Έχουν αλλάξει οι εποχές

1.3K 80 2
                                    

Την επόμενη μέρα η Δήμητρα ξυπνάει μαζί με την κολλητή της. Τεντώνει το σώμα της και έπειτα γυρίζει το κεφάλι για να την κοιτάξει
«καλημέρα»
«καλημέρα. Πάμε για πρωινό;»
Προτείνει η Αφροδίτη και η Δήμητρα γελάει
«εννοείται!»
Λέει και σηκώνονται μαζί από το κρεβάτι.

Αφού έχουν φάει το πρωινό τους, ετοιμάζονται για την καθημερινή ρουτίνα τους
«επ! που πάτε εσείς;»
Ρωτάει η Φανή, η μητέρα της Δήμητρας, κάνοντας τα δύο κορίτσια να κοκαλώσουν
«βόλτα»
Απαντάει λιτά η Δήμητρα. Η Φανή χαμογελάει υπεροπτικά
«και τις δουλειές ποιος θα τις κάνει;»
«μα για αυτό σε έχουμε στο σπίτι βρε μαμά»
«χα χα, πολύ αστείο»
Αποκρίνεται και η Δήμητρα στριφογυρίζει τα μάτια της
«τώρα σοβαρά; θέλεις να κάνουμε δουλειές;»
«με βλέπεις να αστειεύομαι;»
Αντιγυρίζει με ερώτηση και η νεαρή κοπέλα αναστενάζει. Ξαφνικά ακούγεται το γέλιο του πατέρα της να ηχεί από το σαλόνι
«έλα βρε Φανή, άφησε τα κορίτσια να φύγουν»
«όλη την ημέρα βόλτες κόβουν. Να διαβάζουν δεν ξέρουν»
Γκρινιάζει η Φανή, κάνοντας την Δήμητρα να αναστενάξει
«σε πληροφορώ ότι τελειώσαμε το σχολείο εδώ και τέσσερα χρόνια»
Αποκρίνεται η νεαρή κοπέλα με υπεροπτικό ύφος
«μπορούσες όμως να σπουδάσεις»
«μπορούσα, αλλά δεν ήθελα, έχουν κάποιες διαφορές αυτά τα δύο ξες»
Η ατμόσφαιρα είχε αρχίσει να μυρίζει μπαρούτι. Η Φανή αποφασίζει να μην το συνεχίσει, μιας και δεν της άρεσε να μαλώνει
«τέλος πάντων, πηγαίνετε. Όμως εμείς, θα τα πούμε αργότερα κατ' ιδίαν, δεσποινίς»
Αποκρίνεται κάνοντας ξεκάθαρο στην Δήμητρα πως αυτή η συζήτηση θα είχε και συνέχεια. Ξεφυσά ενώ κάνει μεταβολή για να βγει από το σπίτι, με την Αφροδίτη να την ακολουθεί
«έλα ρε, μη χαλάς την διάθεση σου»
«δεν την χαλάω εγώ, η μάνα μου φροντίζει να μου την χαλάει!»
Σχεδόν μουγκρίζει. Η Αφροδίτη όπως πάντα προσπαθεί να ηρεμήσει την κολλητή της, παροτρύνοντας την να σκεφτεί λογικά
«πάμε να πιούμε έναν καφέ να στανιάρουμε, και μετά βλέπουμε τι θα κάνουμε με την περίπτωση σου»
