Αλέξης και Ξένια.

90 9 0
                                    

 Λένε πως όταν έρθει η αγάπη το νοιώθεις. Ξυπνάνε όλες σου οι αισθήσεις.

Ζεις μόνο για εκείνον. Δεν έχεις επιλογή, ζεις την κάθε στιγμή σα να είναι η τελευταία. 

Είναι όμως για όλους το ίδιο;

 Πίστευε στην αγάπη. Πίστευε στην αγάπη του. Ακόμα και σήμερα, ύστερα από τόσα χρόνια, τον περίμενε.

  Ήταν η πρώτη της φορά. Μια πρώτη φορά σε όλα. Στον έρωτα, στην αγάπη. Μια αγάπη που δεν ήξερε πως έμοιαζε, μια αγάπη που είχε φτιάξει η ίδια.

 Αναρωτιόταν, την είχε αγαπήσει;

Όλα αυτά τα χρόνια την είχε αναζητήσει, έστω και στην σκέψη του;

 Κάηκε στην φλόγα του. Μια φλόγα που έκαψε όχι μόνο την δική της ζωή.

 Συναντήθηκαν τυχαία. Η διαφορά της ηλικίας δεν ήταν απαγορευτική και για τους δυο. Δεκατρία χρόνια τους χώριζαν. Τα μάτια του, αυτά είχε ερωτευθεί.

Όταν την κοίταζαν χανόταν μέσα τους. Το χρώμα τους, ακόμα θυμόταν εκείνο το χρώμα. 

Πως να ξεχάσει το αντάμωμα του γαλάζιου της θάλασσας με το Σμαραγδή; Δεν το έβλεπες κάθε μέρα. Και όμως αυτή ένοιωθε τόσο τυχερή που το αντίκρυζε.

Θυμόταν τα χέρια του. Στο κάθε άγγιγμά του χανόταν. Όλος ο κόσμος κλεινόταν σε αυτό το άγγιγμα. Όλες οι αισθήσεις συμμετείχαν.

Το χαμόγελό του! Έλαμπε ο ουρανός σαν χαμογελούσε. Δυο βουλίτσες, χαρακτηριστικό του, σαν χαμογελούσε, πόση γοητεία έκρυβαν θεέ μου αυτές οι δυο βουλίτσες!

Τα βράδια σαν έκλεινε τα μάτια της ταξίδευε σ' έναν κόσμο που μέσα υπήρχε μόνο αυτός. 

Δεν έζησε τίποτα μετά από αυτόν. Δεν θέλησε να ζήσει. Έψαξε πολλές φορές να αντλήσει δύναμη, ακόμα και από την ύπαρξη της κόρης της, της κόρης του, δεν τα κατάφερε.

 Ο Αλέξης, γόνος γνωστής οικογένειας δικηγόρων, το μέλλον του είχε συγκεκριμένη πορεία. 

Ο πατέρας του είχε φτιάξει ένα τρανταχτό όνομα. Ο Αλέξης θα ήταν η συνέχειά του.

Δεν τον ρώτησε ποτέ, δεν νοιάστηκε για τις δικές του επιθυμίες.  

Κρυβόταν πίσω από τις θυσίες που είχε κάνει για την οικογένειά του. Ναι είχε κάνει, μα έφθανε αυτό για να έχει μια ευτυχισμένη οικογένεια; 

Η ίδια ήξερε πως είναι να μεγαλώνεις μέσα στην οικογενειακή ευτυχία. Τα μάτια, ο καθρέφτης της ψυχής, το μαρτυρούσαν. Τα δικά του ποτέ δεν της το έδειξαν.

Ίσως τελικά αυτό να έφταιγε. Δεν μπορούσε να της δώσει αγάπη, όχι γιατί δεν ήθελε, δεν ήξερε πως να το κάνει.

Πάντα στα κρυφά. Όλα, ακόμα και οι συναντήσεις τους. Δεν της είχε ζητήσει ποτέ κάτι τέτοιο. Δική της πρωτοβουλία ήταν. Την ακολούθησε, στωικά. Η Ξένια αναρωτήθηκε γι' αυτό πολλές φορές. Ο φόβος, αυτό την κρατούσε. Με αυτό το συναίσθημα τελικά λειτουργούσε. Φοβόταν μη τον χάσει. Δεν ζητούσε ποτέ τίποτα. Περίμενε πάντα να της δώσει ότι αυτός ήθελε. 

Όταν ήρθε η εγκυμοσύνη, έφυγε. Έφυγε μόνη της. Δεν τόλμησε ποτέ να του το πει. Ακόμα μια φορά που ο φόβος είχε νικήσει.

Άραγε αν είχε μιλήσει να είχε κερδίσει την ευτυχία; Αγνοούσε πως η ευτυχία ήταν δίπλα της όλα αυτά τα χρόνια. Αγνοούσε πως είχε νοιώσει και είχε πάρει την αγάπη. Την έψαχνε στα λάθος μάτια. Ένα λάθος που της στοίχησε πολλά. Άραγε υπήρχε χρόνος; Χρόνος να προλάβει αυτά που έρχονταν.  

Πότε ήρθε η Αγάπη;Where stories live. Discover now