14

60 7 0
                                    

"Mάριε σταμάτα. Συγνώμη δεν ξέρω γιατί σε άφησα να πιστεύεις ότι νιώθω το ίδιο. Πρέπει να φύγω." του είπα και σηκώθηκα. Αμέσως σηκώθηκε πάνω και πήρε το χέρι μου στο δικό του. "Μου λείπεις Ερατώ. Πραγματικά σε θέλω στην ζωή μου" μου είπε και έμεινε να με κοιτάζει. Τι έπαθαν όλοι; Του χαμογέλασα και έφυγα. Όταν έκλεισα πίσω μου το κάγκελο έμεινα να κοιτάζω τον δρόμο απο εκεί που έφυγε το αυτοκίνητο. Εάν ήταν ο Αριστείδης, ήρθε στην πιο ακατάλληλη στιγμή. Θα νομίζει ότι δεν θέλω να είμαι μαζί του για να είμαι ελεύθερη να κάνω με όλους ότι θέλω. Μπήκα μέσα και πήγα στο δωμάτιο μου. Έβαλα τις πιτζάμες μου και ξάπλωσα. Έμεινα να κοιτάζω το τηλέφωνο μου. Ούτε μήνυμα, ούτε κλήση, ούτε ειδοποίηση. Τίποτα. Δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή όχι. Αποκοιμήθηκα με το τηλέφωνο στα χέρια μου. Το πρωί ξύπνησα και η πρώτη μου έγνοια ήταν να δώ εάν με έψαξε. Τίποτα. Δεν ξέρω τι έγινε, άρχισα να φοβάμαι. Εάν ήταν αυτός και ήταν πιωμένος; Μας είδε και όπως έτρεχε τράκαρε; Το μυαλό μου άρχισε να κάνει σενάρια. Και μόνο κακά πάλι. Είναι καλή ιδέα να πάω απο το σπίτι του; Μόνο να δώ εάν είναι καλά και θα φύγω. Σηκώθηκα απο το κρεβάτι και πήγα στον μπάνιο. Άνοιξα τον θερμοσύμφωνα και πήγα να κάνω έναν καφέ μέχρι να ζεσταθεί το νερό. "Τι ώρα γύρισες χθές το βράδυ;" με ρώτησε η μητέρα μου. " Δεν θυμάμαι νομίζω 2. Γιατί έγινε κάτι;" ρώτησα την μητέρα μου και έβαλα τον γαλλικό μέσα στο φλιτζάνι μου. "Ερατώ νομίζω έχεις καταλάβει ότι δεν είμαι ηλίθια." Μου είπε και έκλεισε το περιοδικό που κρατούσε. "Τι εννοείς μαμά;" της είπα και κάθησα απέναντυ της. " Το ξέρω ότι είσαι με κάποιον." η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δύο χιλίαδες χτύπους το λεπτό. "Δεν κατάλαβα, γιατί πιστεύεις τέτοιο πράγμα;" την ρώτησα και φύσηξα τον καφέ μου για να κρυώσει. "Ξενυκτάς, πίνεις, όλη μέρα είσαι στο τηλέφωνο, κρύβεις πράγματα το καταλαβαίνω. Και σίγουρα είναι πιο μεγάλος σου. Αλιώς θα μου τον είχες ήδη γνωρίσει, τουλάχιστον εμένα." μου είπε και έκλεισε την πόρτα για να μην ακούσει ο πατέρας μου. " Μαμά δεν είμαι με κάποιον, ακόμα γνωρίζω άτομα. Το ξέρεις ότι είμαι 3η λυκείου και ότι απο του χρόνου θα είμαι στο πανεπιστήμιο. Θέλω να είμαι ελέυθερη για νέες γνωριμίες." της είπα και τελίωσα τον καφέ μου. "Ερατώ σε είδα χθές το βράδυ σπίτι του Μάριου. Κατέβηκα να πιώ νερό και άκουσα αυτοκίνητο που σταμάτησε έξω απο το σπίτι μας και νόμιζα ότι κάποιος σε έφερε. Μέχρι να βγώ έξω δεν πρόλαβα καλά να δώ ποιος ήταν μέσα σε εκείνο το αυτοκίνητο αλλά σε είδα απέναντυ που φιλιώσουν με τον Μάριο ξανά στον ίδιο τόπο που σε είδε ο πατέρας σου τότε." μου είπε η μαμά μου και μου χαμογέλασε. "Εάν είσαι ξανά με εκείνο το παιδί Ερατώ μου γιατί έμεινες στον Πάτροκλο τις προάλλες;" μου είπε και πήρε τα χέρια μου στα δικά της. "Μαμά, είδες το αυτοκίνητο που ήταν εδώ;" την ρώτησα με