Κεφάλαιο 33ο

1K 157 3
                                    

Ορέστης

Καθόμουν σε ένα παλιό γραφείο που υπήρχε στην αποθήκη που είχαμε δώσει ραντεβού. Ο δείκτης είχε περάσει εδώ και αρκετά λεπτά από ακριβώς και η Ελένα δεν είχε φανεί ακόμη. Ο Γιώργος δίπλα μου χάζευε στον υπολογιστή αφού του είχα κόψει κάθε συζήτηση σχετικά με το θέμα του Θανάση. Ναι είχαμε τσακωθεί. Ίσως να ήμουν άδικος μαζί του αλλά είχαν περάσει τρεις εβδομάδες από τότε και εκείνος δεν είχε κάνει την παραμικρή κίνηση για να τα βρούμε. Ταυτόχρονα με αυτή του την συμπεριφορά στοιχεία έδειχναν ότι η αδερφή μου βρισκόταν στον Παναμά και εμείς είχαμε χάσει κάθε ευκαιρία να την βρούμε πριν φύγει από την Ελλάδα. Τώρα ότι και να σχεδίαζε για εκδίκηση ελπίζαμε απλώς να καταφέρουμε να την προλάβουμε.

Η παλιά πόρτα της αποθήκης έτριξε και μαζί με το φως που βρήκε χώρο να εισχωρήσει μέσα εμφανίστηκε η Ελένα μαζί με τον Παύλο και τον Αναστάση. Αυτό δεν μου το είχε αναφέρει. Αμέσως σκυθρώπιασα που είχε εμπιστευτεί εκείνους αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω. Εγώ ήμουν εκείνος που την είχε παραμελήσει όταν με χρειαζόταν. Και το μετάνιωνα αισχρά αυτό αλλά...

«Τι θέλουν αυτοί εδώ;» της ψιθύρισα καθώς ήρθε να κάτσει δίπλα μου. Με κοίταξε θυμωμένη φωνάζοντας με τα μάτια της να το βουλώσω.

«Έχεις κάποιο πρόβλημα Μαντά;» ρώτησε ο Αναστάσης και με πλησίασε απειλητικά. Στάθηκε μπροστά μου αναγκάζοντας με να σηκωθώ όρθιος. Τον περνούσα σχεδόν ένα κεφάλι. Ωστόσο η κοινή ανυπάκουη συμπεριφορά που είχε με την Ιφιγένεια δεν τον έκαναν να σιωπήσει μπροστά μου.

«Αδαμίδη κάνε μου την χάρη και κάνε στην άκρη μην έχουμε ατυχήματα!» μίλησα ειρωνικά. Η Ελένα με έσπρωξε. Ο Αναστάσης με βούτηξε από την μπλούζα.

«Αυτή είναι η αποθήκη που σκοτώσατε τον αδερφό μου;» ρώτησε εκείνος. Τράβηξα τα χέρια του από πάνω μου. Δεν μπορούσα να του επιτεθώ για αυτό. Αν ήμουν στην θέση του ίσως να συμπεριφερόμουν χειρότερα.

«Όχι» απάντησα ξερά «και δεν τον σκοτώσαμε εμείς. Η Εμμανουέλλα το έκανε...»

«Από ότι θυμάμαι η Εμμανουέλλα είναι αδερφή σου και εσύ γνώριζες την αλήθεια...» σχολίασε και η φωνή του ήταν χρωματισμένη από το μίσος που ένιωθε μέχρι τα κατάβαθα της ψυχής του για εμάς. Να ήταν έτσι άραγε και η Ιφιγένεια τώρα; Να ένιωθε το ίδιο μίσος για εμένα και τον Άλεξ; Μήπως γνώριζε εκείνος που είναι;

Ο κλέφτης της καρδιάς μου (Βιβλίο 2ο)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora