36

43 5 0
                                    

Σε θέλω ... Και εγώ.

Έσυρε το χέρι του από τον λαιμό μου και κατέβηκε στο εσώρουχο μου. Μου το έβγαλε και αμέσως με τράβηξε πάνω του. Άρχισε να φιλάει το λαιμό μου και εγώ να ανασαίνω βαριά από ευχαρίστηση. Έγδερνα με το χέρι μου την πλάτη του και εκείνος το ευχαριστιόταν. Έβγαλα το παντελόνι του και το μποξεράκι του. Τον άφησα να εισχωρήσει μέσα μου μετά από 2 μήνες που τον είχα τόσο ανάγκη.  Όταν τελειώσαμε ξάπλωσε δίπλα μου.

Α- Σου το χρωστούσα.

Ε- Γιατί;

Α- Μετά από τα παράπονα σου.

Με φίλησε και κοιμήθηκε.

Τι εννοούσε; Δεν το ήθελε; Για μένα το έκανε; Για να μην κάνω παράπονα;

Μόλις ξύπνησα και κατάλαβα ότι χθές το βράδυ εγώ και ο Αριστείδης το κάναμε. Επιτέλους. Έστω κάτω από αυτές τις συνθήκες το μυαλό μου ηρέμησε. Οι ορμόνες και η λίμπιντο μου που είχαν πάει σε άλλο στάδιο. Τον ξύπνησα με φιλιά.

Ε- Καλημέρα υπναρά μου, ξύπνα πρέπει να πας δουλειά.

Α- Δεν θέλω. Θέλω να μείνω μαζί σου όλη μέρα στο κρεβάτι.

Ε- Ναι και μετά όταν έρθει ο πατέρας μου και δεί ότι έχει χάσει όλες τις σημερινές δικές τι θα του πεις;

Α- Είσαι αμείλικτη.  Πάω να κάνω μπάνιο.

Αποφάσισα ότι σήμερα ενώ ήξερα ότι θα είχε κενό 1 με 3 θα πήγαινα με φαγητό, κρασί για να περάσουμε ακόμη λίγο χρόνο μαζί. Ακριβώς την ώρα που σχολάω από την δουλειά και εγώ.

Ετοίμασα πρόγευμα και ετοίμασα τον Ερμή και την Αμαλία για το σχολείο. Ξεκίνησα για την δουλειά και ανυπομονούσα να περάσει η ώρα για να περάσω να πάρω φαγητό από μιαν ταβέρνα και να πάω να τον βρώ.

Η ώρα περνούσε βασανιστικά αλλά έφτασε.

Πήρα από ένα εστιατόριο φαγητό και ένα ακριβό κρασί και ξεκίνησα για την δουλειά του Άρη. Όταν έφτασα εκεί άκουγα ότι ήταν στο γραφείο με την Δανάη. Τα νεύρα μου άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους. Είδα την ξαδέρφη μου απο το παράθυρο του γραφείου. Πήγα πίσω απο την πόρτα και δεν άκουγα τίποτα. Έφτιαξα τα μαλλιά μου και μπήκα γρήγορα μέσα.

Ε- Όχι.

Μόλις είδα τον άντρα μου και την ξαδέρφη μου να φιλιούνται. Ένιωσα λίγη. Όχι. Ένιωσα απατημένη. Όχι. Ένιωσα προδομένη. Αυτό είναι το σωστή λέξη.

Άρχισα να τρέχω και να μην ξέρω που πάω. Μπήκα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα για το άγνωστο.

Βράδιασε.
Πήγα σπίτι ράκος. Ήξερα ότι θα πήγαινε ο ίδιος να πάρει τα παιδιά. Δεν θα μπορέσουμε να μιλήσουμε. Και αυτό δεν με ενοχλεί καθόλου, επειδή μετά από αυτό που είδα δεν θέλω να δικαιολογηθεί. Τελικά δεν ήταν το πεπρωμένο μας να ζήσουμε μαζί ευτυχισμένοι και αυτό καλύτερα να το τελειώσουμε εδώ. Για το καλό των παιδιών μας πάνω από όλα.

Μπήκα μέσα και τον είδα να κάθετε στον καναπέ.
Ε- Τα παιδιά;
Α- Κοιμήθηκαν. Που ήσουν μέχρι τέτοια ώρα; Γιατί δεν μου απαντούσες στο τηλέφωνο; Σε έχω πάρει 100 φορές.
Ε- Δεν έχουμε κάτι να πούμε. Θα σε παρακαλέσω να πας αύριο τα παιδιά εσύ σχολείο. Δεν θέλω να τα ξυπνήσω και να τα πάρω μέσα στο βράδυ.
Α- Να τα πάρεις να τα πάεις που;
Σιωπή...
Α- Να τα πάρεις να τα πάεις που Ερατώ κάτι ρώτησα.

Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΡΑΤΩΣ✨Where stories live. Discover now