9

70 9 0
                                    

"Ποτέ δεν θα σου έκανα κακό Αριστείδη. Ποτέ μου δεν θα μπορούσα να κάνω τέτοιο πράγμα απο την στιγμή που και οι δύο το θέλαμε." Προσπάθησα να τον ηρεμήσω. Άφησα την τσάντα μου κάτω απο τον καναπέ του. "Δεν θα αφήσω κανένα να σου κάνει κακό, κανείς δεν ξέρει τι κάναμε που να μπορεί να μας κάνει πρόβλημα." Συνέχισα να του λέω για να τον καθησηχάσω. "Το είπες όμως σε κάποιον. Σε ποιόν; Ήθελες να το μάθει ο Πάτροκλος είπες για να τον κάνεις να ζηλέψει. Σε αυτόν το είπες;" Έμεινε να με κοιτάζει. "Όχι ο Πάτροκλος είναι αυτός που μας είδε έξω απο το μπάρ που φιληθήκαμε. Δεν ξέρει τι έγινε μετά όμως. Σου το ορκίζομαι. Μόνο στην Ξένια το είπα. Την κολλητή μου." Άγγιξα το χέρι του για να τον ηρεμήσω. Έμεινε να κοιτάζει το χέρι μου. "Αν το πεί εκέινη;" με ρώτησε. "Δεν θα το κάνει. Ποτέ της δεν έκανε κακό σε μένα η Ξένια."  ξεφύσηξα και έμεινα να βλέπω το πάτωμα. "Άρη ηρέμησε, κανείς δεν θα μάθει τίποτα."  "Άρης;" ρώτησε με ένα στραβό χαμόγελο. "Χαιδευτικό"  του απάντησα χαμογελώντας του. Ακούμπησε με το χέρι του τα χείλη μου και χαίδεψε τα μαλλιά  μου. "Σε παρακαλώ φύγε." μου είπε. "Γιατί;" τον ρώτησα με τα μάτια μου βουρκωμένα. "Είσαι πειρασμός Ερατώ, πολύ μικρή αλλά μεγάλος πειρασμός και δεν θέλω να σε ακουμπήσω." Έμεινε να με κοιτάζει. "Και αν εγώ θέλω;" Έβαλα το χέρι μου στο πρόσωπο του και τον τράβηξα κοντά μου. Ένωσα το μέτωπο του μαζί με το δικό μου. Η μύτη μου ακουμπούσε την δική του. Μπορούσα να ανασάνω την ανάσα του που για μια ακόμη φορά μύριζε αλκόολ. Έστριψα το κεφάλι μου και τον φίλησα. Κρατούσα εγώ αυτη την φορά το κεφάλι του για να το καθοδηγώ. Πήρε με τα χέρια του την μέση μου και με έφερε κοντά του. Ήρθε και εκείνος πιο κοντά μου. Άρπαξε με το χέρι του τα μαλλιά μου κάνωντας με να γύρω προς τα πίσω για να έχει το ελεύθερο στον λαιμό μου. Τράβηξε και μου έβγαλε το φόρεμα μου. Πέρασε το χέρι του μέσα απο το σουτιέ και χαίδευε τα στήθη μου. Του έβγαλα την ζώνη και την πέταξα πίσω του. Ακούστηκε το βάζο που έπεσε και έσπασε. "Δεν πειράζει" μου ψιθύρισε. Με σήκωσε πάνω του χωρίς καμιάν δυσκολία και με πήρε στο δωμάτιο του. Με έριξε με δύναμη πάνω στο κρεβάτι του και με γύρισε μπρούμητα. Έβγαλε το εσώρουχο μου και μετά το παντελόνι του. Εισχώρησε απότομα και βίαια μέσα μου τραβώντας τα μαλλιά μου. Ήταν άγριος, το έκανε λές και ήταν για να με τιμωρήσει που του είπα ψέματα, αλλα όσο πιο βίαιος ήταν τόσο πιο πολύ με άναβε. Άκουγα τις ανάσες του και τα βογγητά του. "Θέλω να σε ακούω¨μου είπε και ένιωσα ντροπή για κάποιο λόγο. Δάγκωσα τα χείλη μου έσφιξα τις γροθιές μου στις δικές του. Όλο το βράδυ δεν καταφέραμε να κοιμηθούμε. Όλο το βράδυ το κάναμε. Όλο το βράδυ ήταν δικός μου και ήμουν δική του. Πρώτη φορά ξενοκοιμάμαι και οι γονείς μου δεν έχουν ιδέα. Το πρωί με ξύπνησε ένα τηλεφώνημα.  Ίσα που το άκουγα απο την τσάντα μου στο σαλόνι του. Ο Άρης δεν ήταν δίπλα μου. Έβαλα την μπλούζα του και πήγα να το απαντησω. Μόλις το είδα δεν ήξερα τι έπρεπε να της πώ. Ήταν η μητέρα μου. Να της έλεγα ψέμα; Και τι ψέμα; Και που να της πώ ότι ήμουν; Αγχώθηκα. Έμεινα να κοιτάζω το τηλέφωνο. Ο Άρης ήταν στην κουζίνα και έφτιαχνε πρόγευμα για να φάμε. "Τι έγινε μωρό μου;" μου είπε και σκάλωσα σε αυτό που μου είπε. "η-η μαμα μου με παίρνει. Τι να της πώ;" τον ρώτησα δείχνοντας του το τηλέφωνο μου. "Πάντως όχι την αλήθεια." μου είπε και έβαλε τα αυγά, το τηγανιτό μπέικον, το τυρί και το ζεστό ψωμί στο τραπέζι. " Ναι αλλα τι ψέμα;" τον ρώτησα. Πείσμα που είχε και εκείνη δεν το έκλεινε! Έγνεψα στον Άρη να μην μιλήσει. "Ναι μαμά" "Καλά είμαι εσύ;" "Μαμά μην το πείς στον μπαμπά αλλα έμεινα στον Πάτροκλο" "Ναι θα ετοιμαστώ εδώ και θα πάω σχολείο. Γειά σου μαμά" Ένιωσα τα μάτια του Άρη πάνω μου. "στον Πάτροκλο;" "Ναι, τι να της πώ; Αφου η μαμά της Ξένιας την έχει τιμωρία δεν μπορούσα να πώ σε εκείνη!" προσπαθούσα να του εξηγήσω. " Χμ, μάλιστα. Κάθησε να φάμε" μου είπε και έβαλε τον καφέ στο τραπέζι. "Τι έπαθες;" τον ρώτησα. "Πόσες φορές έμεινες στον Πάτροκλο και η μητέρα σου το ήξερε και δεν σου θύμωσε ούτε τώρα;" με ρώτησε και δάγκωσε απο την φρυγανιά του. "Αριστείδη σοβαρά τωρά; Ζήλεψες;" ένιωσα και λίγη χαρά που ζήλεψε γιατί σημαίνει ότι νιώθει και κάτι άλλο για μένα εχτός απο το σέξ. "Όχι δεν ζήλεψα. Φάε, θα αργήσεις για το σχολείο" μου είπε και εγώ χαμογέλασα. " Δεν ξέρω γιατί αλλα νιώθω ότι ζήλεψες. Πάντως δεν έχει σημασία αυτό. Δεν μπορούσα να της πώ την αλήθεια" του είπα και ήπια απο τον καφέ μου. "Ναι αλλα πάλι δεν μου απάντησες." "Ποια ήταν η ερώτηση;" προσπαθούσα να κερδίσω χρόνο."Πόσες φορές έμεινες στον Πάτροκλο και η μητέρα σου δεν σου θύμωσε; " Δεν ξέρω Άρη μου, δεν τις μετρούσα" του είπα και τον είδα να ταράζεται. "Μάλιστα, πάω να ετοιμαστώ, έχω δικαστήριο σήμερα" μου είπε και πήρε τον καφέ του μέσα. Ζήλεψε! "'Αρη; θα ξαναβρεθούμε σήμερα;" τον ρώτησα και του χαμογέλασα." Δεν ξέρω, θα έρθει η Φένια και η Αφροδίτη απόψε, όποτε δεν το νομίζω". Σάστησα. Ποιες είναι αυτές; Γιατί να έρθουν; Γιατί 2; Δεν τον φτιάχνει μία; Δεν είναι ελεύθερος; Γύρισα το κεφάλι μου να δώ αν έχει κάποια φωτογραφία ή κάτι που να δείχνει αν είναι παντρεμένος ή κάτι αλλα το μόνο που είχε ήταν πίνακες απο ζώα, πορτρέτο δικό του και βάζα. Ένα σπασμένο που ευθύνομαι εγώ και κάτι άλλα. Δεν μπορούσα να τον ρωτήσω ποια είναι η Φένια, δεν ήταν κάτι που με αφορά, δεν είμαστε ζευγάρι. Άφησα το πρόγευμα όπως το έφτιαξε. Κόπηκε η όρεξη μου. Πήρα το σκισμένο μου καλτσόν και το έβαλα στην τσάντα μου. Έβγαλα την μπλούζα του και έβαλα το φόρεμα μου. Πήρα τα μποτάκια μου και έφυγα απο το διαμέρισμα του χωρίς να του μιλήσω. "Θές να σε πάω εγώ στο σχο- Που πήγε χωρίς να με χαιρετήσει;"  Τον άκουσα να λέει καθώς έβαζα τα μποτάκια μου έξω απο την πόρτα του. Έφυγα γρήγορα. Έκανε κρύο. Άρχισα να τρέχω να προλάβω το λεοφωρείο για να πάω σπίτι μου. Το κινητό μου άρχισε να κτυπάει. "Ναι;" "Γιατί έφυγες χωρίς να πείς λέξη;"

Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ✨Where stories live. Discover now