Κεφάλαιο 3ο.

2.1K 164 4
                                    

Φραγγελάκηδες

" Χαρά ξύπνα, πήγε 12 η ώρα, έχεις μάθημα" φώναξε η μαμά μου από την κουζίνα.
" Εντάξει" είπα χασμουριόντας και έτριψα τα μάτια μου. Σηκώθηκα και κατέβηκα στην κουζίνα. Έφαγα πρωινό και πήγα κατευθείαν στον χορό. Κάνω παραδοσιακούς χορούς εδώ και οκτώ χρόνια. Είναι το μικρό μου πάθος, και όταν είμαι εκεί ξεχνάω τα πάντα. Είμαι στο τμήμα των ενηλίκων, ως καλή χορεύτρια, και ως έμπειρη. Ήταν ένα από τα όνειρα μου αυτό. Να μπω στο τμήμα των μεγάλων έλεγα στις αδερφές μου και με κοιτούσαν σαν χαζές. Το τμήμα τους κυμαίνεται από 15 έως και 60 χρόνων. Όλοι τους είναι υπέροχοι και πολύ συνεργάσιμοι. Ο κύριος Ματθαίος, ο χορό διδάσκαλος με ξέρει από τόσο δα. Είναι το δεύτερο μου σπίτι εκεί. Κάνω μόνο 2 φορές την εβδομάδα αλλά τις υπόλοιπες μέρες κάθομαι και βλέπω τα άλλα τμήματα να κάνουν πρόβες.

Όταν έφτασα πήγα στην παρέα μου. Είναι δύο τρία παιδιά από το σχολείο και φυσικά κάποιοι μεγαλύτερης ηλικίας που απλά τους αγαπώ! Ο κύριος Θωμάς που έχει το μπακάλικο, η κυρία Εύη με το ανθοπωλείο και η Ρένα που δουλεύει στο ξενοδοχείο της περιοχής.

"Οο! Καλώς την νεολαία!" είπε η κυρία Εύη  κοιτάζοντας με με ένα χαμόγελο.
"Γειά σας!! Τι κάνετε;" αναφώνησα μέσα σε όλο τον θόρυβο που υπήρχε.
"Εδώ γερνάμε" είπε σουφρώνοντας τα φρύδια της η Ρένα.
" Εσύ μόλις έκλεισες τα 28 καλέ! Τι γέρασες"
" Έλα μην ακούω αηδίες! Εμείς εδώ που κλείνουμε να 50 φέτος είμαστε πιο καλά από εσάς! ", με αυτό μας αποστομωσε ο κύριος Θωμάς.
"Ορίστε!" είπα δείχνοντας τον κύριο Θωμά.
"Άιντε μωρέ! Σηκωθείτε να χορέψουμε αντε! " μας διέκοψε ο δάσκαλος.

Στηθηκαμε όλοι στον κύκλο. Αριστερά μου η Ρένα και δεξιά μου μια άλλη κοπέλα, η Δώρα. Ξαφνικά όλοι γύρισαν κοιτάζοντας την πόρτα. Μπήκε μέσα ένας άντρας γύρω στα 30. Ένας πολύ ωραίος άντρας! Ομολογώ πως με εντυπωσίασε η παρουσία του.

" Αα! Ρε φίλε μου! Καλώς τον!" είπε ο δάσκαλος με φανερή χαρά στο πρόσωπο του.
"Πως και από τα μέρη μας!;"
" Ε τι; Ήρθα καλά καλά, να μην χορέψω;" είπε γελώντας ο ψηλός άντρας που αργά αργα σκαναρε τον χώρο.
" Ε φυσικά! Πάρε θέση!" και του έδειξε τον κύκλο.

Εκείνος έλεγχε τους χορευτές. Ήρθε ανάμεσα σε εμένα και την Δώρα.

"Ρε Εύη ποιος είναι αυτός;"
" Από όσο ξέρω, στενός φίλος του δασκάλου. Ήρθε πριν λίγες μέρες από το εξωτερικό, ήταν στον όμιλο παλιά." ψιθύρισε στο αυτί μου.
"Α μάλιστα".

