Σκοτάδι... Σιωπή... Ένα δυνατό ουρλιαχτό τρύπησε την σκοτεινή σιωπηλή νύχτα... "Θάλειαααα! Όχι δεν μπορεί." ούρλιαξε με όλη της την δύναμη.
Η Άρτεμις ξύπνησε από τον πνιγηρό εφιάλτη, κάθιδρη. "Ηρέμησε" είπε στον εαυτό της, καθώς πάλευε να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία της "ήταν απλά ένα όνειρο, μα τόσο σκοτεινό και αληθινό όνειρο".
Εδώ και λίγες βδομάδες σχεδόν κάθε βράδυ την βασάνιζαν αλλόκοτα, σκοτεινά όνειρα. Δεν ήθελε να τα αποκαλεί εφιάλτες μόνο και μόνο αυτή η λέξη την κατατρόμαζε. Το πιο παράξενο στην όλη ιστορία ήταν ότι τα όνειρα είχαν ένα συγκεκριμένο μοτίβο που επαναλαμβάνονταν ξανά και ξανά.
Η Άρτεμις δεν ήταν ποτέ υπερβολική πάντα έβαζε την λογική πάνω απ' όλα και δεν πιστεύε στο μεταφυσικό, αλλά τον τελευταίο καιρό είχε αμφιβολίες. Γιατί να βλέπει συνεχώς το ίδιο όνειρο; Γιατί να ξυπνά κάθε βράδυ πιστεύοντας ότι δεν ήταν απλά ένα όνειρο; Και γιατί έβλεπε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο ξανά και ξανά; Όλα αυτά στροβίλιζαν στο μυαλό της μέρα νύχτα.
Ειδικά οι νύχτες ήταν δύσκολες. Είχε φτάσει σε σημείο να φοβάται να κοιμηθεί γιατί γνώριζε βαθιά μέσα της ότι το βράδυ δεν θα είναι ήσυχο και γαλήνιο.
Παράλληλα, δεν είχε μιλήσει σε κανέναν για όλα αυτά. Πίστευε ότι θα την περάσουν για τρελή και ώρες ώρες αναρωτιόταν μήπως όντως είναι.
"Ίσως πρέπει να απευθυνθώ σε κάποιον ειδικό" έπιασε το εαυτό της να σκέφτεται. "Δεν είναι και τόσο κακό ίσως μου δώσει και κάποιο φάρμακο για να κοιμάμαι ήρεμα" μονολόγησε. "Χμ και πλέον μιλάω μόνη είναι επίσημο είμαι τρελή".
Η μέρα ήταν πιο εύκολη, η δουλειά την κρατούσε μακριά από κακές σκέψεις. Ήταν καλοκαίρι και σχεδόν όλοι είχαν πάρει άδεια, εκείνη όμως ήταν ακόμα πίσω και έπρεπε να δουλεύει περισσότερο για να προλάβει τα πάντα. Το δικηγορικό γραφείο όπου δούλευε είχε αναλάβει μερικές δύσκολες υποθέσεις και έπρεπε να τις φέρει εις πέρας μέχρι την άδεια της, που πλέον ήταν πολύ κοντά. Δεν την ενοχλούσε το να δουλεύει τόσο, αντιθέτως αποζητούσε περισσότερη για να απασχολεί το μυαλό της.
Το μόνο που την πείραζε ήταν ότι συνήθως πήγαινε άυπνη στην δουλειά, αλλά μικρό τίμημα για την ψυχική της υγεία. Ώρες ώρες θυμόταν κάτι παλιές ταινίες που ο δολοφόνος κυνηγούσε τα θύματα του στον ύπνο τους και τότε γελούσε με όσους τρόμαζαν. Πλέον έχει γίνει κι εκείνη μια απ' αυτούς που φοβούνται να κοιμηθούν.
