εκείνο το τετράδιο, ίσως τότε να κατάφερναν να λύσουν το μυστήριο πίσω από τη δολοφονία του Ευσταθίου.
Μια ώρα αργότερα είχε στο γραφείο της αυτό που ζητούσε. Δύο μπλε τετράδια. Το ένα είχε βρεθεί στη βιβλιοθήκη του και το άλλο σε μια κρυφή θέση στο κάτω μέρος του γραφείου του.
Άνοιξε το πρώτο. Ήταν γεμάτο από αριθμούς, εξισώσεις, συναρτήσεις. Μα αυτός ήταν φιλόλογος! Η Φωτεινή ξαφνιάστηκε.
Προφανώς ο Στάθης ήθελε να ακονίσει το μυαλό του, με αυτόν τον τρόπο. Της άρεσε.
Άνοιξε και το δεύτερο τετράδιο με χέρια που έτρεμαν.
Εκεί υπήρχαν ζωγραφιές! Ήταν φανερό πως ο καλλιτέχνης είχε ένα απίστευτο ταλέντο. Όλα ήταν ρεαλιστικά, με την παραμικρή λεπτομέρεια, σχεδιασμένα προσεκτικά και με μολύβει. Δίπλα αναγράφονταν οι χρονολογίες.
Ήταν όλες τους πολύ παλιές. Συνέχισε να κοιτάζει εκστασιασμένη μια μια τη κάθε ζωγραφιά. Έβλεπε ποτάμια, λίμνες, δάση, βουνά.
Σταμάτησε στη τελευταία σελίδα. Το σκίτσο δεν ήταν και τόσο παλιό, αλλά πολύ πιο πρόσφατο σε σύγκριση με τα άλλα. Για την ακρίβεια, ο καλλιτέχνης το είχε αποτελειώσει δυο μέρες πριν από τον φόνο...
Κοίταξε προσεκτικά το βλέμμα ενός αγοριού, που έμοιαζε εκπληκτικά στον Στάθη. Εκείνα τα σκούρα γαλάζια μάτια, είχαν την ίδια μελαγχολία με τα δικά του κι εκείνα τα μαύρα μαλλιά, πρέπει να τα είχε κι αυτός σε πιο νεαρή ηλικία.
Το αγόρι του σκίτσου ήταν υπερβολικά αδύνατο και την κοιτούσε μέσα από το χαρτί με παράπονο. Ανατρίχιασε. Στο σκίτσο κυριαρχούσαν τα σκούρα χρώματα, ένδειξη ότι ο δημιουργός του διέθετε σκοτεινά συναισθήματα ή ακόμα και μια δόση κατάθλιψης. Ποιος ξέρει τι είχε περάσει αυτός ο άνθρωπος και ζωγράφισε κάτι τέτοιο...
---------
Μια σκιά εμφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι. Προχώρησε ως το παράθυρο από όπου έμπαινε δειλά το φως του φεγγαριού και ένα ελαφρύ αεράκι από το άνοιγμα. Στο χέρι, γυάλιζε η λάμψη του μπαλτά, που κρατούσε. Αυτός ο μπαλτάς σε λίγο θα γινόταν κατακόκκινος, θα βαφόταν από το αίμα κάποιου.
Ανέκαθεν σιχαινόταν τους προδότες και τους καιροσκόπους. Είχε έρθει η ώρα λοιπόν να πληρώσει ένας ακόμη άνθρωπος. Με τη ζωή του.
Όπως ακριβώς είχε κάνει κι εκείνος ο σιχαμένος, ο Στάθης.
Η σκιά χαμογέλασε. Ο μπαλτάς που είχε χρησιμοποιηθεί για την δολοφονία εκείνου, βρισκόταν ήδη στο πάτο της θάλασσας και ήταν σίγουρο πως η αστυνομία δεν επρόκειτο να τον ανακαλύψει. Έτσι κι αλλιώς είχε σβηστεί κάθε ενοχοποιητικό στοιχείο, κανένας δεν θα μπορούσε να υποψιαστεί οτιδήποτε, αυτό ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιο.
Άρπαξε από το γραφείο αυτό που ήθελε και κατευθύνθηκε ως την εξώπορτα. Ήταν ακριβώς τρεις το πρωί.
Προχώρησε αθόρυβα στον διάδρομο του τρίτου ορόφου. Μόλις έφτασε έξω από τη πόρτα του Νίκου Παυλόπουλου έσκυψε και πέρασε κάτω από την πόρτα ένα σημείωμα. Αυτό που ήθελε να πει, υπήρχε μέσα σε λίγες λέξεις..."ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΕ ΣΤΑΜΑΤΑ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΞΑΦΑΝΙΣΟΥ. ΑΛΛΙΩΣ ΘΑ ΕΙΣΑΙ Ο ΕΠΟΜΕΝΟΣ."
Τι έχετε να πείτε...😀
ESTÁS LEYENDO
Απόψε, στις τρεις {TYS_GR}
Misterio / Suspenso...Προχώρησα αργά αργά μέσα στο σκοτάδι. Κάτι δεν μου άρεσε όταν είδα την ορθάνοιχτη πόρτα, ένιωσα αμέσως μια απειλή. Σχεδόν σκόνταψα πάνω σε κάτι. Άρχισα με αγωνία να ψάχνω στα τυφλά για ένα φως. Και το βρήκα. Όταν γύρισα το κεφάλι μου, αυτόματα μο...