γουρλωμένα μάτια. "Ναι, ήταν ένα μάυρο ψηλό, Porsche Cayenne αν δεν κάνω λάθος. Και μάλλον ήταν όλα φιμέ τα τζάμια του επειδή δεν φαινόταν τίποτα μέσα." Άφησα την κούπα μου κάτω και έτρεξα στο δωμάτιο μου να ετοιμαστώ. Ήταν ο Αριστείδης. Πρέπει να του εξηγήσω. Τι να του πώ; Πως να δικαιολογήσω αυτό που είδε; Μπήκα στον μπάνιο και σκεφτόμουν τι ακριβώς να του πώ. Βγήκα έξω και στέγνωσα τα μαλλιά μου. Να τον πάρω τηλέφωνο; Πήρα το τηλέφωνο μου και πληκτρολόγησα τον αριθμό του. (Ο συνδρομητής που καλέσατε δεν είναι διαθέσιμος, παρακαλώ δοκιμάστε αργότερα.) Τον πήρα γύρω στις 8 φορές. Πάντα τηλεφωνητής. Έβαλα μιαν λευκή φόρμα, μιαν λευκή μπλούζα και απο πάνω μιαν λευκή μακρυά ζακέτα. Πήρα την τσάντα μου και έφυγα γρήγορα απο το σπίτι. " Που πας τρέχοντας παιδί μου;" άκουσα τον πατέρα μου να μου λέει. "Πάω στην Ξένια. Δεν ξέρω αν αργήσω, φιλιά!" τους είπα και έκλεισα την πόρτα πίσω μου. Ακούμπησα το κεφάλι μου και άρχισα να τρέχω για το πιο κοντινό μέρος που μπορούσα να βρώ μέσο για να πάω σπίτι του. Μισή ώρα μετά ήμουν κάτω απο την πολυκατοικία. Πήγα στον τόπο που σταθμεύει το αυτοκίνητο του. "Ευτυχώς είναι εδώ!" είπα και ξεφίσηξα. Πήγα στον 4ο και πάτησα το κουδούνι του. Περίμενα λίγο. Άκουσα μιαν γυναικεία φωνή. Ήταν με γυναίκα; Πήρα μιαν βαθιά ανάσα για να αντέξω να δώ αυτό που άκουσα. "Γειά σας, ψάχνετε κάποιον;" Είδα μιαν όμορφη νεαρή γυναίκα, γύρω στα 25. Μια τέτοια γυναίκα είναι η ιδανική για τον Αριστείδη. "Ναι, τον κύριο Αριστείδη Ηροδότου. Είναι μέσα;" δεν ξέρω πως κατάφερα και ξεστόμησα το όνομα του. "Άριστείδη μια κοπέλα σε ζητάει." την άκουσα που του φώναξε. "Πέρασε μέσα είναι στον μπάνιο." μου είπε. Μπήκα μέσα. Κάθησα στον καναπέ του και μου ήρθε η ανάμνηση που κάναμε έρωτα εδώ. Έρωτα, επειδή μόνο σέξ δεν ήταν. "Θές κάτι να πιείς;" με ρώτησε. "Όχι ευχαριστώ." της απάντησα και έμεινα να την κοιτάζω. " Μου είπες κάτι Νίνα όσο ήμουν στον μπάνιο;" βγήκε έξω και είχε μόνο την λευκή του πετσέτα γύρω του. Έμεινα να τον κοιτάζω. "Τι θέλεις εσύ εδώ;" μου είπε και με συνέφερε στον κανονικό κόσμο. "Δεν απαντούσατε στα τηλέφωνα και δεν ήξερα αν ίσχυε το ραντεβού μας." του είπα. "Ραντεβού;" απάντησε η Νίνα, όπως την αποκάλεσε ο Αριστείδης. " Κόψε τις μαλακίες και σήκω φύγε." μου απάντησε. "Περίμενε Άρη μου να δούμε για τι ραντεβού μιλάει η νεαρή." του είπε η Νίνα. "Όχι, δεν περιμένω τίποτα. Να σηκωθείς και να φύγεις απο το σπίτι μου αυτή την στιγμή. Και να μην ξαναέρθεις εδώ ποτέ σου! Με άκουσες;" μου είπε και με έδειχνε με το δάκτυλο του. "Θέλω να σου εξηγήσω Αριστείδη. Σε παρακαλώ" σηκώθηκα πάνω απο τον καναπέ. "Δεν καταλαβαίνεις με το καλό." μου είπε. Ήρθε κοντά μου άρπαξε το χέρι μου και με τράβηξε έξω απο το σπίτι του. "Μην με ξαναενοχλήσεις." μου είπε και χτύπησε δυνατά την πόρτα του κλείνοντας την στα μούτρα μου.

Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ✨Where stories live. Discover now