Ένιωθε τόση κούραση που δεν μπορούσε να κρατήσει τα μάτια της ανοιχτά. Ο γιατρός δέκα λεπτά μετά την είσοδο τους στο δωμάτιο της, μπήκε και τους παρακάλεσε να αφήσουν την ασθενή να ησυχάσει. Ο Φίλιππος δεν είχε βγάλει κουβέντα κοιτούσε το πάτωμα και περπατούσε μηχανικά καθώς έβγαιναν από το νοσοκομείο. Μπορούσαν να επιστρέψουν αύριο το πρωί και να την δουν πάλι για λίγο. Και αυτό τους σκότωνε.
"Πόσο λάθος είναι όλο αυτό; Δεν μπορώ να καταλάβω πώς συνέβη. Μια στιγμή ήταν αρκετή για να μας καταστρέψει την ζωή." μονολογούσε ο Φίλιππος και δεν είχε άδικο.
"Μην απελπίζεσαι. Όλα θα πάνε καλά. Η Θάλεια είναι ο πιο δυνατός άνθρωπος που ξέρω, δεν θα παρατήσει έτσι απλά τα όπλα. Θα γυρίσει κοντά μας και θα γίνουν όλα όπως πριν." τον άγγιξε στο μπράτσο για να τον καθησυχάσει.
Γύρισε και την κοίταξε με ένα βλέμμα που δεν μπορούσε να ανιχνεύσει. Δεν ήταν βλέμμα θλίψης ή πόνου, αλλά κάτι άλλο τελείως παράταιρο. Γρήγορα άλλαξε ύφος και μίλησε με σιγανή φωνή.
"Ξέρεις, είχα σκοπό να της κάνω πρόταση γάμου στο πάρτι μπροστά σε όλους τους φίλους της." ένα πικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του και αμέσως άλλαξε μορφή και έγινε γκριμάτσα πόνου. "Θα καταφέρω άραγε να της κάνω ποτέ;"
Ένα μικρό καυτό δάκρυ κύλησε από την άκρη του ματιού του και η Άρτεμις ένιωσε τόση θλίψη για εκείνον που έχυσε κ εκείνη με την σειρά της μερικά δάκρυα. Δεν ήξερε τι να απαντήσει, θα μπορούσε κάλλιστα να του πει ένα παρηγορητικό ψέμα, μα για κάποιο λόγο δεν ήθελε να πει τίποτα. Ήταν μια στιγμή δική του, εσωτερική, που απλά έτυχε να την μοιραστεί μαζί της και εκείνη ένιωθε σαν ένας αδιάκριτος περαστικός, που κοιτάει μέσα από το παράθυρο ενός σπιτιού.
Περπάτησαν για λίγο μέχρι το αυτοκίνητο και μπήκαν μέσα. Η Άρτεμις πήρε την πρωτοβουλία να οδηγήσει, δεν ήταν σε θέση ο Φίλιππος να κάνει κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή.
Σιωπή, επικράτησε μια τόσο βαριά σιωπή που όμοια της δεν είχε ποτέ ξαναζήσει. Κι όμως τα λόγια ακούγονταν τόσο δυνατά σαν να ούρλιαζαν μέσα στο κεφάλι τους. Εκείνη ένιωθε τόσες τύψεις, εξαιτίας της συνέβησαν όλα κι έπρεπε να δώσει ένα τέλος. Εκείνος φαινόταν εξαντλημένος, κοιτούσε απλά το δρόμο και δεν της απηύθυνε το λόγο, παρά μόνο όταν έφτασαν στο εξοχικό.
"Σε παρακαλώ μην φύγεις, δεν μπορώ να μείνω μόνος εδώ χωρίς τη Θάλεια. Μείνε λίγες ακόμα μέρες. Όταν επιστρέψει θα χαρεί να είσαι εδώ." της είπε με ένα παρακλητικό ύφος.
Εκείνη κοκκάλωσε, δεν είχε σκεφτεί να φύγει, αλλά θα ήταν το πιο λογικό. Δεν θα ήταν σωστό να μείνει μόνη με τον Φίλιππο, δεν γνωρίζονταν τόσο καλά. Παρόλα αυτά δεν μπορούσε να γυρίσει σπίτι της, εκεί μαζί του θα ήταν πιο ασφαλής και παράλληλα δεν θα ήταν κ εκείνος μόνος.
Τον κοίταξε με εξεταστικό βλέμμα για λίγα δευτερόλεπτα και του ένευσε καταφατικά. "Θα μείνω, ούτε εγώ μπορώ να είμαι μόνη σε αυτή τη φάση".