Λέει κάνοντας την Δήμητρα να στριφογυρίσει τα μάτια της από αγανάκτηση
«ει! κορίτσια!»
Ξαφνικά ακούγεται η οικεία φωνή του Σπύρου. Αμέσως γυρίζουν τα κεφάλια για να τον δουν να έρχεται προς το μέρος τους με το ποδήλατο του
«βρε βρε καλώς τον»
Λέει η Δήμητρα σχεδόν ειρωνικά, ίσα ίσα για να τσιγκλήσει την κολλητή της
«τι θέλεις εσύ εδώ;»
Πετάει απότομα η Αφροδίτη
«βασικά... αν πω ότι περνούσα τυχαία... θα ήταν ψέμα»
«καλά το πας»
Αποκρίνεται πειραχτικά η Δήμητρα και η Αφροδίτη την σκουντάει με τον αγκώνα της
«άου!»
Διαμαρτύρεται, όμως η Αφροδίτη δεν της δίνει σημασία
«τι ήθελες Σπύρο;»
«σκεφτόμασταν το βράδυ να βγούμε με τον Στέφανο, και... είπαμε... αν θέλετε φυσικά! να έρθετε και... να έρθετε και εσείς»
Ήταν αστείος ο τρόπος με τον οποίο της μιλούσε. Αυτό το τραύλισμα, τα κάστανοπράσινα μάτια του που την κοιτούσαν με λατρεία. Για την Δήμητρα φαινόταν γλυκό αλλά και αστείο ταυτόχρονα. Από την άλλη η Αφροδίτη δεν σκεφτόταν καν τη πιθανότητα να τον δει ερωτικά
«εγώ ψήνομαι. Εσύ Δήμητρα;»
«αμέ, γιατί όχι;»
«οπότε είστε και οι δύο μέσα;»
Ρωτάει ο Σπύρος για επιβεβαίωση
«ναι»
Απαντάνε ομόφωνα. Αυτόματα ένα μικρό, θριαμβευτικό χαμόγελο, σχηματίζεται στο πρόσωπο του αγοριού
«τέλεια! Εμ, θα περάσουμε το βράδυ να σας πάρουμε, εντάξει;»
«εντάξει»
Αποκρίνεται ξερά η Αφροδίτη και το νεαρό αγόρι ξεκινά ξανά το πετάλι για να φύγει. Η Δήμητρα ξεσπά σε γέλια, αιφνιδιάζοντας την κολλητή της
«που είναι το αστείο;»
«στο ότι σε φλερτάρει και εσύ με τον τρόπο σου του ρίχνεις συνεχώς άκυρο»
«και για ποιον λόγο να μου αρέσει ένα τέτοιου είδους φλερτ;»
Λέει, νιώθοντας ότι μιλάει για κάτι το αυτονόητο
«οι εποχές άλλαξαν, τα αγόρια δεν φλερτάρουν πια σαν βλάκες»
«ναι, γιατί είναι πολύ καλύτερο όταν ο άλλος σου πιάνει τον κώλο με το καλημέρα»
Αποκρίνεται ειρωνικά η Δήμητρα, κάνοντας την κολλητή της να στριφογυρίσει με αγανάκτηση τα μάτια της
«δεν θα βγάλουμε άκρη»
Μουρμουρίζει η Αφροδίτη
«σωστά»
«για αυτό πάμε να πιούμε εκείνον τον ρημαδοκαφέ!»
Γκρινιάζει προκαλώντας στην Δήμητρα τρανταχτά γέλια.

