Το είχε πάρει απόφαση κάτι έπρεπε να κάνει για να βγει από την αδράνεια. Του το είχε υποσχεθεί.
Την επόμενη μέρα ο Γιάννης έφυγε για την δουλειά και εκείνη θα έβγαινε από το σπίτι.Πήρε τηλέφωνο την Τονια να βρεθούνε για καφέ. Η φίλη της αν και ξαφνιάστηκε συμφώνησε αμέσως χαρούμενη. Έδωσαν ραντεβού σε μια ώρα στο εμπορικό που συνήθιζαν να πηγαίνουν.
Βγήκε από το σπίτι και ανακάλυψε ότι ακόμα υπήρχε το αυτοκίνητο που είχε βάλει ο παππούς της να την μεταφέρει και οι άντρες που την ακολουθούσαν. Με το που την είδε ο οδηγός έτρεξε να της ανοίξει την πόρτα. Του είπε ότι δεν χρειαζόταν και ότι θα πήγαινε με ταξί , αυτός όμως επέμενε ότι γι'αυτό πληρώνετε οπότε υποχώρησε και μπήκε.
- Να σας ρωτήσω κάτι;
- Ότι θέλετε.
- Πόσο καιρό είσαι εδώ έξω από το σπίτι και με περιμένεις;
- Εδώ και τρεις μήνες έρχομαι μόλις φεύγει ο κύριος Γιάννης και φεύγω όταν επιστρέφει εκείνος.
- Συγνώμη που σε είχα τόσο καιρό εδώ έξω.
- Αυτή είναι η δουλειά μου κυρία. Να είμαι παρών για οπότε με χρειαστείτε.
- Μπορείς να με αφήσεις και να φύγεις μετά θα γυρίσω με ταξί.
- Σας παρακαλώ οι εντολές μας ήταν σαφείς δεν γίνεται να σας αφήσουμε μόνη. Θα χάσουμε τις δουλειές μας.
- Σας; Πόσοι είσαστε;
- Εγώ ένας ακόμα οδηγός για τα ρεπό μου και τα παιδιά στο αυτοκίνητο από πίσω μας είναι άλλοι τέσσερις.
- Μάλιστα. Όπως θες μπορείς να με περιμένεις.
- Ότι ώρα και να θελήσετε θα είμαι από έξω και θα είναι πάντα κάποιος αρκετά κοντά σας χωρίς να σας ενοχλεί.
- Υπέροχα!
- Μην το παίρνετε στραβά από ενδιαφέρων το κάνουν. Φοβούνται για εσάς.Η Ηρώ σκεφτόταν αν φοβόντουσαν για εκείνη ή εκείνη την ίδια; Ο πατέρας της τόσους μήνες δεν είχε κάνει τίποτα. Φοβόντουσαν μήπως κάνει αυτή κακό στον εαυτό της; Σε τέτοιο σημείο τους είχε φτάσει; Το απόγευμα έπρεπε να πάρει οπωσδήποτε τον παππού της να τον καθησυχάσει ότι πλέον είναι καλά, αρκετό πόνο είχε ο ίδιος του μην ανησυχει και για αυτήν.
Στην είσοδο του εμπορικού την περίμενε η Τόνια. Με το που την πλησίασε την αγκάλιασε σφιχτά.
- Φίλη μου πόσο χαίρομαι που σε βλέπω.
- Και εγώ Τόνια μου έλειψες.
- Πάμε πρώτα να πιούμε ένα καφέ να τα πούμε και μετά τα ψώνια.Τα δύο κορίτσια κάθησαν στο αγαπημένο τους καφέ.
- Μου έλειψε αυτό το μέρος είναι τόσο όμορφο.
- Εμένα μου έλειψες εσύ. Μας τρόμαξες το ξέρεις;
- Τώρα ναι. Αν και χρειάστηκε ένα σοκ για να συνέλθω. Φοβήθηκα ότι θα τον χάσω δεν καταλάβαινα τόσο καιρό ότι τραβούσα και εσάς μαζί μου. Συγνώμη Τόνια μου.
- Μην ακούω χαζά. Σε καταλαβαίνω δεν είναι λίγα αυτά που περασες. Ο καημένος ο Γιάννης κόντευε να τρελαθεί που δεν μπορούσε να σε συνεφέρει.
- Ναι πραγματικά αν ήταν άλλος δεν νομίζω να άντεχε.
- Εκτός από καυτός είναι και καλός!!!
- Ναι είναι πολύ καλός.
- Σ'αγαπάει πολύ.
- Και εγώ τον αγαπάω γι'αυτό και τρόμαξα στην ιδέα ότι μπορεί να τον χάσω.
- Τώρα όμως όλα τελείωσαν κοιτάμε μπροστά έτσι δεν είναι;
- Έτσι! Αύριο κιόλας θα πάω στη σχολή να πάρω το πρόγραμμα.
- Μπράβο ρε φιλενάδα. Μετά από τόση προσπάθεια θα ήταν κρίμα να τα παρατήσεις.
