Η απειλή

595 46 6
                                    

Την ίδια στιγμή που τα δύο κορίτσια βρισκόντουσαν στο νοσοκομείο και συζητούσαν, ο Στέφανος είχε τρυπώσει στο ξενοδοχείο όπου έμενε ο Νικηφόρος μαζί με την Δήμητρα. Για κακή τους τύχη, το βλέμμα του νεαρού αγοριού, τους είχε πιάσει στον διάδρομο του νοσοκομείου, όταν τον είχε αγκαλιάσει. Έσπαγε το κεφάλι του, αναρωτιόταν ποιος μπορεί να είναι αυτός, μέχρι που αποφάσισε να τον παρακολουθήσει, και έτσι έφτασε στο ξενοδοχείο. Αυτή την στιγμή, ο Νικηφόρος έμπαινε στο ασανσέρ, ώστε να ανέβει στο δωμάτιο του. Μόλις κλείνουν οι πόρτες, ο Στέφανος πλησιάζει τον ανελκυστήρα ώστε να δει σε ποιον όροφο θα σταματήσει. Ήταν περίεργος να μάθει ποιος ήταν αυτός, και τι δουλειά είχε μαζί με την Δήμητρα στο νοσοκομείο. Αφού πάρει την απάντηση του, κάνει μεταβολή και φεύγει με γρήγορες δρασκελιές από το κτίριο. Βγάζει το τηλέφωνο από την τσέπη του, και καλεί τον αριθμό ενός πολύ καλού του φίλου
«έλα Μπίλι, που σε βρίσκω;»
«έξω, έχω μια μικρή παράδοση. Γιατί; έγινε κάτι;»
«θέλω να μάθεις για έναν τύπο»
«ωραία, φέρε φωτογραφία του, και θα μάθεις ότι θέλεις»
Αποκρίνεται με άνεση το αγόρι από την άλλη γραμμή. Ο Στέφανος χαμογελάει θριαμβευτικά στον εαυτό του, λες και κέρδισε κάποιο σημαντικό έπαθλο
«θα σε περιμένω στο γκαράζ αν είναι. Μην αργήσεις!»
Λέει και το κλείνει. Ήταν αποφασισμένος, θα μάθαινε ποιος είναι αυτός ο άντρας και τι ρόλο έπαιζε στη ζωή της Δήμητρας. Αν και υποψιαζόταν πως αυτός ήταν η αιτία που η Δήμητρα δεν δέχτηκε ποτέ να πέσει στο κρεβάτι μαζί του. Είχε πολλά σχέδια για αυτόν τον άγνωστο ακόμη τύπο.

