Κεφάλαιο 17ο

1.1K 148 4
                                    

Ελένα

«Ωραία» είπα και κοίταξα τον Ορέστη που καθόταν αραχτός σε μια καρέκλα στο μπαλκόνι. Ο ήλιος έπεφτε στο πρόσωπο του, κάνοντας τα καστανά μαλλιά του να φαίνονται ακόμη πιο φωτεινά από ότι ήταν στην πραγματικότητα. Φόραγε γυαλιά ηλίου και η όλη εικόνα του τον έκανε να μοιάζει με κάποιο σταρ του σινεμά. Πάνω στο τραπεζάκι είχαμε ακουμπισμένους τους πρωινούς μας καφέδες αν και εδώ και αρκετή ώρα είχαν τελειώσει αφού είχαμε ξεχαστεί με την συζήτηση. Του χαμογέλασα.

«Πες μου λοιπόν πως ήταν τα παιδικά σου χρόνια. Πως ήταν να είσαι γιος του Μαντά; Πότε έμαθες την αλήθεια για τον πατέρα σου;»

Μου χαμογέλασε δηλώνοντας μου με αυτό τον τρόπο ότι δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα να μιλάμε ανοιχτά πλέον για αυτό το θέμα. Και η αλήθεια ήταν ότι το απολάμβανα. Από χθες που γύρισα σπίτι ένιωθα ότι κάτι είχε ενισχυθεί μεταξύ μας, κάτι βαθύ και ουσιαστικό.

«Δεν θυμάμαι ακριβώς το πότε αλλά υποθέτω ότι ήταν αρκετά νωρίς αφού από τις πρώτες κιόλας αναμνήσεις που έχω δεν μου έκρυβαν οι δικοί μου την αλήθεια. Τώρα όσον αφορά το πώς ήταν να είμαι γιος του, η ζωή μου δεν διέφερε σε τίποτα από την ζωή ενός γόνου κάποιας οικογένειας εφοπλιστών ή ιδιοκτητών εργοστασίων και τα συναφή. Πάντοτε υπήρχαν δίπλα μου άνθρωποι του πατέρα μου για να με προστατεύουν. Ο λογαριασμός μου ήταν εξωφρενικά γεμάτος με χρήματα. Οι κοπέλες έτρεχαν από πίσω μου. Και εγώ δεν μπλέχτηκα με τις παράνομες δραστηριότητες του πριν τα 17, ίσως και τα 18 και αυτό διότι είχα ταλέντο σε αυτό. Διαφορετικά δεν νομίζω ότι θα με ανακάτευε, όπως δεν ανακάτευε και την αδερφή μου. Αν και εκείνη είναι μια άλλη ιστορία. Ο αδερφός μου βέβαια ήταν το μεγάλο του καμάρι...»

Τον κοίταξα λιγάκι πιο έντονα από ότι έπρεπε. Πίσω από τα γυαλιά ηλίου που φορούσε ήξερα ότι το χρώμα των ματιών του είχε σκουρύνει έπειτα την αναφορά της αδερφής του. Δεν ήξερα ακόμη τον λόγο αλλά σκόπευα να ψάξω μερικές πληροφορίες για την οικογένεια του όταν δεν θα βρισκόταν κανείς στο σπίτι. Προς το παρόν όμως μου άρεσε να μαθαίνω όλα όσα ήθελα από εκείνον.

«Σειρά σου» μου απάντησε εκείνος «πες μου για την δική σου παιδική ηλικία»

«Η δική μου παιδική ηλικία ήταν υπερβολικά χαρούμενη. Είχα δύο γονείς πολύ ερωτευμένους. Έναν μεγαλύτερο αδερφό που με προστάτευε πάντα. Φίλους. Τα πάντα. Κανένα δράμα» σχολίασα. Χαμογέλασε. Και σχεδόν με έκανε να ξεχάσω με εκείνο το χαμόγελο του και την συνέχεια εκείνων των αναμνήσεων που μόνο χαρούμενες δεν ήταν. Το δράμα της δικής μου ζωής ήρθε πολύ αργότερα και μερικές φορές ακόμη και σήμερα νιώθω να με πνίγει. Υπάρχουν μέρες που δεν έχω καν την δύναμη να σηκωθώ από το κρεβάτι σκεφτόμενη εκείνη την νύχτα πριν 9 χρόνια, όπου η ζωή μου πήρε την κάτω βόλτα. Που τα πάντα άλλαξαν γύρω μου μια και καλή.

Ο κλέφτης της καρδιάς μου (Βιβλίο 2ο)Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