Το βράδυ, οι τέσσερεις νέοι βγαίνουν σε ένα αρκετά γνωστό μπαράκι στην πόλη. Ο Σπύρος είχε συνεχώς το βλέμμα του καρφωμένο στην Αφροδίτη, λες και την έβλεπε για πρώτη φορά. Εκείνη φυσικά δεν του έγινε καμία σημασία. Από την άλλη η Δήμητρα ένιωθε υπερβολική όρεξη για χορό, το ίδιο και ο Στέφανος. Το μπαράκι ήταν γεμάτο από κόσμο, η μυρωδιά του αλκοόλ ήταν έντονη στον χώρο. Χιλιάδες ιδρωμένα κορμιά χόρευαν τριγύρω, λες και είναι η τελευταία τους νύχτα
«το άλλαξαν ε;»
Ρωτάει η Δήμητρα, πάνω από τον θόρυβο της μουσικής
«έτσι φαίνεται»
Της αποκρίνεται ο Στέφανος ενώ ρίχνει μια σύντομη ματιά τριγύρω
«το προτιμώ έτσι»
Λέει η κοπέλα, κλείνοντας ουσιαστικά τη συζήτηση
«καθόμαστε κοντά στο μπαρ; η πιάνουμε τραπέζι;»
Ρωτάει ο Στέφανος, απευθυνόμενος και στους υπόλοιπους
«καλύτερα να καθίσουμε σε δικό μας τραπέζι»
Απαντάει η Αφροδίτη, και οι υπόλοιποι συγκατανεύουν. Ψάχνουν για μερικά λεπτά, ώσπου επιτέλους βρίσκουν ένα άδειο τραπέζι. Κάθονται στις ψηλές καρέκλες, τα αγόρια από την μία μεριά, και τα κορίτσια από την άλλη
«εμ, Αφροδίτη;»
Λέει ο Σπύρος. Αμέσως η κοπέλα σηκώνει το κεφάλι για να τον κοιτάξει
«ναι»
Η φωνή της κοπέλας ακούγεται αδιάφορη, αλλά ο θόρυβος της μουσικής εμποδίζει τον Σπύρο να διακρίνει αυτή την μικρή λεπτομέρεια
«ήθελα να...»
Προσπαθεί να μιλήσει, αλλά η γλώσσα του δένεται κόμπος. Ο Στέφανος τον σκουντά διακριτικά κάτω από το τραπέζι, προσπαθώντας να τον βοηθήσει
«μίλα της!»
Του λέει ψιθυριστά κοντά στο αυτί. Η Δήμητρα που βρίσκεται αμέτοχη σε όλο αυτό, δαγκώνει το κάτω χείλος της, εμποδίζοντας το γέλιο της να ξεφύγει
«ήθελα να... να σου προτείνω κάτι, αν θέλεις δηλαδή!»
Ο Στέφανος χτυπάει το κούτελο του, νιώθοντας ένα κύμα απογοήτευσης να τον κατακλύζει. Ο κολλητός του τα είχε κάνει θάλασσα. Η Δήμητρα από την άλλη παρακολουθεί με ενδιαφέρον την κολλητή της, περιμένοντας την απάντηση της
«τι;»
«αν θέλεις, να... να...»
Προσπαθεί να μιλήσει ενώ παράλληλα της δείχνει με τον δείκτη του τον κόσμο που χορεύει
«να τι ρε Σπύρο;»
Πετάει αγανακτισμένα η νεαρή κοπέλα, κάνοντας την Δήμητρα να γελάσει
«να χορέψουμε»
«επιτέλους!»
Μονολογεί ο Στέφανος, νιώθοντας ότι ίσως υπάρχει μια μικρή ελπίδα να σωθεί η κατάσταση
«ίσως αργότερα»
Απαντάει τελικά η Αφροδίτη. Αμέσως η Δήμητρα την σπρώχνει διακριτικά, με αποτέλεσμα το βλέμμα της μελαχρινής κοπέλας να στραφεί προς το μέρος της
«τι έγινε τώρα;»
«γιατί δεν του λες ένα απλό ναι; αφού βλέπεις πόσο προσπαθεί»
«ε ας προσπαθήσει λίγο περισσότερο, δεν θα πάθει τίποτα»
Αποκρίνεται εντελώς παγερά, κανόνας την Δήμητρα να κοκαλώσει για λίγο. Η Αφροδίτη ήταν πιο σκληρή από ότι η Δήμητρα. Μπορούσε να δείχνει ότι ήταν εντελώς αναίσθητη, όμως στην πραγματικότητα δεν ήταν έτσι. Απλώς αυτός ήταν ο τρόπος της για να αμυνθεί στον κόσμο, η Δήμητρα την είχε μάθει καλά τόσα χρόνια. Τα δύο κορίτσια ήταν διαφορετικά μεταξύ τους, και αυτός ήταν ο λόγος που η φιλία τους άντεξε τόσα χρόνια. Τώρα όμως η Δήμητρα έπρεπε να σκεφτεί κάτι έξυπνο, κάτι για να φέρει τα δύο παιδιά πιο κοντά.

Επίγειος ΘεόςWhere stories live. Discover now