Ε Ν Δ Ε Κ Α Τ Ο

2K 112 2
                                    

Νεφέλη


"Νεφέλη μπες τώρα μεσα στο γαμημενο αυτοκίνητο" η φωνη του γεμάτη ένταση, ηχουσε δυνατα στα αυτιά μου.

"Δεν υπάρχει περίπτωση Αχιλλέα. Φύγε, θα παω με τα πόδια" του απάντησα ηρεμα κουμπωνοντας το παλτό μου.

"ΤΩΡΑ ΓΑΜΩΤΟ" με αρπαξε απο τον καρπο και τα πρόσωπα μας πλησιασαν το ενα το αλλο.

Η ανασα μου κόπηκε. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και γρήγορα. Αναμνήσεις ξύπνησαν μόλις το βλέμμα μου έπεσε στα καλοσχηματισμενα χείλη του. Τον εχω  τώρα μπροστά μου, σαν να ήταν χθες, τη πρώτη στιγμή που τον αντίκρισα. Έπεσε πάνω μου καθώς πήγαινα να παρακολουθήσω το τελευταίο μου μάθημα για εκείνη την μερα. Πίστευα ότι ήταν ενας υπερόπτης, ούτε ένα συγγνώμη δε ζήτησε, σχεδόν με εβρισε. Το επόμενο διάστημα είχα την ευκαιρία μου να τον γνωρίσω καλύτερα και διαπίστωσα ότι δεν είναι απρόσιτος, όπως νόμιζα αρχικά.Αυτό το ύφος, το cool και το απόμακρο, τον έκανε ακόμα πιο γοητευτικό. Τον ήθελα, τον θέλω, θα τον θέλω. Έστω για μια τελευταία φορά. Θέλω, θέλω να του φωνάξω. Να του φωνάξω πόσο πολύ τον αγάπησα, πόσο πολύ τον λατρεύω. Πως το κενό μεσα μου είναι τεράστιο, πως θέλω πίσω τα σπασμένα μου κομμάτια που πήρε μαζί του εκείνη την μέρα. Ειχα βαρεθεί τις ανωτεροτητες. Ηθελα να τον βλέπω να υποφέρει. Να σέρνεται απο πίσω μου. Να τρελενεται καθε φορα που θα ακουγε το όνομα μου. Ηθελα να αγαπάει μόνο εμενα. Ηθελα να τον διαλύσω εκείνη την μερα. Δεν ήμουν καλα, ένιωθα άρρωστη, ενιωθα μισή. Μιση γιατί το ενα μερος της καρδιάς μου έλειπε, με ειχε εγκαταλείψει, είχε πάει μαζί του, μακρυα μου, χιλιόμετρα. Είσαι κενός αν νιώθεις το κενό;

"Συγγνώμη που σου φώναξα. Δεν θέλω να πάθεις κάτι, πλησιάζει το ταξιδι μας και σε χρειάζομαι υγιή."

Και εγω σε χρειάζομαι όμως...

" Αχιλλέα, φιλα με!" τον ικετεψα, τον ήθελα.

"Νεφέλη μπες στο αμάξι να σε πάω σπίτι σου" ο τόνος της φωνής του αυστηρός.

Κατεβασα το κεφαλι μου και προχώρησα προς το αμαξι του. Ηλιθια! Αυτό ήμουν, πως τολμησα να του ζητήσω κάτι τέτοιο; Μα τι σκεφτόμουν, ο άνθρωπος προχώρησε. Είναι αρραβωνιασμενος. Οχι μαζι μου ομως. Η διαδρομή ήταν άβολη, μόνο οι ανάσες μας ακούγονταν, ούτε μουσική. Δεν ηξερα τι σκεφτόταν, ήξερα όμως ότι το εκανε! Τον είχα μάθει έτσι και αλλιώς, ειχα μελετήσει τις αντιδράσεις του προσώπου του αλλα και του κορμιού του την περίοδο που είμασταν μαζί. Τα χερια του ειχαν αρπάξει δυνατά το τιμόνι και σταδιακά το αμάξι επιτάχυνε.

