Με το άκουσμα αυτών των λέξεων, τα μάτια της βουρκώνουν μονομιάς. Το βλέμμα της συννεφιάζει και καλύπτεται από καταχνιά. Δάκρυα πλάθονται στο βολβό και στέκουν, ζεματιστά και πικρά, πάνω στη μυώδη πτυχή του κάτω βλεφάρου της - στο χείλος του γκρεμού. Η πρασινογάλαζη ίριδα λάμπει, καθώς κατασκεπάζεται από τις παχιές στάλες του αρμυρισμένου υγρού. Στο κεφάλι της βουίζουν επικριτικές φωνές και μουδιάζει, νιώθει τα πόδια της να κόβονται. Είναι ευγνώμων που κάθεται σε καρέκλα, ειδάλλως θα κατέρρεε μισολιπόθυμη στο πάτωμα. Ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τη νεοσύλλεκτη πληροφορία, στέλνοντας ένα και μοναδικό μήνυμα: 'Ψύχωση' . Ξαφνικά, μισεί τον εαυτό της με όλη της τη δύναμη. Θαλασσοταραχή αποφαντικής μικροπρέπειας, ταπείνωσης και ξευτελισμού χτυπά τα ενδότερα τείχη της. Αρκεί να αναπεταρίσει τα μάτια της για να δακρύσει. Σκουπίζει το πρόσωπό της γρήγορα, προτού ο ανυποψίαστος πατέρας καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει.
"Είσαι σίγουρος πως ήταν αυτός;" τον ρωτά, όσο κι αν προσπαθεί η φωνή της βγαίνει πιο θλιμμένη απ' όσο θα έπρεπε.
"Ναι, το θυμάμαι καθαρά." τη διαβεβαιώνει. "Όταν ένιωσα το βέλος στο στομάχι μου, σήκωσα το κεφάλι για να δω ποιος με είχε χτυπήσει. Ήταν ο πρίγκιπας. Με κοιτούσε με τόσο μισός..και τότε, ήμουν βέβαιος πως εκείνη τη μέρα δεν επρόκειτο να εγκατέλειπε το πεδίο της μάχης χωρίς να με σκοτώσει." μία προς μία λέξη, τα λόγια του τη μαχαιρώνουν ευθεία στο στήθος.
Εκείνος που είχε τραυματίσει τον πατέρα πριν περίπου μία εβδομάδα, δεν ήταν άλλος από τον δαίμονα που της έκλεψε ό,τι πολυτιμότερο είχε. Την αγνότητά της.
Όλα τα γεγονότα μπαίνουν σε σειρά στο μυαλό της. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε - από εκείνο το δειλινό που για δεύτερη φορά είχε φύγει πέρα από τα σύνορα του ανακτόρου και είχε πάει στο ποτάμι, ανίδεη για το ποιον θα συναντούσε εκεί. Είχε μείνει να τον κοιτά αποσβολωμένη. Ήταν οι δυο τους, μόνοι τους και τον φοβόταν. Τότε ήταν που για πρώτη φορά άκουσε τη βραχνή φωνή του, ρωτώντας τη ακριβώς αυτό - αν τον φοβάται. Είχε ακούσει ένα ευτελές 'Όχι' να βγαίνει από το στόμα της, για μια στιγμή γέμισε με θάρρος. Αλλά μόνο για τόσο, μόνο για μία στιγμή. Είπε ψέματα, ισχυριζόμενη το αντίθετο από αυτό που πράγματι αισθανόταν. Πλησίαζε με σίγουρο βήμα προς το μέρος της, η Kathrine ήξερε πως κάτι θα γίνει. Έκανε μία προσπάθεια να τρέξει, αναποτελεσματική. Το μόνο που θυμάται μετέπειτα είναι το μπράτσο της να παραλύει από τον πόνο, τα χείλη του ενωμένα με τα δικά της, πρωτοφανές ευχάριστο κι ανεπιθύμητο συναίσθημα. Εκείνη τη νύχτα, του είχε ξεφύγει. Ακόμη και τώρα, θυμάται τον οργισμένο του βρυχηθμό όταν άρχισε να τρέχει μακριά του.

YOU ARE READING
Angels Vs. Demons
Fanfiction❝Μερικές φορές, οι απαιτήσεις μας ξεπερνούν τα όρια. Μερικές φορές, η ακόρεστη επιθυμία να αποκτήσουμε κάτι ακόμα είναι τόσο δυνατή που μας θολώνει. Το υποσυνείδητο και η λογική απλά σωπαίνουν ξέροντας πως οποιαδήποτε παρέμβασή τους δεν θα έχει κανέ...