Το ίδιο απόγευμα, ο Άλκης βρίσκεται στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Το τηλέφωνο έχει γίνει πλέον σκουλαρίκι στο αυτί του. Έχει κάνει δεκάδες κλήσεις στην Δήμητρα, αλλά η κοπέλα δεν του απάντησε σε καμία. Ήταν έτοιμος να τρελαθεί. Η αγωνία είχε χτυπήσει κόκκινο
«σήκωσε το ρε κορίτσι μου, σήκωσε το»
Μουρμουρίζει στον εαυτό του. Τελικά όμως βγαίνει ο τηλεφωνητής. Κλείνει την συσκευή και μετά την πετάει πάνω στο κρεβάτι. Τα χέρια του διατρέχουν το πρόσωπο του, ο φόβος κυλούσε μέσα στις φλέβες του. Τα σκοτεινά του μάτια στρέφονται έξω από το παράθυρο. Άρχιζε να σκοτεινιάζει πλέον. Ο ουρανός είχε γεμίσει με τα τελευταία χρυσαφένια του χρώματα. Ο Άλκης ένιωθε απελπισμένος. Κλείνει τα μάτια, και αφήνει μια μεγάλη ανάσα να ξεφύγει από μέσα του. Δεν είχε άλλη επιλογή, θα πήγαινε από το σπίτι της. Θα ρίσκαρε να μπει μέσα στην φωτιά και να την διεκδικήσει, όπως θα έκανε κάθε ερωτευμένος.Την ίδια στιγμή, στο σπίτι της Δήμητρας, η νεαρή κοπέλα μάζευε τα πράγματα της. Ήταν αποφασισμένη πλέον. Θα έφευγε από το χωριό, θα πήγαινε στην θεία της την Σοφία, και θα διέγραφε όλα όσα έζησε με τον Άλκη. Όμως ήταν τόσο δύσκολη αυτή η απόφαση. Η Αφροδίτη καθόταν απλά στο κρεβάτι και την παρατηρούσε, σαν θεατής σε θεατρική παράσταση. Ήθελε να της πει τόσα πολλά, αλλά ήξερε ότι τα λόγια της δεν θα μετρούσαν την δεδομένη στιγμή για την Δήμητρα
«έτοιμα»
Μουρμουρίζει η νεαρή κοπέλα, καθώς κλείνει το φερμουάρ της βαλίτσας της
«δηλαδή τώρα θα μετακομίσεις μόνιμα στην πόλη;»
Η Δήμητρα αφήνει μια μεγάλη ανάσα να ξεφύγει από μέσα της. Έπειτα υψώνει το βλέμμα στο πρόσωπο της κολλητής της
«αυτό έπρεπε να είχα κάνει τότε»
Αποκρίνεται, δημιουργώντας ένα δυνατό σφίξιμο στην καρδιά της. Δεν ήθελε να φύγει, δεν ήθελε να εγκαταλείψει την ζωή της, την κολλητή της, και εκείνον! τον μοναδικό άντρα που αγάπησε
«πάλεψες τόσο πολύ για να τον έχεις, και τώρα απλά τα παρατάς»
«δεν θέλω να ξανά κάνουμε αυτή την συζήτηση Αφροδίτη, σε παρακαλώ»
Μουρμουρίζει σχεδόν αδύναμα. Η Αφροδίτη κλείνει τα μάτια, νιώθοντας την απογοήτευση να την κατακλύζει
«όπως θέλεις»
Της λέει με χαμηλή φωνή. Εκείνη την στιγμή, ανοίγει η πόρτα του δωματίου της. Τα δύο κορίτσια σηκώνουν τα κεφάλια, για να δουν την Φανή να μπαίνει μέσα
«ετοίμασες τα πράγματα σου;»
Την ρωτάει με λακωνικό ύφος. Η Δήμητρα της γνέφει καταφατικά με το κεφάλι
«Αφροδίτη, μπορείς να μας αφήσεις για λίγο μόνες;»
Αμέσως η μελαχρινή κοπέλα σηκώνεται από την θέση της
«φυσικά, κυρία Φανή»
Λέει και έπειτα στρέφει στιγμιαία το βλέμμα της στην Δήμητρα
«καλό βράδυ»
Μουρμουρίζει. Η Δήμητρα της χαρίζει ένα καθησυχαστικό χαμόγελο, δίνοντας της το μήνυμα πως όλα θα πάνε καλά. Μόλις η Αφροδίτη φεύγει, η Φανή εγκαταλείπει το σκληρό της ύφος
«δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που πήρες από μόνη σου αυτή την απόφαση. Να ξέρεις ότι κάνεις το σωστό»
Η Δήμητρα χαμηλώνει το βλέμμα της στο πάτωμα, νιώθοντας την ανάγκη να ξεσπάσει σε κλάματα
«αγάπη μου...»
Λέει με πιο ήπιο τόνο αυτή την φορά. Η Δήμητρα σηκώνει το κεφάλι, για να την κοιτάξει με θλίψη
«ήταν λάθος όλο αυτό, πρέπει να το καταλάβεις»
Η κοπέλα κουνάει καταφατικά το κεφάλι
«ναι, πρέπει»
Επαναλαμβάνει μηχανικά, νιώθοντας πραγματικά έτοιμη να εκραγεί. Η Φανή αφήνει μια μεγάλη ανάσα ανακούφισης να ξεφύγει από μέσα της
«σε αφήνω να ξεκουραστείς. Αύριο σε περιμένει μεγάλη μέρα»
Λέει και με ένα τελευταίο, δειλό χαμόγελο, φεύγει από το δωμάτιο. Η Δήμητρα κλείνει τα μάτια, επιτρέποντας στα δάκρυα να κυλήσουν ελεύθερα πλέον από τα μάτια της. Για μια στιγμή της έρχεται η παρόρμηση να το σκάσει από το σπίτι, να τρέξει να τον βρει, να κρυφτεί στην αγκαλιά του και να μείνει εκεί για μια ζωή
«Δήμητρα!»
Για μια στιγμή νομίζει πως δεν άκουσε καλά, πως αυτή η οικεία φωνή δεν προήλθε από τον Άλκη
«Δήμητρα!»
Φωνάζει ξανά, επιβεβαιώνοντας την κοπέλα πως δεν πρόκειται για μια φαντασίωση. Αμέσως βγαίνει από το δωμάτιο, ώστε να φτάσει στην είσοδο του σπιτιού
«Δήμητρα, που πας;»
Η φωνή της μητέρας της ακούγεται επιβλητική. Η κοπέλα δεν της απαντά, απλώς φοράει άτσαλα τα παπούτσια της και μετά ανοίγει την πόρτα του σπιτιού
«Άλκη»
Ψελλίζει και τρέχει κοντά του. Ο άντρας την τραβάει στην αγκαλιά του, αφήνοντας μια μεγάλη ανάσα ανακούφισης να ξεφύγει από τα χείλη του
«κορίτσι μου, ευτυχώς είσαι καλά»
Ψιθυρίζει κοντά στο αυτί της, ενώ παράλληλα χαϊδεύει τα μαλλιά της
«ει!»
Η αυστηρή φωνή της Φανής, κάνει τους δύο νέους να χωριστούν, ώστε να στρέψουν την προσοχή τους επάνω της
«άφησε την κόρη μου ρε αλήτη»
Φωνάζει ενώ τους πλησιάζει απειλητικά. Αμέσως ο Άλκης σπρώχνει την Δήμητρα, ώστε να σταθεί πίσω του
«δεν είμαι αλήτης κυρία μου. Είμαι ένας άντρας που αγαπά πραγματικά την κόρη σας, και που έχει καλό σκοπό για αυτήν»
«εσύ το μόνο που θα της προσφέρεις, είναι ντροπή. Έχεις σκεφτεί τι θα γίνει αν το χωριό μάθουν για εσάς;»
«αν αυτό είναι το θέμα σας, τότε μπορώ να παντρευτώ την Δήμητρα, η ακόμη και να φύγουμε από το χωριό»
Η δήλωση του, κάνει την Φανή να παγώσει στην θέση της
«τι είπες;»
«είπα ότι είμαι διατεθειμένος να κάνω τα πάντα για την κόρη σας. Ίσως με θεωρείτε τρελό, αλλά δεν είμαι»
Το ύφος του ήταν απόλυτα σοβαρό, τα μάτια του σου έδειχναν την αλήθεια. Η Φανή είχε σχεδόν πιστέψει τα λόγια του. Εκείνη την στιγμή, βγαίνει και ο Αντώνης έξω, ο πατέρας της Δήμητρας
«τι γίνεται εδώ; ποιος είσαι εσύ;»
Λέει ενώ πλησιάζει απειλητικά τον Άλκη
«Αντώνη, άφησε τον!»
Η δήλωση της Φανής, τους κάνει όλους να παγώσουν. Η γυναίκα στέκεται για μερικά λεπτά σιωπηλή, ώσπου τελικά υψώνει το βλέμμα της στο πρόσωπο του
«η Δήμητρα είναι πολύ μικρή για γάμο, και εσύ είσαι αρκετά μεγάλος για να επιλέξεις την κατάλληλη γυναίκα»
Ο Άλκης όμως δεν πτοείται από τα λόγια της, ούτε στο ελάχιστο. Ήξερε τι ήθελε, και θα το διεκδικούσε
«Δήμητρα, αν θέλεις... μπορούμε να φύγουμε τώρα, μαζί»
Λέει ενώ στρέφει το βλέμμα του στο πρόσωπο της νεαρής κοπέλας. Φαινόταν διχασμένη, μπερδεμένη. Τους κοιτούσε όλους, έναν προς έναν. Τώρα είχε μπει στο μεγαλύτερο δίλημμα της ζωής της. Βρισκόταν ανάμεσα στον έρωτα και την οικογένεια.Τελικά θα υπάρξει ένα ακόμη κεφάλαιο 😁
ESTÁS LEYENDO
Επίγειος Θεός
No Ficción«Σε έναν κολασμένο κόσμο, βρήκα ένα μικρό κομμάτι από τον παράδεισο»