Την κοίταξε για άλλη μια φορά και της έκανε νόημα να πάνε μέσα. Η καρδιά της βούλιαξε όταν αντίκρισε ξανά την βάση της σκάλας. Έπρεπε να μαζέψει το αίμα, η μυρωδιά του οποίου πλανιόταν ακόμα στο χώρο και την ανακάτευε. Ο Φίλιππος απέστρεψε το βλέμμα του και πήγε γρήγορα στην βεράντα, χωρίς να πει λέξη και χωρίς να κοιτάξει πίσω.
Πήγε στο μπάνιο και πήρε τα απαραίτητα για να καθαρίσει. Λίγα λεπτά μετά είχε μαζέψει το αίμα, μα ένα κόκκινο σημάδι είχε μείνει αποτυπωμένο στο ξύλινο πάτωμα. Δεν θα έφευγε ποτέ, θα ήταν πάντα μια οδυνηρή υπενθύμιση του τραγικού γεγονότος. Όταν βεβαιώθηκε ότι όλα ήταν στην θέση τους και το σπίτι ήταν σχεδόν όπως πριν, πήγε στην κουζίνα και έφτιαξε ένα τσάι. Ένα τσάι θα έκανε καλό και σε εκείνη και στον Φίλιππο, ο οποίος δεν είχε μπει μέσα από την ώρα που ήρθαν.
Βγήκε έξω και τον βρήκε όρθιο στην άκρη της βεράντας να κοίτα τη θάλασσα, σαν χαμένος. Άφησε το δίσκο με το τσάι στο τραπέζι και πήγε κοντά του. Τον άγγιξε απαλά στον ώμο και του είπε με ήρεμη φωνή "Φίλιππε, μας έφτιαξα λίγο τσάι, έλα να πιείς, θα σου κάνει καλό"
Γύρισε το κεφάλι του και την κοίταξε, ήταν φανερό από την όψη του, ότι έκλαιγε. "Σε ευχαριστώ πολύ, καταλαβαίνω τώρα γιατί η Θάλεια σε ήθελε στην ζωή της, είσαι ένας άγγελος"
"Δεν έκανα κάτι για να με ευχαριστείς. Εμένα το τσάι πάντα με ηρεμεί. Θα σου πρότεινα κ ένα μπάνιο να χαλαρώσεις."
"Μάλιστα γιατρέ" της είπε με μια υποψία χιούμορ, αλλά ήταν τόσο τυπικό, η έκφραση του μόνο πόνο και θλίψη εξέπεμπε.
"Έχεις παρατηρήσει ότι ο ουρανός την νύχτα αλλάζει, κάθε βράδυ τα αστέρια αλλάζουν θέση, όπως και η γη αλλάζει θέση. Όλα κινούνται γύρω από έναν άξονα, γύρω από τον ήλιο. Έτσι ένιωθα κι εγώ με την Θάλεια, σαν ένα μικρό αστέρι που κινείται γύρω από έναν καυτό Ήλιο, μα τώρα ο ήλιος σβήνει και το μικρό αστέρι χάνεται μαζί του σε μια άβυσσο. Δεν θα αντέξω να τη χάσω." έμεινε να κοίτα τον ουρανό.
"Το φως του Ήλιου είναι τόσο δυνατό που δεν θα χαθεί ποτέ, κι ακόμα κι αν τρεμοπαίζει για λίγο πάντα θα είναι εκεί να φωτίζει τον κόσμο μας"
Τα λόγια πλέον ήταν περιττά, η σιωπή της νύχτας και η φωνή της θάλασσας τους έκαναν συντροφιά μέχρι που η κούραση έκανε την εμφάνισή της. Σιωπηλοί ακόμα ανέβηκαν στον πάνω όροφο και ο Φίλιππος της έδωσε ένα ηρεμιστικό για να κοιμηθεί ήσυχα και δήλωσε ότι κι εκείνος θα έπαιρνε κάτι αντίστοιχο.
"Καληνύχτα Φίλιππε. Ξεκουράσου κι αύριο θα πάμε να δούμε την Θάλεια μας"
"Καληνύχτα" απάντησε εκείνος και έκλεισε πίσω του την πόρτα του δωματίου.
YOU ARE READING
Πορφυρά Όνειρα
מתח / מותחןΠώς μπορείς να ξεφύγεις από έναν εφιάλτη; Ειδικά όταν σε ακολουθεί ακόμα και όταν πια δεν κοιμάσαι. Πώς μπορείς να ξεχωρίζεις την αλήθεια από ένα όνειρο, τόσο ζωντανό μα και τόσο σκοτεινό; Η Άρτεμις βρίσκεται παγιδευμένη μέσα σε έναν αέναο κύκλο αιμ...