Δακρυγόνα

99 7 0
                                    

Και μέσα στα δακρυγόνα και στη βροχή απο φωτιά άκουσα την φωνή σου σαν βροντή. 

Ήξερα πως απο μπάτσου χέρι δεν θα έφευγες, όχι εφ'όσων η καρδιά μου χτυπούσε. 

Ίσως κάποιος θεός να μας λυπόταν και να μη φέρει το θάνατο, και στο δρόμο για το σπίτι -ακόμα κι αν δεν είχαμε- μέσα σε ένα λεωφορείο άδειο και λειψά φωτισμένο,

μου είπες πως ούτε για αστείο δεν θα με άφηνες, και το ήξερα πως έλεγες αλήθεια. 

Και ναι, λύγισα.

Και δάκρυσα κι'όλας.

Αγαπήσαμε μαζί και μισήσαμε χώρια, και αφεθήκαμε σε άλλη πραγματικότητα. 

Και άντε να βρεθούμε, γιατί απο την αρχή χανόμασταν να χαθούμε. Οι άλλοι τραβιόντουσαν με βαθμούς, άγχος, σχολείο και δουλειά, και εμείς θρηνούσαμε τον ήλιο που βάφτηκε κόκκινος, για σύντροφους που τώρα είναι αιώνια ζωντανοί και ραγίζαμε το τσιμέντο απο τις κραυγές μας. 

Αφήσαμε στεφάνι για κάθε ένα πεσώντα, και μετά του βάλαμε φωτιά για να κάψουμε τα συρματοπλέγματα, γιατί θάνατος είναι αυτό που αξίζει στους τυράννους. 

Ζήτω η ελευθερία. 

Εμείς δεν πεθαίνουμε αλλά ούτε και οι ιδέες μας. Ζούμε, αναπνέουμε για την ελευθερία. 





Οι περιπέτειες μιας αυτοκτονικής αναρχίαςWo Geschichten leben. Entdecke jetzt