Το μεσημέρι, η Δήμητρα επιστρέφει στο ξενοδοχείο, για να γευματίσει μαζί με τον Νικηφόρο. Η ατμόσφαιρα ανάμεσα τους ήταν πολύ πιο ήρεμη. Το άγχος της Δήμητρας είχε εξαφανιστεί πια, τώρα υπήρχε μόνο γαλήνη και χαρά. Ο νεαρός άντρας κοιτάζει με παιχνιδιάρικο ύφος την κοπέλα, προκαλώντας της πλατιά χαμόγελα, γεμάτα από ειλικρινή ανακούφιση
«αν συνεχίσεις να με κοιτάζεις έτσι, δεν θα τελειώσουμε ποτέ το φαγητό μας»
Αποκρίνεται ενώ ισιώνει το σώμα της. Ο Νικηφόρος γελάει
«απλώς μου αρέσει να σε χαζεύω»
Η απάντηση του ακούγεται απλή, ειλικρινής. Για μια στιγμή, η Δήμητρα τον κοιτάζει με δέος. Της ήταν δύσκολο να πιστέψει ότι βρισκόταν όντως αυτή την στιγμή εδώ, μαζί του, καθισμένοι στους καναπέδες, να τρώνε και να μιλάνε όπως κάθε φυσιολογικό ζευγάρι
«το απόγευμα θα ξαναπάς στο νοσοκομείο;»
Ρωτάει ο Νικηφόρος, με σοβαρό ύφος αυτή την φορά
«ναι, κατά το απογευματάκι»
«εγώ πρέπει να αρχίσω να ετοιμάζω τα πράγματα μου. Αύριο θα φύγω πάνω, στην Πάργα»
Τα μούτρα της πέφτουν καθώς ακούει την πρόταση του
«δηλαδή θα με αφήσεις;»
Ρωτάει σαν μικρό παιδί. Ο Νικηφόρος γελάει με αυτή της την έκφραση
«για λίγο μόνο»
Απαντάει και απλώνει το χέρι, ίσα ίσα για να νιώσει το δέρμα της στα δάχτυλα του. Τώρα τα μάτια του την κοιτάζουν έντονα, σοβαρά
«ποτέ δεν θα είμαι πολύ μακριά σου. Όποτε με χρειαστείς, θα είμαι εδώ, και ελπίζω να το έχεις καταλάβει»
Λέει και η Δήμητρα αγγίζει το χέρι του με τα δύο δικά της, φέρνοντας το να ενωθεί με το μάγουλο της
«τώρα ναι, το έχω καταλάβει»
Ψελλίζει και τα μάτια της κλείνουν. Οι κόρες των ματιών του διαστέλλονται από τρυφερότητα, μπροστά σε αυτή την εικόνα. Τώρα ένιωθε πραγματικά σαν ερωτοχτυπημένος έφηβος, κάτι που δεν είχε αισθανθεί ποτέ στην ζωή του. Ίσως αυτό το κομμάτι του έλειπε από την ζωή του, αλλά δεν το είχε καταλάβει
«δεν ξέρεις πόσο όμορφη είσαι αυτή την στιγμή»
Ψιθυρίζει, λες και μιλά για κάποιο μυστικό που δεν πρέπει να μαθευτεί. Τα μάτια της μισανοίγουν, ίσα ίσα για να κοιτάξουν το πρόσωπο του. Τώρα φαινόταν πραγματικά χαμένος, με το βλέμμα του γεμάτο από συναισθήματα που δεν μπορούσε να καταλάβει. Με αργές κινήσεις, σκύβει προς το πρόσωπό του, και φιλάει απαλά τα χείλη του. Ο Νικηφόρος ανταποκρίνεται αμέσως, τοποθετώντας το χέρι του πιο χαμηλά, κοντά στο σαγόνι της. Το φιλί σταματά για λίγο, ίσα ίσα για να μοιραστούν βλέμματα τρυφερά. Ξαφνικά η Δήμητρα ένιωθε την ανάγκη να τον κοιτάξει ολόκληρο, να δει το σώμα του, τα σημάδια του, όλα. Όμως ο φόβος δεν την άφηνε. Ήξερε πως είχε κάνει ήδη πολλές παρεμβάσεις για χάρη της, αλλά το να την αγγίξει ερωτικά, ήταν εντελώς εκτός ορίων. Έπρεπε να το δεχτεί, ο έρωτας τους ήταν συνεχώς κάτω από συμβιβασμούς και όρια, και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για αυτό, επειδή η ίδια δέχτηκε αυτά τα όρια
«εγώ... εμ... χόρτασα. Θα πάω μέσα»
Λέει και σηκώνεται από την θέση της, για να κλειστεί στην κρεβατοκάμαρα. Ο Νικηφόρος κλείνει τα μάτια, ενώ παράλληλα αφήνει μια ανάσα ανακούφισης. Την είδε, κατάλαβε τι αισθάνεται από το βλέμμα της. Τώρα οι μεγαλύτεροι φόβοι του έβγαιναν στην επιφάνεια. Η Δήμητρα ήθελε περισσότερα, όμως ο Νικηφόρος φοβόταν, δεν μπορούσε να πατήσει αυτό το όριο. Αλλά από την άλλη, έπρεπε να το περιμένει. Κάποια στιγμή θα περάσουν και σε αυτό το κομμάτι, στο κομμάτι του έρωτα, στην απόλυτη ένωση των ανθρώπων. Όχι, δεν ήταν έτοιμος για αυτό βήμα, και μάλλον.... δεν θα ήταν ποτέ.

Επίγειος ΘεόςWhere stories live. Discover now