21. Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΕΡΑΣΤΩΝ

342 38 23
                                    

Γενέθλια. Η μέρα εκείνη που είσαι το κέντρο της προσοχής, πνίγεσαι από δώρα κι ευχές για μια μακρόχρονη κι ευτυχισμένη ζωή. Ως νταμπίρ η μακροζωία είναι δυνατή αλλά όχι πάντα εφικτή. Έξω υπάρχουν τόσοι εχθροί που θα ήθελαν την βασίλισσα νεκρή και το βασίλειο αποδεκατισμένο ή δικό τους. Σήμερα όμως είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να ηρεμήσει από υποχρεώσεις και αιμοσταγείς βρικόλακες που ζητούσαν πίσω τα παιδιά τους. Σήμερα θα περνούσα την μέρα όσο το δυνατόν πιο ευχάριστα. Ήταν κρίμα που δεν είχα και τους γονείς μου μαζί μου. Ήταν τα πρώτα γενέθλια που θα τα περνούσα χωρίς εκείνους κι ένιωθα πολύ μουδιασμένη. Ήταν σαφώς καλύτερο από το να κλαίω όλη μέρα και να μην μπορώ να σταθώ στα πόδια μου από την στενοχώρια. Είχαν ήδη περάσει σχεδόν τέσσερις μήνες από τον θάνατό τους κι είχα μάθει να ζω με την απώλειά τους. Δεν είχα άλλωστε πολλά περιθώρια να πενθήσω με τόσες αναποδιές. Λίγο ο Έλιοτ, λίγο ο Νόα με τον Ίαν, λίγο η ίδια μου η οικογένεια... Που χρόνος για πένθος;

Η Μόνι είχε περάσει το βράδυ μαζί μου στο παλάτι, γιατί δεν ήθελα να γυρίσει στους κοιτώνες αργά το βράδυ. Κυρίως ήθελα να την νιώσω δίπλα μου και να σιγουρευτώ πως είχε συνέλθει από το σοκ κι ήταν καλά. Ίσως να συμπεριφερόμουν πιο υπερβολικά κι από την ίδια την Σάρα, αλλά δεν μπορούσα να το ελέγξω. Ένιωθα έναν δεσμό μαζί της. Ίσως γιατί εκείνη την ήξερα από πολύ πριν γνωρίσω ακόμα και τον Κάρτερ κι επειδή αναθραφήκαμε από την ίδια γυναίκα. Το βασικότερο όμως ήταν η μεγάλη μου ανάγκη να την προστατέψω από τον Νόα. Ήξερα πως ήταν και κάθε άλλο παρά στοργικός πατέρας θα γινόταν. Κι εγώ κι ο Κάρτερ ήμασταν σίγουροι ότι θα την άλλαζε, όπως άλλαξε τον Ίαν κι όπως τον άλλαξε ο δικός του πατέρας. Δεν θα άφηνα μια τέτοια λαμπρή υπήκοο να χαθεί στην αιματηρή αυτή κατάρα.

Η Μόνι μόλις ξύπνησε πήγε σιγά σίγα προς την πόρτα. Εγώ ήμουν μεταξύ ύπνου και ξυπνήματος, οπότε δεν έδωσα πολύ σημασία. Συνέχισα να είμαι ξαπλωμένη μην έχοντας αίσθηση χρόνου. Εκείνη άνοιξε την πόρτα κι άκουσα πολλά βήματα να πλησιάζουν στο κρεβάτι. Τότε ξύπνησα για τα καλά και ανασηκώθηκα να δω ποιος ήταν. Οι φίλοι μου είχαν έρθει να μου ευχηθούν κι η Μέλανη κρατούσε μια τούρτα με δεκαοκτώ αναμμένα κεράκια. Μαζί τους ήταν κι ο Ντιμίτρι με τον Αλφόνσο. Είχε έρθει μέχρι κι η Οκτόμπερ. Χάρηκα πολύ όταν την είδα να χαμογελάει στην Μόνι σαν να μην είχε συμβεί απολύτως τίποτα.

Μου τραγούδησαν όλοι μαζί συμφωνικά γεμίζοντας το παλάτι με τις φωνές τους. Εγώ τους πλησίασα και τους χάζευα μέσα στον ενθουσιασμό για την πρωινή τους έκπληξη. Μόλις έσβησα τα κεράκια χειροκροτήσαν και μου ευχήθηκαν όλοι μαζί χρόνια πολλά.

ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟΣ ΙDonde viven las historias. Descúbrelo ahora