Την σκέψη της διέκοψε ο ήχος του τηλεφώνου, το σήκωσε "καλησπέρα δικηγορικό γραφείο εδώ, σας μίλα η Άρτεμις Τριανταφύλλου". "καλησπέρα βρε κορίτσι μου, χρόνια και ζαμάνια η Θάλεια είμαι" της απάντησε μια γνώριμη φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής. Το σοκ ήταν τόσο μεγάλο που δεν μπόρεσε να αρθρώσει λέξη, όλα πέρασαν από μπροστά της σαν ταινία, το όνειρο, η Θάλεια. Δεν ήταν δυνατόν." είσαι εκεί; όλα καλά; " της είπε η Θάλεια με μια περίεργη χροιά στην φωνή. "έλα μου συγγνώμη κάτι σκεφτόμουν. Πάει όντως καιρός πώς και με θυμήθηκες μετά από τόσα χρόνια;"
"Α οκ κατάλαβα. Ούτε που σου έλειψα. Έψαχνα το τηλέφωνο σου καιρό τώρα αλλά δεν μπόρεσα να το βρω και μόλις έμαθα ότι δουλεύεις εκεί, είπα να κάνω μια προσπάθεια. Είχα σκοπό να οργανώσω μια μάζωξη παλιών συμμαθητών και ήθελα πολύ να είσαι και εσύ. Πόσο ωραία περνούσαμε τότε"
" Μου έλειψες φυσικά αλλά ξέρεις πώς είναι η ζωή, δουλειά, υποχρεώσεις. Για πότε σκέφτεσαι το πάρτι. Μέσα είμαι εγώ και αν θες σε βοηθάω κιόλας σε ό,τι χρειαστεί." έλεγε δήθεν ήρεμα αλλά η καρδιά της χτυπούσε τόσο δυνατά που κόντευε να βγει έξω απ' το στήθος της.
" Μέσα στο καλοκαίρι. Εδώ και λίγο καιρό είμαι με κάποιον, είναι καταπληκτικός, και έχει ένα εξοχικό τεράστιο σε παραθαλάσσιο σημείο μακριά από την βαβούρα της πόλης. Είπαμε λοιπον να γινει εκει το πάρτι. Αλλά δεν σε πήρα μόνο για αυτό, σε μια εβδομάδα λέμε να πάμε εκεί να μείνουμε για λίγες μέρες και να ηρεμήσουμε και παράλληλα να κάνουμε τις ετοιμασίες. Και έλεγα μήπως θέλεις να έρθεις μαζί μας, να γνωρίσεις και τον Φίλιππο και να χαλαρώσεις κι εσύ. Έχεις καθόλου άδεια;", κατάλαβε αμέσως στην φωνή της την εύθυμη διάθεση και δεν ήθελε να της το χαλάσει.
" Η άδεια μου ξεκινά το ερχόμενο Σάββατο και θα είμαι εκτός για ένα μήνα. Οπότε θα σας τιμησω με την παρουσία μου. ", κάτι σε όλο αυτό της φαινόταν πολύ περίεργο, αλλά μέσα της ένιωσε ότι η Θάλεια την χρειάζεται και δεν ήθελε να της πει όχι.
"Τέλεια. Πετάω στα σύννεφα να ξέρεις" σχεδόν ούρλιαξε στο τηλέφωνο," έχουμε τόσα να πούμε για όλα αυτά τα χρόνια. Λοιπόν σε αφήνω και θα μιλήσουμε πάλι σε λίγες μέρες. Κράτα αυτό το τηλέφωνο και κάνε μου μια κλήση αργότερα. Φιλάκια κορίτσι. Κράτα δυνάμεις, τα καλύτερα έρχονται." και έτσι ο τυφώνας Θάλεια έκλεισε το τηλέφωνο και έμεινε να γελάει μόνη της, αναπολωντας τις τρέλες τους στο λύκειο και στα φοιτητικα τους χρονια.
Έτσι ξεχάστηκε για λίγο με όλο αυτό. Πήγε πίσω, έζησε ξανά τις στιγμές, τους έρωτες, τα πάρτι αλλά ένα πρόσωπο της θύμιζε πιο πολύ η Θάλεια και δεν ήξερε αν ήθελα να τον σκέφτεται. Τον Αλέξανδρο, τότε κολλητό τους και για κάποιο διάστημα αγόρι της, που η σχέση τους ήταν τελικά και η αιτία να χαλάσει η παρέα. Είχε να τον δει όσα χρόνια και την Θάλεια και είχε κόψει κάθε επαφή γιατί ειχε τελειώσει πολύ άδοξα ο μεγάλος έρωτας τους. Είχε φύγει στο εξωτερικό για σπουδές και μια κοινή τους φίλη της αποκάλυψε ότι δεν της ήταν τόσο πιστός όσο της έλεγε. Εκείνος τα αρνήθηκε όλα, η Θάλεια πήρε το μέρος του αλλά μετά εμφανίστηκε το τρίτο πρόσωπο και όλα αποκαλυφθηκαν. Η Άρτεμις ξεκοψε με όλους και εξαφανίστηκε για ένα μεγάλο διάστημα και μετά απλά όλα έγιναν μια θολή ανάμνηση.