" Πάμε να κάνουμε ένα συγκαθιστό. Αρχίζουμε έτσι για ζέσταμα και μετά βλέπουμε." είπε ο κύριος Ματθαίος με ένα χαλαρό βλέμμα ενώ άλλαζε τα σιντί στο λαπτοπ του.

Καθώς χορεύαμε παρατήρησα πως οι περισσότεροι τον γνώριζαν. Μου φάνηκε συμπαθητικός, αλλά λίγο απόμακρος. Δεν έκανε λάθη. Αυτό έδειχνε πως ήξερε καλά τι χόρευε. Είχε τεχνική. Όταν άλλαξε η μουσική καταλαθος τον πάτησα.

"Συγνώμη! Σας πάτησα;!" είπα ντροπαλά κοιτάζοντας τα υπέροχα μελί μάτια του.

"Καταρχάς είναι σε και όχι σας. Και δεύτερον δεν πειράζει. Πάτα με όσο θες." με έναν χιουμοριστικο τόνο απάντησε στην ερώτηση μου.

Γέλασα. Δεν ήξερα τι να απαντήσω. Κομπλαρα. Ποιος; Εγώ! Που είμαι τόσο ετοιμόλογη.

Μετά συνεχίσαμε με έναν άλλον χορό. Στα επόμενα δύο λεπτά ο δάσκαλος είπε :

" Χωριστειτε! Ζευγάρια! "

Πανικοβληθηκα! Ήξερα πως δεν θα είμαι με την Εύη γιατί εκείνη πάντοτε καπαρώνει τον κύριο Λάμπρο. Είδα τον άντρα γυρνάει στο μέρος μου. Ήρθε απέναντι μου. Τον κοιτούσα σαν χαμένη. Δεν ήξερα τι βήματα κάνω. Έκανα εντελώς δικά μου.

" Πρόσεξε τα δικά μου βήματα. Πρέπει να πηγαίνεις αντίθετα." είπε αυτός.

"Εντάξει" απάντησα πολύ ψυχρά. Δεν ξέρω γιατί.

Ξαφνικά παίρνει το δεξί μου χερι και με γυρνάει αριστερόστροφα τρεις φορές. Ζαλίστηκα.

"Όπα φτάνει!" του ειπα επιβλητικά φέρνοντας τα χέρια μου στο κεφάλι μου.

" Εάν είσαι πραγματική χορεύτρια πρεπει να τα αντέχεις αυτά"

Με αποστομωσε. Μιλάει τόσο...τοσο σωστά!

Ο χορός τελείωσε και είχε περάσει ήδη μισή ώρα. Κάναμε ένα διάλειμμα για νερό. Πλησίασα το ψυγείο και πήρα ένα πλαστικό ποτήρι. Ένα χέρι εμφανίστηκε από πίσω μου.

" Μου βάζεις; Ή θα ζαλιστείς; " είπε με ένα γελακι.

Τον κοίταξα με ένα ειρωνικό ύφος και πήρα το ποτήρι του. Το γέμισα και του το έδωσα.

Έπινε και με κοιτούσε ταυτόχρονα. Ένιωσα σαν να έλιωνα. Έχει τόσο προστακτικο βλέμμα που με καθήλωσε.

Γρήγορα γρήγορα περάσαμε στους επόμενους χορούς και μέσα σε άλλο ένα μισάωρο τελειώσαμε.
Τον παρατήρησα καθώς έβαζε το μπουφάν του για να φύγει. Παραξενευτηκα. Μάιο μήνα μπουφάν; Όταν μας χαιρέτισε και άκουσα εξάτμιση κατάλαβα πως έφυγε με μηχανή.
Πήρα την ζακέτα μου και βγήκα έξω. Η φίλη μου η Μαρία με πλησίασε.

"Χαρά! Ε περίμενε!" φώναξε μέσα στον κόσμο.
"Έλα."
"Ποιος ήταν αυτός ο καινούργιος;;Που ήταν δίπλα σου."
"Που να ξέρω"
"Είδα πως μιλήσατε. Δεν τον ρώτησες το όνομα του;
" Όχι "

"Ανάθεμα την βεντέτα"Where stories live. Discover now