Κεφάλαιο 21ο

1K 147 5
                                    

Ορέστης

Ο ουρανός ήταν σκοτεινός. Υπερβολικά θα έλεγα για καλοκαίρι. Ταίριαζε με τον βαθύ προβληματισμό που είχε εισβάλει τις δύο τελευταίες μέρες στην ζωή μου. Η συνάντηση με τους Ιταλούς και τους Ρώσους μονό επιτυχής δεν ήταν. Αν και εμείς είχαμε καταφέρει να επιτύχουμε την δική μας μεριά της αποστολής όλοι οι υπόλοιποι είχαν βυθιστεί στην αποτυχία. Και το πρόβλημα ήταν ότι όσο περισσότερο συζητούσαμε τον λόγο αυτής της αποτυχίας καταλήγαμε στο ίδιο συμπέρασμα. Υπήρχε κάποιος προδότης ανάμεσα μας. Στην Κούβα είχε συζητηθεί ο τρόπος δράσης των Ιταλών και των Ρώσων όμως το δικό μας σχέδιο προέκυψε έπειτα από τις πληροφορίες που έκλεψε ο Γιώργος. Δεν υπήρχε χρόνος για ενημέρωση μόνο για δράση. Έτσι οι πληροφορίες δεν είχαν δοθεί ακόμη σε όλους. Και όπως το έβλεπα δεν θα γινόταν σύντομα αυτό. Τουλάχιστον μέχρι να βρισκόταν εκείνος που έδινε πληροφορίες στους Ασιάτες.

Βγήκα από το αμάξι που με πήρε από το αεροδρόμιο. Του ζήτησα να με φέρει στο διαμέρισμα στο Κολωνάκι και όχι στο σπίτι. Ήθελα μια αγκαλιά, ένα φιλί και δύο μάτια για να επανέλθει λιγάκι γαλήνη μέσα μου. Άνοιξα την εξώπορτα και η μυρωδιά του αλκοόλ έφτασε στην μύτη μου. Κοίταξα στο σαλόνι τον Θανάση και τον Γιώργο να πίνουν. Ένα μπουκάλι ουίσκι ήταν μισοτελειωμένο μπροστά τους.

«Που είναι η Ελένα;» ρώτησα αμέσως ανήσυχος.

«Ορέστη» είπε ο Θανάσης «έλα να κάτσεις μαζί μας τώρα που επέστρεψες...»

«Γιατί πίνετε;» έθεσα την απορία μου με μιας.

«Και τι άλλο να κάνουμε;» ρώτησε εκείνος «πιθανόν στο τέλος αυτής της ιστορίας να είμαστε νεκροί...»

«Μίλησε με την Εμμανουέλλα» σχολίασε ο Γιώργος και με κοίταξε δίνοντας μου να καταλάβω ότι τον είχε επηρεάσει βαθύτατα το να την ακούσει. Η αδερφή μου είχε πάνω από ένα χρόνο να επικοινωνήσει με κάποιον από εμάς. Και τώρα αποφάσισε να το κάνει με τον Θανάση. Ήξερα ότι γενικά η κατάσταση μεταξύ τους ήταν περίπλοκη αλλά είχε αποφασίσει να μιλήσει με εκείνον και όχι με εμένα ή τον Άλεξ; Αυτό με ενόχλησε λιγάκι αλλά το κατέπνιξα αμέσως.

«Η Ελένα έχει ξαπλώσει από το μεσημέρι» συμπλήρωσε ο Γιώργος. Επιτέλους μου απάντησε κάποιος από τους δύο τους.

«Γιατί δεν είναι καλά;» ρώτησα περισσότερο θορυβημένος από όσο θα ήθελα να δείχνω. Εκείνος ανασήκωσε τους ώμους του χωρίς να μιλήσει ξανά. Ο Θανάσης ξεκίνησε πάνω στην παραζάλη του να περιγράφει κάποια παρελθοντική σκηνή που είχε εκτυλιχθεί μεταξύ εκείνου και της αδερφής μου δίνοντας περισσότερο ένταση από όσο μπορούσα να αντέξω αυτή την στιγμή. Τους άφησα στην ίδια θέση και μπήκα στο δωμάτιο της Ελένα. Η ανάσα της ακουγόταν πιο βαθειά και το στήθος της πήγαινε πάνω κάτω σε έναν τρελό ρυθμό. Την πλησίασα.

Ο κλέφτης της καρδιάς μου (Βιβλίο 2ο)Onde histórias criam vida. Descubra agora