Δυο μέρες αργότερα
Ο Κρις και ο Ντασίλβα είδαν από μακριά την ταβέρνα «ο Μαύρος Κάπρος», που βρίσκονταν στην αρχή του κακόφημου χωματόδρομου που ήταν παράλληλος με την αποβάθρα του λιμανιού.
Το μαύρο σκοτάδι, τα κεριά που τρεμόσβηναν στους φανοστάτες λίγο πριν το τέλος τους και η απουσία κίνησης στον πολυσύχναστο δρόμο, έδειχναν την προχωρημένη ώρα της νύχτας. Τις στιγμές αυτές η ιδιότητα του φρουρού του Ντασίλβα άλλαζε. Γινόταν φίλος, σύντροφος σε αυτήν την αγαπημένη μεταμεσονύκτια διασκέδαση με ποτό, φαγητό και τρυφερούς εναγκαλισμούς με τις σερβιτόρες.
Οι σταγόνες της αδιάκοπης ποτιστικής βροχής είχαν μουσκέψει τις κάπες τους. Φορώντας ακόμα τις κουκούλες τους μπήκαν στο ταβερνείο ελέγχοντας λεπτομερώς το χώρο, διότι το συγκεκριμένο το επισκέπτονταν για πρώτη φορά.
Η ζεστασιά του χώρου τους τύλιξε.
Το ξύλινο πάτωμα στην είσοδο είχε λασπωμένες πατημασιές των πελατών του, που έσβηναν όσο προχωρούσαν πιο μέσα.
Ένα χαρμάνι από μυρωδιές τους περιέβαλε. Ο αρωματικός καπνός από τις πίπες και τα πούρα θόλωνε την ατμόσφαιρα και τους ζάλιζε ευχάριστα. Η οσμή του κρασιού και της μπύρας αναδυόταν έντονη από την τριπλή σειρά βαρελιών στα δεξιά τους ενώ η λαχταριστή μυρωδιά ψητού από τα φρεσκοκομμένα κομμάτια κρέατος που ψήνονταν στην πυροστιά, υπερείχε όλων των άλλων, κάνοντας τα ρουθούνια τους να ανοιγοκλείσουν με ευχαρίστηση.
Ο φωτισμός ήταν χαμηλός, ο Ντασίλβα κοίταξε ψηλά και είδε ότι άναβαν τα μισά από τα καρφωμένα κεριά στους ξύλινους πολυέλαιους της οροφής όπου πληθώρα ιστών αράχνης είχε κάνει κατάληψη.
Τα περισσότερα τραπέζια ήταν γεμάτα. Ορισμένοι συζητούσαν έντονα, άλλοι κοίταζαν αμίλητοι τριγύρω. Άλλοι είχαν πέσει πάνω τους λιπόθυμοι από το ποτό ή κοιμισμένοι και άλλοι καταβρόχθιζαν το φαγητό τους.
Στο κέντρο του ταβερνείου, πάνω σε δυο στρογγυλά ετοιμόρροπα τραπέζια λικνίζονταν ημίγυμνες νεαρές στην άγνωστη μελωδία της φλογέρας ενός τροβαδούρου που καθόταν δίπλα στο τζάκι. Μεσήλικες άντρες τις παρακολουθούσαν ξελιγωμένοι, κραυγάζοντας διάφορα επίθετα για τα κάλλη τους.
Ελαφροντυμένες γυναίκες σέρβιραν με ταχύτητα το ποτό και το φαγητό και κάθε τόσο πραγματοποιούσαν ολιγόλεπτες στάσεις για να καθίσουν πάνω στα πόδια των αντρών, μοιράζοντας χάδια και φιλιά.
YOU ARE READING
ΑΝΑΡΜΟΣΤΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΣΙΡΟΚΟΣ
Historical FictionΡΟΜΑΝΤΙΚO ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΕΠΟΧΗΣ. ...Τις λαγόνες του σάρωναν κύματα έξαψης στη σκέψη της και μόνο. Ο φαλλός του σκληρός ασφυκτιούσε μέσα στο εφαρμοστό, δερμάτινο παντελόνι του. Ήθελε απεγνωσμένα να τον ανακουφίσει με το ερωτικό χάδι αυτής της όμορφης γυν...