"Το πέτρινο σπίτι είναι το δικό μου" ψέλλισα μόλις μπήκαμε στον δρόμο για το σπίτι.

Μουρμουρισε ενα ξερό 'οκ' και λιγα λεπτά αργότερα βρεθήκαμε έξω από το σπίτι. Δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, μια απλή μεζονέτα. Μπροστά υπήρχε η αυλή όπου ο γιος μου την είχε γεμίσει με παιχνίδια. Λάτρευε να αμάξια και τις μηχανές, όπως και ο πατέρας του.

" Ο γιος σου;" με ρώτησε κοιτώντας το αγγελούδι μου από το παράθυρο.

"Ναι, θέλεις να τον γνωρίσεις;" ήμουν σίγουρη ότι χαμογελουσαν μεχρι και τα αυτιά μου.

"Θα ήταν χαρά μου" μου απάντησε και ταυτόχρονα ανοιξαμε τις πόρτες μας.

Αχιλλέας

Ενιωσα περίεργα όταν γνώρισα τον γιο της. Ο μικρός έτρεχε σαν παλαβός γύρω απο την μητέρα του μόλις της ειδε ή μάλλον μόλις την άκουσε. Φαίνεται της έχει αδυναμία, όπως και η ίδια. Ο μικρός με κοίταξε παράξενα. Είχε μισοκλεισει τα ματια του και με κοιτούσε εξεταστικα απο την αγκαλιά της μητέρας του. Κατι της ψιθύρισε στο αυτί και έπειτα εκείνη του απάντησε.

"Λούκα απο εδω είναι ο κύριος Αχιλλέας. Είναι το αφεντικό μου" η Νεφέλη τον άφησε στο έδαφος και ο μικρός με γοργά βήματα έφτασε απέναντι μου.

"Εσυ εισαι που θα πάρεις την μαμα μακλυα μου;" ειχε σταυρωσει τα χερακια του κάτω από το στερνό και με κοίταξε σοβαρός.

" Μικρέ, θα είναι για μια εβδομάδα. Θα στην προσέχω, μην ανησυχείς" κάθισα στο ύψος του και είδα την Νεφέλη να μας κοιτάζει χαμογελώντας.

" Το καλό που σου θέλω. Α και αν παλει ο μπαμπάς μου τηλέφωνο να μου το πεις. Η μαμα δεν μου λέει"

"Μα μικρέ, με τον μπαμπά σου θα είσαι. " παραξενευτηκα με αυτό που άκουσα.

" Καλε μαμα τι λεει ο κυλιος Αχιλλέας; Ο θείος Νεκταλιος δεν είναι ο μπαμπάς μου. Είναι ο κολλητός της μαμας και ο νονός μου. Ο μπαμπάς εχει δουλειά και για αυτό μένει μακλυα μας. Αλλα με θυμάται, μου στέλνει καλτες, δωλααα. Πολλα ειδικά μηχανές και αμάξια. "

Σιγά - σιγά το παζλ αρχισε να συναρμολογειτε από μόνο του. Τα κομματια από την αρχή δεν κολλούσαν μεταξύ τους. Ο μικρός δεν μοιάζει ούτε στον Νεκτάριο και ελάχιστα στην Νεφέλη. Εχει τα ματια μου, δυο κινούμενες θάλασσες όπως συνήθιζε να λεει και η μητέρα του. Τα χείλη μας ιδια όπως και το πάθος του για τις μηχανες και τα αυτοκίνητα. Η μορφή της Νεφέλης είχε χλωμιασει, ηταν ενοχή. Είχε ταραχτει, τα χερια της ετρεμαν.

Αυτός είναι ο γιος μου;

MY BOSSWhere stories live. Discover now