και κάτι άλλο

128 7 0
                                    

Α, ναι.

Να'τος. Σαν να μπορώ να τον δώ. Λιώνει πάλι στα τσιγάρα -Prince, μαύρα και κρατάει ένα μπουκάλι ρακή. Την πίνει σαν νερό. Μιλάει για την πάνκ και κοροιδεύει τις εικοσάρες μπότες μου. Κοροιδέυω και εγώ πως μοιάζει με φασίστα, με κοιτάει και γελάει μόνος του και βρίζει στα Σέρβικα και εγώ καυλώνω χαμηλόφωνα. Ανάβει ένα ακόμη τσιγάρο. Φωτίζεται το πρόσωπό του και η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή.

Του αγκαλιάζω το χέρι, είναι τεράστιο, και απολαμβάνω το δροσερό δερμάτινο μπουφάν του. Ξεχνιέμαι και όλα περνάνε τόσο γρήγορα, ξεχνιέμαι, δεν υπάρχει χρόνος όταν τον κρατάω.

Μου χαιδεύει τα μαλλιά και κοιτάει το κενό. Είναι στο Αλλού, τον πιάνει μερικές φορές αλλά μετά ξανάρχεται.

Και μου λείπει.

Ζηλεύω όταν τον κοιτάνε άλλες, ζηλεύω που η Θεσσαλονίκη τον έχει για κάτοικό της. Τον θέλω εδώ, να ψάχνει για ανοιχτό περίπτερο στις 12 το βράδυ στην Συγγρού και να βρίζει τους ταξιτζίδες όταν δεν τον αφήνουν να περάσει. Να γελά και να λάμπει ο κόσμος μου να με κοιτά και να με κοροιδεύει και να πάει η καρδιά μου να σπάσει.

Τον θυμάμαι μέσα στο λεωφορείο να μου λέει οτί δεν θα άντεχε να με έχανε, και να σκέφτομαι εμένα να αγκαλιάζω το κουφάρι του και να μου σηκώνεται η τρίχα.

Αντί για αυτά βάζω τα κλάματα σε δημόσιους χώρους επειδή δεν τον έχω κοντά μου αλλά μόνο μέσα απο ένα γαμήδι φείσμπουκ. Μου λείπει, μου λείπει, μου λείπει.

Είμαι νικήτρια επειδή έχω κάποιον σαν αυτόν! Στη ζωή μου είμαι νικήτρια.

Είναι η κάφτρα στο τσιγάρο μου, η φωτιά στη μολότοφ μου, το μίσος που μαζεύετε στην γροθιά μου, ο κάθε χτύπος της καρδιά μου.

Τα μάτια του είναι λυρική καύλα ρε γαμώτο.

Οι περιπέτειες μιας αυτοκτονικής αναρχίαςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora