20. Μοναδική

3.3K 186 0
                                    

Όσο περνούσαν οι μέρες τόσο πιο κοντά ερχόμασταν, κάθε μέρα μάθαινα και κάτι καινούριο για αυτόν όπως οτι του αρέσει η συγγραφή και οι ρομαντικές ταινίες. Όταν έμαθα ότι είναι του ρομάντζου έπεσα απο τα σύννεφα δεν περίμενα ποτέ να είναι λάτρης αυτού, το γεγονός όμως ότι είναι με έκανε να τον συμπαθήσω ακόμα πιο πολύ.

Χάζευα στο κινητό μου όταν η πόρτα του ξενώνα άνοιξε διάπλατα, τότε είδα τον Μάκη να στέκεται με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.

"Προς τι αυτό το χαμόγελο;" ρώτησα παραξενεμένη

"Έχω κάπου να σε πάω" είπε με χαρά

"Που;"

"Δεν σου λέω είναι έκπληξη "

Αμέσως κατσούφιασα, όσο και αν του έκανα τα γλυκά μάτια δεν μου έλεγε τελικά ενέδωσα και τον άφησα να με εκπλήξει.

"Καλα μην πεις " είπα 

"Ωραία,  φόρα κάτι άνετο και φύγαμε"

Έκλεισε την πόρτα και έτσι είχα την άνεση μου να ετοιμαστώ, έβαλα ενα τζιν σορτσάκι και μια μπλούζα και απλά έπιασα τα μαλλιά μου μια αλογοουρά. Αποφάσισα να μην φορέσω Μακιγιάζ, αισθανόμουν τόσο άνετα μαζί του που δεν με ένοιαζε να φτιαχτώ και πολύ. Στο κάτω κάτω η φυσική ομορφιά είναι καλύτερη.

Κατέβηκα κάτω και βρήκα τον Μάκη να με περιμένει,  φορούσε ενα τζιν με ενα πόλο μπλουζάκι και είχε τα μαλλιά του ανακατεμένα. Ήταν εκπληκτικά όμορφος, πρώτη φορά δεν τον έβλεπα απλώς σαν το άτομο που δεν αντέχω ή το σπαστικό κολλητό του μεγάλου μου αδελφού, τον έβλεπα σαν έναν εντυπωσιακό άντρα,  κάποιον με τον οποίο θα μου άρεσε να βγώ ραντεβού.

Όταν με είδε χαμογέλασε και με πλησίασε αργά, σαν μαγεμένος.

"Είσαι μια κούκλα"

"Σε ευχαριστώ, και εσυ δεν πας πίσω "

Μου έπιασε το χέρι και βγήκαμε απο το σπίτι,  περίμενα να με πάει στην μηχανή αλλά αντθέτως συνέχισε να περπατάει. Μας πήρε μισή ώρα για να φτάσουμε, το μέρος ήταν γεμάτο με δέντρα και φυτά σαν ένα δασάκι.

"Μάκη που ήρθαμε;" 

"Θα δεις"

Μου έκλεισε τα μάτια και άρχισε να με οδηγεί πιο μέσα σε αυτό το μέρος όταν μου τα ξανά άνοιξε έμεινα άναυδη. Βρισκόμασταν πάνω σε μια κορυφή δίπλα από έναν καταράκτη, στο γρασίδι ήταν απλωμένο ένα λευκό τραπεζομάντιλο, επάνω του υπήρχαν τριαντάφυλλα διαφόρων χρωμάτων, αλλά μόνο ένα μπλέ. Επίσης υπήρχαν δύο πιάτα με πιρούνια και ένας δίσκος με φαγητό καλυμμένος με καπάκι.

"Ωω θεε μου αυτό είναι υπέροχο" αναφώνησα ενθουσιασμένη

"Χαίρομαι που σου αρέσει."

"Αλήθεια γιατί υπάρχει μόνο ένα μπλέ τριαντάφυλλο;"

Το πήρε στα χέρια του και μου το έδωσε.

"Γιατί αυτό το τριαντάφυλλο είσαι εσύ,  μέσα στα τόσα ωραία είσαι μοναδική " είπε

Τα λόγια του άγγιξαν την καρδιά μου, είχα στα αλήθεια συγκινηθεί,χωρίς κανέναν δισταγμό άνοιξα τα χέρια μου και τον αγκάλιασα σφικτά, αμέσως με αγκάλιασε και αυτός. Έπειτα κάτσαμε να φάμε, το φαγητό ήταν υπέροχο και ήταν πραγματικά εξωπραγματικό το γεγονός ότι ετοίμασε όλα αυτά μόνο για εμένα.

"Αλήθεια πως ανακάλυψες αυτό το μέρος; " ρώτησα

"Έτυχε.  Μια μέρα που είχαμε μαλώσει, περπατούσα χωρίς σταματημό για να ξεχαστώ, μέχρι μου κατέληξα εδώ.  Απο τότε όποτε θέλω να ξεχαστώ έρχομαι εδώ. Είναι το μέρος διαφυγής μου."

"Τότε τιμή μου που με έφερες"

Κοίταξε τον καταράκτη και τα μάτια του άστραψαν.

Ωχ.

Κάτι σκέφτηκε. 

Δεν σε αντέχω.Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora