10ο κεφάλαιο

50 7 6
                                    

Η Ariana είχε βολευτεί στην πίσω δεξιά θέση του ελικοπτερου και κοιτούσε έξω από το παράθυρο. Τα βλέφαρα της είχαν βαρύνει. Δίπλα της καθόταν ο Lucas ο οποίος κοιτούσε τη Laura επίμονα, η οποία καθόταν μαζί με τον Gregory στην αριστερή μεριά.

Ο πιλότος ήταν μπροστά και τον χώριζε από τους άλλους ένα τζαμι που ήταν μονωτικό ώστε να μην περνά ο ήχος και τον ενοχλεί.

Κάποια στιγμή η Ariana γύρισε το κεφάλι της και κοίταξε το Lucas. «Σταματα να κοιτάς έτσι»,του είπε σιγανά. «Εεε;; Δεν ξαταλαβαινω τι μου λες». «Ναι καλά. Μην κοιτάς έτσι δεν είναι ωραίο. Την κάνεις να αισθάνεται αμήχανα». «Εεε δεν μπορώ να το ελέγξω. Ασυναίσθητα κοιτάω εκεί». «Σε καταλαβαίνω». «Ναι;». «Φυσικά. Όταν ένας άνθρωπος μπει στην καρδιά σου και κατακτήσει αυτή τη μια και μοναδική θέση σε κάνει να τον σκέφτεσαι συνέχεια. Να θες να είσαι μαζί του κάθε μέρα και κάθε ώρα. Να θες να μοιραστείς τα πάντα μαζί του ακόμη και την ίδια σου την αναπνοή. Και όλα αυτά επειδή είναι ο άνθρωπος σου. Αυτός που σε κάνει να είσαι ευτυχισμένος. Αυτός που όταν είναι μαζί σου ξεχνάς την απαίσια σκληρή και ανελέητη πραγματικότητα και επικεντρώνεται μονάχα σε αυτόν. Και φυσικά ένας τέτοιος άνθρωπος δεν φεύγει εύκολα από την καρδιά σου. Ένας τέτοιος άνθρωπος σε κάνει στην ουσία υποχειριο του. Και εσυ δεν αντιστεκεσαι γιατί απλούστατα δεν θέλεις. Δεν μπορείς». «Ariana τι όμορφα λόγια ήταν αυτά. Όμως τα έλεγες για μένα η για σένα;». «Εεε για σένα φυσικά. Ξέρω ότι ακόμη αγαπάς τη Laura. Εγώ δεν έχω νιώσει έτσι για κανέναν. Βασικά είχα νιώσει για τον Jonathan αλλά αυτό είναι άλλο. Δεν ήταν ευτυχώς αρκετά δυνατό γιατί θα είχα πρόβλημα». «Αααα....καλά λοιπόν». Η Ariana κοίταξε μπροστά και σκεφτόταν διαφορα. «Τι σκέφτεσαι;», τη ρώτησε ο Lucas. «Να... τώρα που ανέφερα το Jonathan έχω ένα κακό προαίσθημα. Πως κάτι θα συμβεί». «Σ'αυτον;». «Δεν ξέρω. Μακαρι να ήξερα». «Μην φοβάσαι όμως. Είμαστε εμείς εδώ για σένα». «Το ξέρω. Και εγώ είναι εδώ για σας. Για όλους σας». Η Ariana κοίταξε άλλη μια φορά έξω από το παράθυρο. Ο ουρανός ήταν γεμάτος σύννεφα. «Πλησιάζει καταιγίδα», είπε. «Έτσι φαίνεται». «Ναι. Πλησιάζει. Όμως δεν αναφερόμουν στον καιρό». «Αλλά σε τι;». «Στον Jerald. Ήταν ήρεμα για ένα διάστημα και τώρα σκορπίζεται σταδιακά πανικός και φόβος και .... και αίμα. Αίμα πολύ. Αίμα αθωων φίλων μου. Σ'αυτή την καταιγίδα αναφερόμουν». «Πιστεύεις πράγματι πως είναι αυτός;». «Ναι». «Πως είσαι τόσο σίγουρη;». «Την ημέρα που πιάστηκε ο Jonathan εγώ ήμουν μόνη μου. Δεν ήθελα να μιλήσω με κανέναν. Θυμάσαι; Ήθελα να πάω κάπου να ζήσω μόνη μου. Έτσι αποφάσισα να πάω στο γωνιακό μαύρο σπίτι. Εκεί ήθελα να πάω να μείνω. Εκείνη τη μέρα κατέβηκε ο Jerald από τον πάνω όροφο φορώντας τη στολή του κουκουλοφόρου για να με σκοτώσει. Όμως εγώ είχα καταλάβει ότι ο Jerald ήταν ένας από τους δολοφόνους χωρίς βέβαια να ξέρω ότι αυτός ήταν και ο αστυνομικός. Όταν λοιπόν έβγαλε την κουκούλα του για να τον δω και φάνηκε το πρόσωπο του είδα τα μάτια του. Ήταν μεγάλα κίτρινα σπινθηροβόλα και γεμάτα μίσος. Αυτά τα μάτια είδα και τις προάλλες στο νοσοκομείο. Έτσι τον αναγνώρισα». «Τι να πω. Εσυ ξέρεις καλύτερα». «Lucas σε παρακαλώ θέλω να μου υποσχεθείς κάτι». «Ότι θες». «Επειδή ο Jerald εμένα θέλει, εάν με πιάσει και με σκοτώσει σε παρακαλώ να μην ψάξεις να τον βρεις. Ούτε εσυ ούτε οι άλλοι». «Ariana δεν θα σε σκοτώσει». «Γιατί; Πως είσαι τόσο σίγουρος;». «Δεν είμαι αλλά έχει ένα σκεπτικό. Όπως και την προηγούμενη φορά δεν θέλει να σε σκοτώσει κατευθείαν. Θέλει να σκοτώσει πρώτα τους φίλους σου. Δηλαδή εμάς».

Ποιος;[Τελευταιο Βιβλιο:Η επιστροφή του παρελθόντος] Where stories live. Discover now