Ακόμα δεν πέρασε το πένθος από την κηδεία του Βασιλιά Αλέξανδρου και η Ανθή ετοίμαζε με μεγάλο πόνο στην καρδιά την κηδεία της Άντζελας. Τα έκανε όλα μηχανικά, χωρίς ζωή μέσα της, σαν ένα άψυχο σώμα που απλά κινούνταν. Οι Πρίγκιπες και ιδιαίτερα ο Κωνστάντινος πονούσαν κι εκείνοι και πάλευαν να παραμείνουν ορθοί ώστε να φέρουν εις πέρας τις προετοιμασίες.
Ήταν μια βροχερή μέρα, η μέρα της κηδείας της. Οι παρευρισκόμενοι ήταν πολύ λιγότεροι από την κηδεία του Αλέξανδρου, όμως φαίνονταν να λυπούνται αληθινά όλοι και όχι να προσποιούνται. Γιατί κάτι που δεν είχε αναφερθεί προηγουμένως ήταν πως υπήρξαν και κάποιοι που χάρηκαν με το θάνατο του Βασιλιά, γιατί για διάφορους λόγους δεν τον ήθελαν για αφέντη και μονάρχη τους.
Όμως η Άντζελα ήταν μια Πριγκίπισσα με δίψα για ζωή, που χαμογελούσε σε όλους και μετέδιδε θετική ενέργεια, παρόλο που ήταν μελαγχολική πολλές φορές. Ήθελε να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια, και ίσα που πρόλαβε να νιώσει τον έρωτα στο πρόσωπο του Πρίγκιπα Στέφανου του Μικρονησίου. Δεν πρόλαβε να ζήσει τίποτα άλλο όμως. Δεν πρόλαβε ούτε καν να μάθει τι απέγιναν οι δύο εξαφανισμένες αδελφές της. Η γιατί καθυστέρησε τόσο πολύ ο αγαπημένος της.
Όταν κατέβασαν το φέρετρο στη γη, η Ανθή δεν άντεξε άλλο. Σχεδόν πνίγηκε απ' τους λυγμούς της, ούρλιαζε και φώναζε σκορπίζοντας παντού τον πονο και την οδύνη της, χωρίς να νοιάζεται που γκρεμιζόταν η αξιοπρέπεια της. Ο Κωνσταντίνος έτρεξε και την κράτησε σφιχτά για να μην κάνει καμία τρέλα και πήδηξει στην τάφρο. Εκείνη άρχισε να τον χτυπάει εξακολουθώντας να φωνάζει, και ο Κωνσταντίνος δεν κρατήθηκε κι άρχισε κι εκείνος να κλαίει με λυγμούς για την αγαπημένη του φίλη.
Ο Μάριος κρατούσε τη Λίζα στην αγκαλιά του, η οποία επίσης έκλαιγε απαρηγόρητα. Στέκονταν λίγα μέτρα πιο πέρα και ο θρήνος της Ανθής τους παρέσυρε κι εκείνους.
"Δεν θα σ' αφήσω ποτέ, αδελφούλα μου. Ότι κι αν γίνει, σου το ορκίζομαι..." της είπε και φίλησε τα μαλλιά της. Η Λίζα όμως, είχε ένα προαίσθημα, ότι ο Μάριος τελικά θα την άφηνε, όπως την άφησαν ο πατέρας της κι οι αδελφές της. Ήταν μόλις δεκατριών κι όμως είχε βιώσει τόσο πόνο... Άραγε τι την περίμενε όταν μεγάλωνε;
Όσο για τον Λεωνίδα, στέκοταν πλάι τους σιωπηλός. Θα έλεγε κανείς πως ήταν ο πιο ψύχραιμος από όλους, όμως κάνεις δεν ήξερε τον εσωτερικό πονο και τη μάχη που έδινε μέσα του. Έσφιγγε τις γροθιές του με δύναμη, ακούγοντας τον θρήνο και τα κλάματα ολονων, και δεν ήξερε ποιον έπρεπε να κατηγορήσει για όλα αυτά που τους συνέβαιναν. Τη ζωή, τη μοίρα, τον ίδιο τον Θεο; Θα ήταν άραγε η Ανθή ικανή να κυβερνήσει ύστερα από όλα αυτά; Και υπήρχαν πολλά που έπρεπε να διευθετηθούν. Ο δολοφόνος του πατέρα του κυκλοφορούσε ακόμα ελεύθερος και κινδύνευαν όλοι τους. Αν δεν είχε σκοτώσει ήδη την Κάτια και τη Μαρία... Έπρεπε να πάρει θέση ο ίδιος ως διάδοχος, να συνεφέρει τους αδελφούς του για να βρουν μια λύση.
BẠN ĐANG ĐỌC
Αλήθειες και Ψέματα (Τα Πέντε Βασίλεια Prequel)#SCBC2024
Lãng mạnΣτη Χώρα των Πέντε Βασιλείων και συγκεκριμένα στο Νότιο Βασίλειο, ζει μια νεαρή κοπέλα, η Κάτια, μαζί με τον πατέρα της και τις αδελφές της, Μαρία και Άντζελα. Μετά την αποτρόπαιη δολοφονία του πατέρα τους όμως, οι τρεις αδελφές καλούνται στο Βόρειο...