Δεν ήξερε αν ήθελε να ξαναδεί τον Αλέξανδρο, τον ειχε πλέον συγχωρήσει όπως και την Θάλεια αλλά και πάλι ήταν δύσκολο. Το καλό είναι ότι θα περνούσε όμορφα το καλοκαίρι της, καθότι δεν είχε κανονίσει διακοπές.
Η μέρα της πέρασε πολύ γρήγορα και όταν σουρούπωσε πια αποφάσισε να φύγει από' το γραφείο. Μπήκε στο αυτοκίνητο και ξεκίνησε για το σπίτι. Οι δρόμοι της πόλης άδειοι, ησυχία παντού, η ζέστη αφόρητη πλέον. Έβαλε το ραδιόφωνο σε ένα ροκ σταθμό λίγο πιο δυνατά απ' ότι συνήθως για να μην νιώθει τόση μοναξιά.
"Αχ, ας περάσει γρήγορα αυτή η εβδομάδα, χρειάζομαι σωματική και ψυχική ξεκούραση" μονολογούσε και άρχισε να τραγουδάει δυνατά.
Επιτέλους σπίτι. Έβαλε το κλιματιστικό στο τέρμα και άνοιξε την τηλεόραση. Τότε θυμήθηκε την Θάλεια πάλι, της είχε πει να της κάνει μια κλήση όταν μπορέσει. Πήρε το κινητό της και κάλεσε το νούμερο. Χτύπησε μία, δύο και στην τρίτη ακούστηκε μια βαθιά αντρική φωνή "παρακαλώ;". Παράξενο, σκέφτηκε. "ναι γεια σας την Θάλεια θα ήθελα".
"Δεν είναι εδώ αυτή τη στιγμή. Πρέπει να είσαι η Αρτεμις, σωστά; Η Θάλεια μου έχει πει πολλά για σένα. Έμαθα ότι θα μας τιμήσεις με την παρουσία σου στο εξοχικό." συνέχισε με μια εύθυμη διάθεση.
"Θα πρέπει να είσαι ο Φίλιππος. Χαίρομαι που προέκυψε όλο αυτό και θα σε γνωρίσω από κοντά, θέλω το καλύτερο για την Θάλεια και μου φάνηκε πολύ χαρούμενη. Πες της ότι κάλεσα. Καλό βράδυ", της έκανε καλή εντύπωση σε πρώτη φάση.
"Εντάξει. Και εγώ θέλω να σε γνωρίσω από κοντά. Τα λέμε σε λίγες μέρες." και έτσι έκλεισε το τηλέφωνο.
Πόσο χαιρόταν που η φίλη της βρήκε κάποιον να την νοιάζεται, στις μέρες μας είναι δύσκολο. Είχε εμπειρία στις αποτυχημένες σχέσεις, σχεδόν πτυχίο είχε πάρει.
Είχε αρχίσει να νυσταζει ήδη. Και έτσι όπως είχε ξαπλώσει στον καναπέ, δεν δυσκολεύτηκε να γλιστρήσει στην αγκαλιά του Μορφέα. Και έτσι τα όνειρα έγιναν πάλι εφιάλτες με το πρόσωπο της Θάλειας να πρωταγωνιστει, βουτηγμένο στο αίμα, με μια έκφραση τρόμου, αποτυπωμένη. Αυτό το πρόσωπό θα την στοιχειώνει για πάντα. Ξύπνησε για άλλη μια φορά ουρλιαζοντας και τρέμοντας. Είναι απλά ένα όνειρο, είναι απλά ένα όνειρο...
YOU ARE READING
Πορφυρά Όνειρα
Mystery / ThrillerΠώς μπορείς να ξεφύγεις από έναν εφιάλτη; Ειδικά όταν σε ακολουθεί ακόμα και όταν πια δεν κοιμάσαι. Πώς μπορείς να ξεχωρίζεις την αλήθεια από ένα όνειρο, τόσο ζωντανό μα και τόσο σκοτεινό; Η Άρτεμις βρίσκεται παγιδευμένη μέσα σε έναν αέναο κύκλο αιμ...