- Εσύ τι έκανες; Πότε ξεκινάς μαθήματα;
-Ναι ξέρεις ήθελα καιρό να σου το πω αλλά δεν ήσουν σε φάση.
- Τι πράγμα;
- Έκαναν στο Γιώργο πρόταση από μια πολύ μεγάλη εταιρεία στην Αυστραλία, τα λεφτά είναι τα τριπλά από ότι παίρνει εδώ και δεν μπορεί να αρνηθεί, είναι τεράστια ευκαιρία.
- Και εσύ; Τι θα κάνετε;
- Μου ζήτησε να πάω μαζί του. Θέλει να αρραβωνιαστουμε.
- Αυτό είναι υπέροχο!!! Η σχολή σου;
- Το έψαξε μπορώ να πάρω μεταγραφή σε πανεπιστήμιο εκεί. Έκανα είδη τα χαρτιά μου.
- Αν και θα μου λείψεις πάρα πολύ χαίρομαι για σένα.
- Άντε καλέ τι είναι η Αυστραλία μια μέρα δρόμος!!!!
- Ελπίζω να σου πάνε όλα καλά Τόνια μου μέσα από την καρδιά μου. Ευκαιρία για ταξίδια!!!
- Εννοείται θα παίρνεις τον Γιάννη και θα έρχεσαι.Οι δύο φίλες ήπιαν τον καφέ τους και μετά πήγαν για ψώνια. Οι ώρες πέρασαν χωρίς να το καταλάβουν. Ο Γιάννης την είχε πάρει κάνα δύο φορές τηλέφωνο για να σιγουρευτεί ότι είναι καλά. Απόγευμα πια χωρίστηκαν.
Όταν έφτασε σπίτι ο Γιάννης δεν είχε γυρίσει ακόμα. Αποφάσισε να πάρει τον παππού της τηλέφωνο.
Μίλησαν αρκετή ώρα και αφού τον καθησύχασε ότι πλέον ήταν καλά έκλεισαν την ώρα που έμπαινε ο Γιάννης σπίτι.
- Καλησπέρα μωρό μου. Τι κάνεις; Πώς περάσατε με την Τόνια;
- Ήταν πολύ ωραία το είχα πραγματικά ανάγκη.
- Μπράβο κορίτσι μου.
- Αύριο θα πάω και στη σχολή!
- Αλήθεια; Αυτό είναι υπέροχο. Ξέρω ότι είναι δύσκολο αλλά πρέπει να κοιτάξεις μπροστά.
- Είναι πραγματικά δύσκολο.Βλέποντας ότι δάκρυα άρχισαν να μαζεύονται στα μάτια της προσπάθησε να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα.
- Να σου πω δεν νομίζω τώρα εκεί στη σχολή να σε μαγέψει κανένας επίδοξος γιατρός;
- Λες δεν το έχω σκεφτεί; Και η άσπρη ποδιά ξέρεις είναι πολύ σέξυ!!!
- Μη μου λες τέτοια και με κάνεις να κατασκηνωσω έξω από τις αίθουσες.
- Αγαπητέ μου συζυγε δεν ήξερα ότι ζηλεύετε!!!
- Δεν ζηλεύω τρελαίνομαι και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί να σε αγγίξει κάποιος άλλος.
- Ώστε έτσι;
- Και χειρότερα αν τολμήσει κανείς να σε πλησιάσει θα του σπάσω τα χέρια και τα πόδια!
- Πολύ αγροίκος είσαι για δικηγόρος.
- Και δεν έχεις δει τίποτα ακόμα.Την έπιασε και την πέταξε πάνω στον ώμο του.
- Τώρα θα δεις μωρό μου πόσο αγροίκος είμαι.
Την ανέβασε από τις σκάλες αλλά αντί να πάει στην κρεβατοκάμαρα τον είδε να συνεχίζει. Βρέθηκαν στην βιβλιοθήκη.
- Γιατί με έφερες εδώ;
- Γιατί μωρό μου αυτό το φαντάζομαι από την μέρα που σε έφερα εδώ να σου δείξω το σπίτι!Την ξάπλωσε μπροστά στο μεγάλο παράθυρο και της έκανε έρωτα.
Η Ηρώ ήταν ευτυχισμένη. Επιτέλους αισθανόταν ότι μπορούσε να αφεθεί να νιώσει καλά τίποτα δεν την κρατούσε πίσω. Τον χαμό του Αλέξανδρου δεν πρόκειται να τον ξεπεράσει ποτέ. Θα τον έχει πάντα μέσα στην καρδιά της αλλά οι άνθρωποι που έχει πλέον δίπλα της, αξιζουν να τους χαρίζει την χαρά της.
YOU ARE READING
Κάποτε θυμάμαι...
RomanceΕσύ τι πιστεύεις ότι θά θυμάσαι κάποτε? Ένα μεγάλο έρωτα? Ένα καλό φίλο? Μια μεγάλη στενοχώρια ή μια μεγάλη χαρά? Αυτό θα το μάθεις όταν περάσουν και τα δικά σου χρόνια, τώρα ας δούμε τι είναι αυτό που θυμάται η Ηρώ...