Δέκα Κιλά Δάκρυ

193 22 2
                                    

Πάντα τείνω να ερωτεύομαι τα αγόρια που φαίνεται σαν να θέλουν οι αστυνομικοί να τα σκοτώσουν.

Όχι φανατισμένα αγοράκια με ομάδες, ή άτομα που θέλουν να κάνουν τα εγκλήματά τους στην ησυχία τους. 

Εννοώ αγόρια φαγωμένα απο τη ζωή, με το σκείτ στο χέρι. Με το σπρέι στη τσάντα. Με το χαμόγελο πλατύ. 

Σου πετάχτηκε ένας στο μυαλό έ; Ή κάποια. 

Αυτά τα αγόρια που μισούν τα κομμωτήρια, αυτά τα αγόρια που φοράνε παλιά καπέλα, αυτά τα αγόρια που παίζανε ποδόσφαιρο μόνα τους όταν ήταν στο δημοτικό. Που δεν πείραξαν ποτέ κανέναν. Που κάθονται σε παρέες και γέλανε μα μετά το κόβουν απότομα και κοιτάνε μακριά.  Που ονειρέυονται για καμμένες πόλεις και περιπέτεις μέσα σε σοκάκια μα το κρατάνε για τον εαυτό τους.  

Που είναι πανέξυπνοι, και καλλιτέχνες, με τεράστια καρδιά, που δεν φοβούνται να κλάψουν και να πούν πως δεν είναι εντάξει, που θέλουν μια αγκαλιά, μα νομίζουν πως θα τους κάνει λιγότερο άντρες αυτό.

Που περνάνε όλοι τους τη ζωή τους στον φόβο πως δεν θα γυρίσουνε σπίτι κάποιο βράδυ και μια μέρα.

Που τους ανακαλύπτεις ένα βράδυ που έχετε πιεί ρετσίνες και σου λέει για τα αστέρια, για τη γή, για το σύμπαν, για τον θάνατο, τη ζωή, την ελευθερία, τη θάλασσα, όλα αυτά. Πως θέλει να τα παρατήσει και να μείνει πάνω στο βουνό και να τρώει αγριόχορτα, και να κάνει μπάνιο στο ποτάμι. Και τον ερωτεύεσαι.

Και πέφτουν κάτω, άψυχοι, αμίλητοι. 

Πάντα ερωτεύομαι τους άντρες που φαίνονται σαν οι αστυνομικοί να προσπαθούν να τους σκοτώσουν.

Για τον αξύριστο, τον σπυριάρη χιπ-χοπά, το λεπτό αγοράκι που μιλάει δυνατά, τον κοντό πάνκη, για τον χαμογελαστό σύντροφο.  

Όλο για το πόσο καλλιτεχνικές είναι οι γυναίκες λέμε, αλλά για τους άντρες ούτε λέξη: 

για τα αγόρια που φαίνεται λες και οι μπάτσοι θέλουν να τους σκοτώσουν. 




Οι περιπέτειες μιας αυτοκτονικής αναρχίαςOù les histoires vivent. Découvrez maintenant